Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
- CHRYSSOULA
- Δημοσιεύσεις: 922
- Εγγραφή: 04 Σεπ 2008 9:43 pm
Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ
Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΕΤΡΑ (1Ο ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ)
Μια φορά και ένα καιρό σε μια όμορφη πόλη που λεγόταν Πεταλονία βρισκόταν ένα ηφαίστειο!!!
Οι κάτοικοι της περιοχής έβλεπαν συχνά να βγαίνουν φλόγες από τον κρατήρα του και ένοιωθαν πολλές φορές την γη να τρέμει κάτω από τα πόδια τους.
Ένα πρωινό κατέβηκαν από τα κοντινά βουνά κένταυροι – αυτά τα πλάσματα που έχουν ανθρώπινο κεφάλι και σώμα αλόγου- και καλπάζοντας γρήγορα έτρεξαν στη χώρα, για να ειδοποιήσουν τους κατοίκους της, για την έκρηξη του ηφαιστείου που θα ακολουθούσε
Κάποιοι τρόμαξαν με αυτά που άκουσαν αλλά δεν τους πίστεψαν. Οι κένταυροι όμως τους ανέφεραν, ότι θα μπορούσαν να γλιτώσουν τουλάχιστον τα παιδιά τους από την επερχόμενη καταστροφή, αν τα έπαιρναν εκείνοι μαζί τους μακριά από αυτό το μέρος.
Έτσι οι πιο ανοιχτόμυαλοι κάτοικοι τα ανέβασαν στην ράχη των κενταύρων και τους ευχήθηκαν να φύγουν και να πάνε όσο πιο μακριά γινόταν, για να γλιτώσουν από την συμφορά.
Σε λίγα λεπτά ακούστηκε μια δυνατή έκρηξη και όλοι άρχισαν να τρέχουν έντρομοι όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, για να γλιτώσουν από την λάβα που εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα..
Οι κένταυροι που είχαν πάρει τα παιδιά τα οδήγησαν σε ένα μακρινό τόπο που ήταν καταπράσινος και γεμάτος από δάση και άφθονα νερά. και ονομαζόταν «Η Παραδεισένια Χώρα»
Τότε ο αρχηγός των κενταύρων που λεγόταν Χειρώνιος μάζεψε όλα τα παιδιά που ήταν καμιά εικοσαριά και είχαν διάφορες ηλικίες από 6 έως 10 ετών και τους έδειξε πώς να φτιάξουν χορταρένιες καλύβες για να μείνουν. Τους ανέφερε ακόμα, ότι καθημερινά θα τους δίδασκαν πολλά και χρήσιμα πράγματα, ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε κάθε δυσκολία.
Κάποιο παιδί ρώτησε αν θα ξαναέβλεπαν τους δικούς τους αλλά ο Χειρώνιος κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του απάντησε, ότι αυτό ήταν αδύνατο, γιατί η λάβα θα είχε ερημώσει όλη την περιοχή και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είχε μείνει κανένας ζωντανός.
Ο Λορέντζο, αυτός ήταν το παιδί που είχε ρωτήσει, έσκυψε το κεφάλι του και έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό. Ο Χειρώνιος τον κοίταξε και του είπε, ότι έπρεπε να είναι δυνατός και να μη λυπάται, γιατί οι γονείς του ήταν ανοιχτόμυαλοι άνθρωποι και θέλησαν το καλό τους στέλνοντας τα μακριά από τον κίνδυνο. Ο Λορέντζο έσφιξε το χέρια του αδελφού του Μαξ και της αδελφής του Πολυξένης που θα ήταν για αυτόν η οικογένεια του από εδώ και πέρα.
Ο χρόνος κυλούσε όμορφα στην Παραδεισένια Χώρα και τα παιδιά μάθαιναν πολλά πράγματα από τους κενταύρους. Μια ημέρα ο Χειρώνιος τα οδήγησε σε ένα μέρος που ήταν πολύ παράξενο. Δεν υπήρχαν λουλούδια ή άλλα δένδρα τριγύρω παρά μόνο κάτι βράχια και μια ψηλή πέτρινη στήλη που στην κορυφή της βρισκόταν μια στρογγυλή κατάμαυρη πέτρα. Η στήλη ήταν περιφραγμένη από ψηλούς, αγκαθωτούς κάκτους, ώστε όποιος την πλησίαζε και προσπαθούσε να περάσει από αυτούς να πληγωνόταν από τα αγκάθια τους.
Ο Χειρώνιος τους έδειξε την μαύρη πέτρα και τους είπε, ότι αυτή ήταν η Σκοτεινή Πέτρα και αν κάποιος την άγγιζε ήταν καταδικασμένος να περάσει μεγάλες συμφορές, αν κατάφερνε να επιζήσει από το δηλητήριο που είχαν τα αγκάθια των κάκτων. Τους συνέστησε να μένουν μακριά από αυτό το μέρος, για να μη πάθουν κανένα κακό.
«Πως βρέθηκε αυτή η πέτρα εδώ;» ρώτησε ο Λορέντζο. Ο Χειρώνιος απάντησε, ότι πριν πάρα πολλά χρόνια έμενε στην Παραδεισένια Χώρα ο Λευκός Βασιλιάς που είχε την δύναμη του Καλού και της Αγάπης. Η Χώρα ήταν πλούσια και οι κάτοικοι της πολύ ευτυχισμένοι. Η Παραδεισένια Χώρα συνόρευε με την Ερντούπολη όπου έμενε ο Σκοτεινός Βασιλιάς που είχε την δύναμη του Κακού και του Φόβου και οι κάτοικοι της ήταν σκληροί και άπληστοι. Κάποια ημέρα ο Σκοτεινός Βασιλιάς επιτέθηκε στην Παραδεισένια Χώρα για να την καταλάβει. Η μάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή και πολλοί έχασαν την ζωή τους αλλά ο Λευκός Βασιλιάς κατάφερε στο τέλος με την βοήθεια των κενταύρων και μια γυναίκας της Λουρένιας να κλείσει την δύναμη του Σκοτεινού Βασιλιά μέσα σε αυτή την μαύρη πέτρα και έτσι εκείνος έχασε την μάχη. Ο Λευκός Βασιλιάς όμως λυπήθηκε που τόσοι πολλοί έχασαν άδικα την ζωή τους και αποφάσισε να φύγει από αυτό το μέρος για πάντα Όμως προτού φύγει, έφτιαξε αυτή την στήλη, έβαλε επάνω της την μαύρη πέτρα και είπε στους φύλακες κενταύρους να μη την αγγίξει ποτέ κανένας!!!!!!
Αφού τέλειωσε με την διήγηση του ο Χειρώνιος οδήγησε τα παιδιά πάλι πίσω στον καταυλισμό, που είχαν φτιάξει τις καλύβες τους και που ζούσαν όλα μαζί αρμονικά.
Ο Λορέντζο ήταν 8 χρονών και πολύ αναπτυγμένος για την ηλικία του. Ο αδελφός του ο Μαξ ήταν 7 και η Πολυξένη 6. Ο Λορέντζο από την μια χαιρόταν που γλίτωσαν από την λάβα του ηφαιστείου από την άλλη θυμόταν τους γονείς του και ένοιωθε μεγάλη θλίψη που είχαν απομείνει μόνοι τους, για να τα βγάλουν πέρα. Αν κατάφεραν και γλίτωσαν θα τους ξαναέβλεπε ποτέ άραγε;;;
Μια ημέρα αφού τέλειωσε με την εργασία που του είχε βάλει ο Χειρώνιος πήρε τον δρόμο που οδηγούσε στην πέτρινη στήλη. Μια ανεξήγητη δύναμη τον τραβούσε σε αυτό το μέρος.
Φθάνοντας στην περιφραγμένη περιοχή κοίταξε ψηλά και είδε την μαύρη πέτρα να αστράφτει στις ακτίνες του ήλιου. Θυμήθηκε τα λόγια του Χειρώνιου αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο δεν ένοιωθε φόβο. Μήπως όλα αυτά ήταν υπερβολές του κενταύρου σκεφτόταν;; Ξαφνικά άκουσε ένα θόρυβο και γυρνώντας το κεφάλι του είδε ένα κορίτσι με ξανθά μαλλιά και μαύρο φόρεμα να βγαίνει μέσα από τους κάκτους. Όμως δεν την ήξερε, γιατί δεν ήταν κάποιο από τα παιδιά που έμεναν στον καταυλισμό.
Ο Λορέντζο την ρώτησε ποια ήταν και πως βρέθηκε εκεί.
Η κοπέλα απάντησε, ότι λεγόταν Μακέντια και ήταν υπεύθυνη για την φύλαξη και διατήρηση της μαύρης πέτρας. Την είχε φέρει στην Παραδεισένια Χώρα η Λουρένια, όταν έχασε ξαφνικά τους γονείς της. Δεν θυμόταν όμως τίποτα άλλο.
«Γιατί προσέχεις αυτή την πέτρα αφού μόνο συμφορές φέρνει σε όποιον την πιάσει;» Ρώτησε ο Λορέντζο με απορία
Εγώ μπορώ και την πιάνω και την συντηρώ, γιατί μου έχει δοθεί άδεια από την Λουρένια είπε η Μακέντια. Μπορώ και περνάω μέσα από τους κάκτους και με μια μικρή σχοινένια σκάλα ανεβαίνω στην στήλη και ρίχνω από αυτό το μπουκαλάκι ένα υγρό επάνω της. Μετά κατεβαίνω και φεύγω. Μένω από την άλλη πλευρά μαζί με άλλα παιδιά που είμαστε μαθητές της Λουρένιας.
Όλα αυτά έκαναν τον Λορέντζο να απορήσει ακόμα περισσότερο και την ρώτησε αν θα μπορούσε να έλθει κάποια ημέρα να την επισκεφθεί εκεί που έμενε.
Η Μακέντια κούνησε αρνητικά το κεφάλι της και του είπε, ότι η Λουρένια δεν επέτρεπε να μιλάνε ή να δέχονται επισκέψεις από κανένα. Οι κανόνες ήταν αυστηροί και που του μιλούσε ήταν ριψοκίνδυνο για αυτήν.
Φεύγοντας του ανέφερε, ότι σε 3 ημέρες θα ερχόταν πάλι, για να κάνει τις συνηθισμένες της εργασίες. Αν ήταν εκεί, ίσως μπορούσαν να μιλήσουν για λίγο χωρίς όμως να τους δει κάποιος. Δεν θα έπρεπε όμως να αποκαλύψει σε κανένα για αυτήν την συνάντηση τους.
Ο Λορέντζο έγνεψε, ότι θα ερχόταν και δεν θα έλεγε τίποτα σε κανένα.
Πραγματικά σε 3 ημέρες ο Λορέντζο γλίστρησε κρυφά από την καλύβα που έμενε με τα αδέλφια του, χωρίς να τους αναφέρει που πήγαινε, και τράβηξε για την πέτρινη στήλη.
Ήταν μεσημέρι και ο ήλιος ήταν ψηλά, όταν έφθασε εκεί. Κρύφτηκε πίσω από κάτι βράχους και είδε την Μακέντια να κόβει ένα φύλλο από ένα κάκτο και να μαζεύει κάποιο υγρό μέσα σε ένα μπουκαλάκι. Μετά έβγαλε από ένα σακίδιο μια σχοινένια σκάλα που είχε στην κορυφή της δύο γάντζους. Την πέταξε και την στερέωσε επάνω στην στήλη και σκαρφαλώνοντας έριξε το υγρό από το μπουκαλάκι στην μαύρη πέτρα. Όταν εκείνη κατέβηκε από την σκάλα ο Λορέντζο βγήκε από εκεί που ήταν κρυμμένος και την πλησίασε.
Η Μακέντια χάρηκε που τον είδε και τον ρώτησε αν είχε μιλήσει σε κάποιον για αυτή την συνάντηση τους. Ο Λορέντζο κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και την ρώτησε τι γνώριζε για αυτήν την πέτρα.
Εκείνη ανέφερε, ότι υπήρχε γενική απαγόρευση να την αγγίζει κάποιος άλλος εκτός από αυτήν, που την είχε ορίσει φύλακα η Λουρένια Είχε ακούσει, ότι είχε τρομακτική δύναμη και μπορούσε να προκαλέσει απρόβλεπτες καταστάσεις, αν κάποιος παραβίαζε τις εντολές αυτές.
«Μένουν και άλλα άτομα εδώ στην Παραδεισένια χώρα;» ρώτησε ο Λορέντζο
«Εγώ είμαι εδώ από 4 χρονών και δεν έχω δει κανέναν άλλο παρά μόνο τους μαθητές της Λουρένιας. Τώρα είμαι 7 χρονών και από ό,τι έχω μάθει από τα μεγαλύτερα παιδιά, παλαιότερα έμεναν και άλλα άτομα εδώ που όμως τα περισσότερα σκοτώθηκαν σε κάποια μάχη»
Τώρα όμως πρέπει να φύγω του είπε, γιατί δεν θέλω να καθυστερήσω και να κινήσω υποψίες. Έδεσε στα πόδια της ένα ζευγάρι πατίνια και έφυγε βιαστικά προς αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που έμεναν οι κένταυροι με τα παιδιά.
«Θα σε ξαναδώ;» της φώναξε ο Λορέντζο. Όμως η Μακέντια είχε ήδη απομακρυνθεί.
Όταν επέστρεψε στην καλύβα του στον καταυλισμό, βρήκε τον Χειρώνιο να τον περιμένει απέξω.
Τον ρώτησε αυστηρά που είχε πάει και ο Λορέντζο απάντησε, ότι είχε τελειώσει νωρίς την εργασία που του είχε βάλει και σκέφτηκε να κάνει μια βόλτα, για να μάθει την περιοχή.
Ο Κένταυρος τον κοίταξε επίμονα στα μάτια αλλά ο μικρός δεν κατέβασε το βλέμμα του ούτε έδειξε αναστατωμένος. Ο Χειρώνιος του συνέστησε να είναι προσεκτικός, για να μη πάθει κάποιο ατύχημα. Ο Λορέντζο όμως σήκωσε τους ώμους του και απάντησε, ότι έμοιαζαν όλα γύρω τους τόσο ήρεμα και ειρηνικά που δεν έβλεπε τον λόγο της ανησυχίας του.
Ο Χειρώνιος έφυγε από την καλύβα και τράβηξε για το μέρος που έμεναν οι κένταυροι. Γνώριζε όμως με βεβαιότητα, ότι αυτός ο μικρός θα έφερνε μια ημέρα μεγάλη ΑΝΑΤΡΟΠΗ στην Παραδεισένια Χώρα.
Από τότε ο Χειρώνιος ζήτησε από τον κένταυρο Φαραντόμους, να παρακολουθεί τον μικρό Λορέντζο .
Μια ημέρα που έκανε μάθημα ο Χειρώνιος στα παιδιά, τους μιλούσε για τον τόπο που έμεναν και τους έλεγε ότι αυτά θα ήταν κάποτε οι πρώτοι πολίτες του, αφού οι προηγούμενοι κάτοικοι δεν υπήρχαν πια .Μόνο κάποιοι κένταυροι σαν αυτόν ζούσαν επειδή είχαν μεγαλύτερο χρόνο ζωής από τους ανθρώπους.
«Η Λουρένια μένει ακόμα εδώ;» ρώτησε ο Λορέντζο τον κένταυρο.
«Ναι» απάντησε λακωνικά εκείνος.
« Μα δεν την έχουμε δει ποτέ» επέμενε ο μικρός.
«Μένει μακριά από το δικό μας μέρος και δεν έρχεται εδώ» απάντησε ο Χειρώνιος με δυσκολία.
«Μένει μόνη της ή έχει και εκείνη κάποιους μαθητές όπως εσείς οι κένταυροι;» συνέχισε ο Λορέντζο.
Ο Χειρώνιος τον κοίταξε διαπεραστικά και τον ρώτησε τι ήθελε ακριβώς να μάθει.
« Την αλήθεια» είπε με θάρρος ο μικρός.
« Μένουν μαζί της κάποια παιδιά, που και εκείνη τα εκπαιδεύει να γίνουν πολίτες αυτής της χώρας» απάντησε ο Χειρώνιος
« Α πολύ ωραία, ίσως θα μπορούσαμε να πάμε εμείς εκεί, να την επισκεφθούμε και να συζητήσουμε μαζί της για αυτόν τον τόπο» αποκρίθηκε ο Λορέντζο
« Έχει απαγορέψει ρητά να επισκέπτεται ή να πλησιάζει κάποιος την δική της περιοχή» απάντησε ο κένταυρος κοιτώντας αυστηρά τον μικρό.
Αγνοώντας όμως ο Λορέντζο την ματιά του ρώτησε: « Υπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ σας από παλιά και για αυτό μένετε χωριστά;»
« Αρκετά!!» φώναξε δυνατά ο Χειρώνιος. «Σταμάτησε τώρα αμέσως όλες αυτές τις ερωτήσεις, γιατί έχεις ξεπεράσει κάθε όριο»
Ο Λορέντζο κατέβασε το κεφάλι του και δεν ξαναμίλησε αλλά κατάλαβε, ότι κάτι υπήρχε μεταξύ των κενταύρων και της Λουρένιας και ίσως είχε να κάνει με την σκοτεινή πέτρα. Οι Κένταυροι θεωρούσαν αυτήν την πέτρα συμφορά, όμως ήταν η Λουρένια που έστελνε την Μακέντια να την φροντίζει. Ο Λευκός Βασιλιάς την είχε αφήσει στην φροντίδα των κενταύρων αλλά τελικά η Λουρένια είχε αναλάβει να την διατηρεί…. Σκεφτόταν, ότι ίσως δεν ήταν τυχαίο που οι κένταυροι ήλθαν στην χώρα τους λίγο πριν την έκρηξη του ηφαιστείου και πήραν μαζί τους τα παιδιά και τα έφεραν σε αυτή την χώρα. Ίσως υπήρχε κάποιο σχέδιο τους σχετικά με την Λουρένια και ήθελαν οι κένταυροι να δημιουργήσουν δικούς τους μαθητές.
Ο Λορέντζο είχε καταλάβει, ότι ο Φαραντόμους τον κατασκόπευε και απέφευγε να πηγαίνει στην πέτρινη στήλη. Όμως ενώ παρακολουθούσε όλα τα μαθήματα και τις διδασκαλίες των κενταύρων δεν είχε καμία συμμετοχή ούτε σε παιχνίδια ούτε και σε επαφές με τα άλλα παιδιά. Προτιμούσε να μένει μόνος τους ή να μιλάει με τα αδέλφια του αλλά για πολύ λίγο. Έμοιαζε απορροφημένος στις δικές του σκέψεις.
Μια ημέρα τον πλησίασε ο Χειρώνιος και τον ρώτησε, αν του συνέβαινε κάτι.
Ο Λορέντζο τον κοίταξε και του είπε σοβαρά: « Σκέφτομαι, ότι ίσως ήταν καλύτερα να έμενα με τους γονείς μου στην πατρίδα μου και να αντιμετωπίζαμε μαζί την λάβα»
«Δεν χαίρεσαι που είσαι ζωντανός και μένεις με τα αδέλφια σου σε ένα τόσο όμορφο μέρος;» απάντησε έκπληκτος ο Χειρώνιος.
«Μπορεί να είμαι ζωντανός αλλά δεν είμαι ελεύθερος» ανέφερε σκυθρωπά ο Λορέντζο. «Για μένα ζωή σημαίνει ελευθερία, ειδάλλως τι νόημα έχει να είσαι ζωντανός;»
Ο Κένταυρος είχε αρχίσει να νοιώθει περίεργα από τις ερωτήσεις του μικρού, όταν εκείνος τον κοίταξε στα μάτια και του είπε:
«Γνωρίζω, ότι με παρακολουθεί ο Φαραντόμους και αναρωτιέμαι τι φοβάσαι πραγματικά Χειρώνιε; Φοβάσαι μη πάθω κάτι ή μη μάθω αυτό που εσύ και οι άλλοι κένταυροι θέλετε να μας κρύψετε;.»
« Σου λέω λοιπόν, ότι δεν πιστεύω λέξη για την σκοτεινή πέτρα και τις μαγικές της ιδιότητες και όλα αυτά που μας είπες. Σίγουρα κάτι κρύβεται πίσω από όλα αυτά και έχει να κάνει με την Λουρένια και σας τους κενταύρους » είπε θαρρετά ο Λορέντζο.
«Δεν φοβάσαι, ότι αυτά τα λόγια σου μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες;» τον ρώτησε ο Χειρώνιος με αυστηρό ύφος.
« Ναι μπορείς να με τιμωρήσεις» απάντησε ο μικρός αλλά εσύ με ρώτησες και εγώ σου είπα την αλήθεια. Την αλήθεια που εγώ πιστεύω.
«Τι σκοπεύεις να κάνεις λοιπόν;» τον ρώτησε ο κένταυρος.
«Για την ώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα Χειρώνιε . Όμως θα ήθελα πραγματικά να δω από κοντά αυτή την περιβόητη πέτρα. Ίσως καταλάβουμε όλοι, ότι δεν είναι μαγική ή ίσως η Λουρένια να διέδωσε, ότι είναι μαγική μέσα από κάποια μαθήτρια της, για να μας κρατάει μακριά για δικούς της λόγους»
«Συνάντησες λοιπόν την Μακέντια έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο κένταυρος.
Ο Λορέντζο κούνησε το κεφάλι του καταφατικά. Όμως και η Μακέντια δεν θέλει μπλεξίματα με την Λουρένια συνέχισε ο Λορέντζο Φαίνεται τελικά αυτή η γυναίκα έχει όλη την Παραδεισένια Χώρα στο χέρι κατά κάποιο τρόπο, αφού και εσείς οι κένταυροι αποφεύγετε κάθε επαφή μαζί της.
Ο Χειρώνιος δεν μπορούσε να φαντασθεί πως ένα μικρό παιδί μπορούσε να καταλάβει τόσα πολλά πράγματα και κυρίως δεν φοβόταν. Μέσα του ένοιωσε ένα θαυμασμό για τον νεαρό Λορέντζο και αισθάνθηκε, ότι ίσως είχε μπροστά του τον αυριανό αρχηγό της Παραδεισένιας Χώρας.
Έτσι ο κένταυρος κοιτώντας τον με σοβαρότητα του είπε, ότι την επόμενη ημέρα θα πήγαιναν οι δύο τους στην πέτρινη στήλη και θα του έλυνε όποιες απορίες είχε.
Πραγματικά ξεκίνησαν και οι δύο νωρίς το πρωί για εκεί. Ο Λορέντζο είχε πάρει και ένα μικρό σακίδιο μαζί του. Όταν έφθασαν στην στήλη ο κένταυρος έδειξε την πέτρα στον μικρό και του ανέφερε, ότι αυτή προκάλεσε την καταστροφή και την ερήμωση της Παραδεισένιας Χώρας. Η πέτρα ανήκε στην Λουρένια και αυτή την είχε δώσει στον Λευκό βασιλιά για να υπερασπιστεί την χώρα από τον Σκοτεινό. Ήταν η δύναμη αυτής της πέτρας που εξόντωσε τον τελευταίο. Ο Λευκός βασιλιάς παραχώρησε μετά την μάχη την Ερντούπολη και ένα μεγάλο μέρος της Παραδεισένιας χώρας, την Δυτική Χαραγκωνία, στην Λουρένια ενώ η Ανατολική Χαραγκωνία παρέμεινε στους κενταύρους που τον είχαν βοηθήσει στην μάχη. Το βόρειο και νότιο τμήμα της Παραδεισένιας Χώρας είχε πολύ πυκνή βλάστηση και ήταν ακατοίκητο. Τα σύνορα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Χαραγκωνίας τα όριζε αυτή η πέτρινη στήλη με την σκοτεινή πέτρα επάνω της.
Όταν έφυγε ο τελευταίος βασιλιάς της χώρας η Λουρένια διέδωσε, ότι δεν ήθελε οι κένταυροι να πηγαίνουν στην δική της περιοχή και όποιος παραβίαζε τους κανόνες θα είχε αυστηρή τιμωρία. Η πέτρα, που ήταν δική της, είχε μαγικές ικανότητες και θα της ανέφερε κάθε παραβίαση
«Γιατί δεν ήθελε τους κενταύρους κοντά της η Λουρένια;» ρώτησε ο μικρός.
« Ο μεγαλύτερος σε ηλικία κένταυρος όταν τέλειωσε η μάχη μεταξύ των δύο βασιλιάδων και είδε πόσοι είχαν σκοτωθεί άδικα, κοίταξε την Λουρένια και της είπε ξεκάθαρα, ότι αυτό ήταν έργο δικό της και ότι εκείνη παρακίνησε τον Σκοτεινό βασιλιά να επιτεθεί και μετά έδωσε την πέτρα στον Λευκό, για να τον εξοντώσει και να επωφεληθεί εκείνη από τα εδάφη του.»
Η Λουρένια λυπήθηκε πάρα πολύ από αυτά τα λόγια και απάντησε, ότι δεν ήθελε να έχει ποτέ πια καμία σχέση με τους κενταύρους. Δεν έδωσε όμως καμία άλλη εξήγηση. Από τότε δεν έχουμε ξανασυναντηθεί.!!
Όταν μάθαμε, ότι μάζευε ορφανά παιδιά από διάφορες περιοχές και τα δίδασκε καταλάβαμε, ότι ετοίμαζε νέους πολίτες για την Δυτική Χαραγκωνία με απώτερο σκοπό ίσως να πάρει κάποτε και την Ανατολική.
Έτσι αποφασίσαμε να οργανωθούμε και εμείς. Όταν φίλοι κένταυροι μας ειδοποίησαν για την επικείμενη έκρηξη ηφαιστείου που θα ακολουθούσε στη χώρα σας, ήλθαμε, για να σας σώσουμε και για να σας ετοιμάσουμε να γίνετε οι αυριανοί πολίτες της Ανατολικής Χαραγκωνίας, ώστε να μη περάσει όλη η χώρα στα χέρια της Λουρένιας. Είναι σίγουρο, ότι εκείνη θα μας έδιωχνε μετά όλους από αυτό το μέρος παρόλο που εδώ είναι η πατρίδα μας.
«Αυτή είναι η αλήθεια Λορέντζο» είπε ο Χειρώνιος.
Ο Λορέντζο τον κοίταξε σκεφτικός και του απάντησε, ότι ίσως ο κένταυρος που μίλησε με αυτόν τον τρόπο για την Λουρένια να είχε άδικο και η Λουρένια να μη υποκίνησε τον Σκοτεινό Βασιλιά. Αν η πέτρα ήταν δική της, γιατί δεν την πήρε μαζί της στην δική της περιοχή, ώστε αν κάποιος της επιτίθετο να μπορούσε να τον νικήσει με αυτήν; Όμως την άφησε στην πέτρινη στήλη όπως της ζήτησε ο Λευκός Βασιλιάς και στέλνει πάντα κάποιον δικό της να την περιποιείται, γιατί εσείς οι κένταυροι δεν τολμάτε να πλησιάσετε εκεί.
Ο Χειρώνιος δεν μιλούσε αλλά καταλάβαινε, ότι τα λόγια του μικρού αγοριού είχαν δόση αλήθειας.
Ξαφνικά ο Λορέντζο πλησίασε ένα σημείο κοντά στους κάκτους όπου υπήρχε ένα άνοιγμα μεταξύ των φύλλων. Έβγαλε ένα μαχαιράκι και έξυσε λίγο την επιφάνεια ενός φύλλου. Αμέσως έτρεξε ένα υγρό και ο Λορέντζο το έβαλε σε ένα μπουκαλάκι. Μετά πέρασε μέσα από το άνοιγμα των φύλλων και βρέθηκε μπροστά από την στήλη. Έβγαλε από το σακίδιο του μια σκοινένια σκάλα με δύο γάντζους στην κορυφή που την είχε φτιάξει μόνος του και αφού την στερέωσε στην πέτρινη στήλη ανέβηκε επάνω.
Φθάνοντας στο τελευταίο σκαλί αντίκρισε την μαύρη πέτρα. Έριξε λίγο υγρό επάνω της και παρατήρησε, ότι αυτό κύλησε γύρω της. Είδε τότε, ότι η πέτρα δεν ήταν μαύρη, γιατί κατά τόπους υπήρχαν κάποια σημεία που γυάλιζαν στο φως. Απλά το μαύρο χρώμα της είχε δημιουργηθεί πιθανότατα σκέφθηκε από την σκόνη του αέρα και το υγρό από τα φύλλα των κάκτων. Τότε ο Λορένζο έβγαλε ένα παγούρι με νερό που είχε πάρει μαζί του και το έριξε στην πέτρα. Μετά την σκούπισε με τα χέρια του και είδε, ότι η σκόνη άρχισε να φεύγει. Έπιασε απαλά την πέτρα και κατέβηκε κάτω. Πέρασε από το άνοιγμα και ζήτησε από τον Χειρώνιο, που είχε μείνει άφωνος με αυτά που έβλεπε, να τον πάει γρήγορα σε ένα ποτάμι. Καλπάζοντας ο κένταυρος τον οδήγησε σε ένα ποτάμι που ήταν λίγο πιο κάτω. Εκεί ο Λορέντζο έπλυνε την πέτρα με το νερό πολύ καλά και σε λίγο όλη η βρωμιά είχε φύγει. Τότε έλαμψε στο φως του ήλιου ένας πανέμορφος κρύσταλλος με λαμπερό χρώμα. Καθώς σκούπιζε την πέτρα ο Λορέντζο με κάτι φύλλα άρχισε να βγαίνει από τον κρύσταλλο μια λεπτή ακτίνα και μπροστά τους παρουσιάστηκε ένα αέρινο πλάσμα που έμοιαζε με μεγάλη γάτα. Είχε ένα αχνογάλαζο χρώμα και μεγάλα φτερά. Τα μάτια της φωσφόριζαν και μιλώντας είπε στον Λορέντζο.
«Είμαι η Αερόγατα η δύναμη του κρυστάλλου. Εμφανίζω κάθε σκέψη για αυτό πρόσεξε τι θα σκεφθείς»
Σκέφτομαι πως έγιναν τα γεγονότα τότε στην μάχη και αν είναι υπεύθυνη η Λουρένια για τον χαμό των πολεμιστών και των κενταύρων είπε ο μικρός.
Τότε μπροστά στα μάτια του Λορέντζου και του κενταύρου ο κρύσταλλος φούσκωσε σαν μπαλόνι και μέσα από τις λαμπερές έδρες του φάνηκαν τα γεγονότα όπως έγιναν τότε. Η Αερόγατα διηγήθηκε:
« Στην Ερντούπολη η βασίλισσα Ολίβια, μητέρα του Σκοτεινού Βασιλιά, τον παρακινούσε να επιτεθεί στην Παραδεισένια Χώρα και να την καταλάβει. Έτσι εκείνος θα γινόταν πανίσχυρος και θα αποκτούσαν αμύθητα πλούτη από τους θησαυρούς που ανήκαν στον Λευκό Βασιλιά. Ο Σκοτεινός ήταν διστακτικός, γιατί γνώριζε, ότι ο Λευκός είχε πολλούς και πιστούς στρατιώτες αλλά και πολλούς κενταύρους που έμεναν στην Ανατολική Χαραγκωνία και που θα πολέμαγαν μαζί του. Τότε η μητέρα του έβγαλε μέσα από ένα πουγκί ένα κρύσταλλο. Τον βλέπεις αυτόν του είπε. Είναι μαγικός. Μέσα του υπάρχει η δύναμη της Αερόγατας που μπορεί και υλοποιεί κάθε σκέψη. Αν ευχηθείς να νικήσεις και να σκοτωθεί ο Λευκός Βασιλιάς έτσι θα γίνει.!!!!!!
Όμως αυτή τη συζήτηση την άκουσε κρυφά η Λουρένια που ήταν η μικρότερη αδελφή του Σκοτεινού και πικράθηκε πολύ, γιατί εκείνη αγαπούσε τον Λευκό και δεν ήθελε να πάθει κανένα κακό. Αργά το βράδυ, όταν όλοι κοιμόντουσαν γλίστρησε εκεί που η μητέρα της είχε κρύψει τον κρύσταλλο και τον πήρε. Συγκέντρωσε την σκέψη της σε αυτόν και η Αερόγατα της είπε να αντικαταστήσει τον μαγικό κρύσταλλο με κάποιον άλλον και να δώσει τον πραγματικό στον Λευκό Βασιλιά. Όμως θα έπρεπε να του τονίσει, ότι δεν επιτρεπόταν ποτέ να ευχηθεί τον θάνατο του Σκοτεινού, γιατί τότε θα έχανε κάθε καλό που είχε μέχρι εκείνη την στιγμή.
Η Λουρένια το έσκασε από την Ερντούπολη πριν ξεκινήσει ο αδελφός της και καλπάζοντας όλη νύχτα έφθασε στο παλάτι στου Λευκού. Εκείνος την υποδέχτηκε με χαρά και όταν έμαθε τον λόγο της επίσκεψης της λυπήθηκε πολύ. Της υποσχέθηκε, ότι θα προσπαθούσε να συνετίσει τον αδελφό της, για να μη χαθούν άδικα ζωές και δεν θα ευχόταν ποτέ τον θάνατο του.
Όταν ο Σκοτεινός τυφλωμένος από την απληστία και τον εγωισμό ήλθε αντιμέτωπος με τον Λευκό έβγαλε επιδεικτικά τον κρύσταλλο ευχόμενος να πεθάνει ο Λευκός και να νικήσει εκείνος.
Ο Λευκός βλέποντας όλους όσους είχαν σκοτωθεί και πληγωθεί σε αυτή την άδικη μάχη έβγαλε τον πραγματικό μαγικό κρύσταλλο που είχε μαζί του και αντί να ζητήσει ειρήνη και συμφιλίωση, όπως του είχε πει η Λουρένια, έχασε για μια στιγμή την αίσθηση της Αγάπης και της Καλοσύνης και ευχήθηκε τον θάνατο του Σκοτεινού. Στην στιγμή ο αντίπαλος του έπεσε κάτω αναίσθητος και ο Λευκός κέρδισε την μάχη. Τότε πέρασαν από τον νου του τα λόγια της Λουρένιας, που τα ξέχασε, και έγινε η αιτία να σκοτωθεί ο αδελφός της.
Ο Λευκός δεν ήθελε να είναι πια βασιλιάς της Παραδεισένιας Χώρας και την μοίρασε μεταξύ των κενταύρων και της Λουρένιας και εκείνος έφυγε για άγνωστη κατεύθυνση. Η Λουρένια θλιμμένη που σκοτώθηκε ο αδελφός της γύρισε στην Ερντούπολη και από τότε ντύθηκε στα μαύρα. Ακόμα και οι μαθητές της φοράνε μαύρα ρούχα Η Ολίβια. όταν έμαθε τον θάνατο του γιού της εξαφανίστηκε για πάντα από την χώρα….»
Εδώ σταμάτησε την διήγηση της η Αερόγατα και αμέσως χώθηκε μέσα στον κρύσταλλο, ο οποίος πήρε το συνηθισμένο του μέγεθος.
Όμως καθώς έκανε να τον πιάσει ο Λορέντζο, ο κρύσταλλος πέταξε και κατευθύνθηκε προς την περιοχή της Λουρένιας.
Σε λίγο η Λουρένια θα γνωρίζει τα πάντα είπε ο Χειρώνιος. Τώρα που ξέρουμε το μυστικό της δεν γνωρίζουμε πως θα αντιδράσει για αυτό πρέπει να προετοιμαστούμε για κάθε ενδεχόμενο. Έτσι ο Λορέντζο μαζί με τον Χειρώνιο πήραν τον δρόμο της επιστροφής σιωπηλοί ο καθένας στην δική του σκέψη .
ΤΕΛΟΣ 1ου ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ
Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΕΤΡΑ (1Ο ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ)
Μια φορά και ένα καιρό σε μια όμορφη πόλη που λεγόταν Πεταλονία βρισκόταν ένα ηφαίστειο!!!
Οι κάτοικοι της περιοχής έβλεπαν συχνά να βγαίνουν φλόγες από τον κρατήρα του και ένοιωθαν πολλές φορές την γη να τρέμει κάτω από τα πόδια τους.
Ένα πρωινό κατέβηκαν από τα κοντινά βουνά κένταυροι – αυτά τα πλάσματα που έχουν ανθρώπινο κεφάλι και σώμα αλόγου- και καλπάζοντας γρήγορα έτρεξαν στη χώρα, για να ειδοποιήσουν τους κατοίκους της, για την έκρηξη του ηφαιστείου που θα ακολουθούσε
Κάποιοι τρόμαξαν με αυτά που άκουσαν αλλά δεν τους πίστεψαν. Οι κένταυροι όμως τους ανέφεραν, ότι θα μπορούσαν να γλιτώσουν τουλάχιστον τα παιδιά τους από την επερχόμενη καταστροφή, αν τα έπαιρναν εκείνοι μαζί τους μακριά από αυτό το μέρος.
Έτσι οι πιο ανοιχτόμυαλοι κάτοικοι τα ανέβασαν στην ράχη των κενταύρων και τους ευχήθηκαν να φύγουν και να πάνε όσο πιο μακριά γινόταν, για να γλιτώσουν από την συμφορά.
Σε λίγα λεπτά ακούστηκε μια δυνατή έκρηξη και όλοι άρχισαν να τρέχουν έντρομοι όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, για να γλιτώσουν από την λάβα που εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα..
Οι κένταυροι που είχαν πάρει τα παιδιά τα οδήγησαν σε ένα μακρινό τόπο που ήταν καταπράσινος και γεμάτος από δάση και άφθονα νερά. και ονομαζόταν «Η Παραδεισένια Χώρα»
Τότε ο αρχηγός των κενταύρων που λεγόταν Χειρώνιος μάζεψε όλα τα παιδιά που ήταν καμιά εικοσαριά και είχαν διάφορες ηλικίες από 6 έως 10 ετών και τους έδειξε πώς να φτιάξουν χορταρένιες καλύβες για να μείνουν. Τους ανέφερε ακόμα, ότι καθημερινά θα τους δίδασκαν πολλά και χρήσιμα πράγματα, ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε κάθε δυσκολία.
Κάποιο παιδί ρώτησε αν θα ξαναέβλεπαν τους δικούς τους αλλά ο Χειρώνιος κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του απάντησε, ότι αυτό ήταν αδύνατο, γιατί η λάβα θα είχε ερημώσει όλη την περιοχή και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είχε μείνει κανένας ζωντανός.
Ο Λορέντζο, αυτός ήταν το παιδί που είχε ρωτήσει, έσκυψε το κεφάλι του και έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό. Ο Χειρώνιος τον κοίταξε και του είπε, ότι έπρεπε να είναι δυνατός και να μη λυπάται, γιατί οι γονείς του ήταν ανοιχτόμυαλοι άνθρωποι και θέλησαν το καλό τους στέλνοντας τα μακριά από τον κίνδυνο. Ο Λορέντζο έσφιξε το χέρια του αδελφού του Μαξ και της αδελφής του Πολυξένης που θα ήταν για αυτόν η οικογένεια του από εδώ και πέρα.
Ο χρόνος κυλούσε όμορφα στην Παραδεισένια Χώρα και τα παιδιά μάθαιναν πολλά πράγματα από τους κενταύρους. Μια ημέρα ο Χειρώνιος τα οδήγησε σε ένα μέρος που ήταν πολύ παράξενο. Δεν υπήρχαν λουλούδια ή άλλα δένδρα τριγύρω παρά μόνο κάτι βράχια και μια ψηλή πέτρινη στήλη που στην κορυφή της βρισκόταν μια στρογγυλή κατάμαυρη πέτρα. Η στήλη ήταν περιφραγμένη από ψηλούς, αγκαθωτούς κάκτους, ώστε όποιος την πλησίαζε και προσπαθούσε να περάσει από αυτούς να πληγωνόταν από τα αγκάθια τους.
Ο Χειρώνιος τους έδειξε την μαύρη πέτρα και τους είπε, ότι αυτή ήταν η Σκοτεινή Πέτρα και αν κάποιος την άγγιζε ήταν καταδικασμένος να περάσει μεγάλες συμφορές, αν κατάφερνε να επιζήσει από το δηλητήριο που είχαν τα αγκάθια των κάκτων. Τους συνέστησε να μένουν μακριά από αυτό το μέρος, για να μη πάθουν κανένα κακό.
«Πως βρέθηκε αυτή η πέτρα εδώ;» ρώτησε ο Λορέντζο. Ο Χειρώνιος απάντησε, ότι πριν πάρα πολλά χρόνια έμενε στην Παραδεισένια Χώρα ο Λευκός Βασιλιάς που είχε την δύναμη του Καλού και της Αγάπης. Η Χώρα ήταν πλούσια και οι κάτοικοι της πολύ ευτυχισμένοι. Η Παραδεισένια Χώρα συνόρευε με την Ερντούπολη όπου έμενε ο Σκοτεινός Βασιλιάς που είχε την δύναμη του Κακού και του Φόβου και οι κάτοικοι της ήταν σκληροί και άπληστοι. Κάποια ημέρα ο Σκοτεινός Βασιλιάς επιτέθηκε στην Παραδεισένια Χώρα για να την καταλάβει. Η μάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή και πολλοί έχασαν την ζωή τους αλλά ο Λευκός Βασιλιάς κατάφερε στο τέλος με την βοήθεια των κενταύρων και μια γυναίκας της Λουρένιας να κλείσει την δύναμη του Σκοτεινού Βασιλιά μέσα σε αυτή την μαύρη πέτρα και έτσι εκείνος έχασε την μάχη. Ο Λευκός Βασιλιάς όμως λυπήθηκε που τόσοι πολλοί έχασαν άδικα την ζωή τους και αποφάσισε να φύγει από αυτό το μέρος για πάντα Όμως προτού φύγει, έφτιαξε αυτή την στήλη, έβαλε επάνω της την μαύρη πέτρα και είπε στους φύλακες κενταύρους να μη την αγγίξει ποτέ κανένας!!!!!!
Αφού τέλειωσε με την διήγηση του ο Χειρώνιος οδήγησε τα παιδιά πάλι πίσω στον καταυλισμό, που είχαν φτιάξει τις καλύβες τους και που ζούσαν όλα μαζί αρμονικά.
Ο Λορέντζο ήταν 8 χρονών και πολύ αναπτυγμένος για την ηλικία του. Ο αδελφός του ο Μαξ ήταν 7 και η Πολυξένη 6. Ο Λορέντζο από την μια χαιρόταν που γλίτωσαν από την λάβα του ηφαιστείου από την άλλη θυμόταν τους γονείς του και ένοιωθε μεγάλη θλίψη που είχαν απομείνει μόνοι τους, για να τα βγάλουν πέρα. Αν κατάφεραν και γλίτωσαν θα τους ξαναέβλεπε ποτέ άραγε;;;
Μια ημέρα αφού τέλειωσε με την εργασία που του είχε βάλει ο Χειρώνιος πήρε τον δρόμο που οδηγούσε στην πέτρινη στήλη. Μια ανεξήγητη δύναμη τον τραβούσε σε αυτό το μέρος.
Φθάνοντας στην περιφραγμένη περιοχή κοίταξε ψηλά και είδε την μαύρη πέτρα να αστράφτει στις ακτίνες του ήλιου. Θυμήθηκε τα λόγια του Χειρώνιου αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο δεν ένοιωθε φόβο. Μήπως όλα αυτά ήταν υπερβολές του κενταύρου σκεφτόταν;; Ξαφνικά άκουσε ένα θόρυβο και γυρνώντας το κεφάλι του είδε ένα κορίτσι με ξανθά μαλλιά και μαύρο φόρεμα να βγαίνει μέσα από τους κάκτους. Όμως δεν την ήξερε, γιατί δεν ήταν κάποιο από τα παιδιά που έμεναν στον καταυλισμό.
Ο Λορέντζο την ρώτησε ποια ήταν και πως βρέθηκε εκεί.
Η κοπέλα απάντησε, ότι λεγόταν Μακέντια και ήταν υπεύθυνη για την φύλαξη και διατήρηση της μαύρης πέτρας. Την είχε φέρει στην Παραδεισένια Χώρα η Λουρένια, όταν έχασε ξαφνικά τους γονείς της. Δεν θυμόταν όμως τίποτα άλλο.
«Γιατί προσέχεις αυτή την πέτρα αφού μόνο συμφορές φέρνει σε όποιον την πιάσει;» Ρώτησε ο Λορέντζο με απορία
Εγώ μπορώ και την πιάνω και την συντηρώ, γιατί μου έχει δοθεί άδεια από την Λουρένια είπε η Μακέντια. Μπορώ και περνάω μέσα από τους κάκτους και με μια μικρή σχοινένια σκάλα ανεβαίνω στην στήλη και ρίχνω από αυτό το μπουκαλάκι ένα υγρό επάνω της. Μετά κατεβαίνω και φεύγω. Μένω από την άλλη πλευρά μαζί με άλλα παιδιά που είμαστε μαθητές της Λουρένιας.
Όλα αυτά έκαναν τον Λορέντζο να απορήσει ακόμα περισσότερο και την ρώτησε αν θα μπορούσε να έλθει κάποια ημέρα να την επισκεφθεί εκεί που έμενε.
Η Μακέντια κούνησε αρνητικά το κεφάλι της και του είπε, ότι η Λουρένια δεν επέτρεπε να μιλάνε ή να δέχονται επισκέψεις από κανένα. Οι κανόνες ήταν αυστηροί και που του μιλούσε ήταν ριψοκίνδυνο για αυτήν.
Φεύγοντας του ανέφερε, ότι σε 3 ημέρες θα ερχόταν πάλι, για να κάνει τις συνηθισμένες της εργασίες. Αν ήταν εκεί, ίσως μπορούσαν να μιλήσουν για λίγο χωρίς όμως να τους δει κάποιος. Δεν θα έπρεπε όμως να αποκαλύψει σε κανένα για αυτήν την συνάντηση τους.
Ο Λορέντζο έγνεψε, ότι θα ερχόταν και δεν θα έλεγε τίποτα σε κανένα.
Πραγματικά σε 3 ημέρες ο Λορέντζο γλίστρησε κρυφά από την καλύβα που έμενε με τα αδέλφια του, χωρίς να τους αναφέρει που πήγαινε, και τράβηξε για την πέτρινη στήλη.
Ήταν μεσημέρι και ο ήλιος ήταν ψηλά, όταν έφθασε εκεί. Κρύφτηκε πίσω από κάτι βράχους και είδε την Μακέντια να κόβει ένα φύλλο από ένα κάκτο και να μαζεύει κάποιο υγρό μέσα σε ένα μπουκαλάκι. Μετά έβγαλε από ένα σακίδιο μια σχοινένια σκάλα που είχε στην κορυφή της δύο γάντζους. Την πέταξε και την στερέωσε επάνω στην στήλη και σκαρφαλώνοντας έριξε το υγρό από το μπουκαλάκι στην μαύρη πέτρα. Όταν εκείνη κατέβηκε από την σκάλα ο Λορέντζο βγήκε από εκεί που ήταν κρυμμένος και την πλησίασε.
Η Μακέντια χάρηκε που τον είδε και τον ρώτησε αν είχε μιλήσει σε κάποιον για αυτή την συνάντηση τους. Ο Λορέντζο κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και την ρώτησε τι γνώριζε για αυτήν την πέτρα.
Εκείνη ανέφερε, ότι υπήρχε γενική απαγόρευση να την αγγίζει κάποιος άλλος εκτός από αυτήν, που την είχε ορίσει φύλακα η Λουρένια Είχε ακούσει, ότι είχε τρομακτική δύναμη και μπορούσε να προκαλέσει απρόβλεπτες καταστάσεις, αν κάποιος παραβίαζε τις εντολές αυτές.
«Μένουν και άλλα άτομα εδώ στην Παραδεισένια χώρα;» ρώτησε ο Λορέντζο
«Εγώ είμαι εδώ από 4 χρονών και δεν έχω δει κανέναν άλλο παρά μόνο τους μαθητές της Λουρένιας. Τώρα είμαι 7 χρονών και από ό,τι έχω μάθει από τα μεγαλύτερα παιδιά, παλαιότερα έμεναν και άλλα άτομα εδώ που όμως τα περισσότερα σκοτώθηκαν σε κάποια μάχη»
Τώρα όμως πρέπει να φύγω του είπε, γιατί δεν θέλω να καθυστερήσω και να κινήσω υποψίες. Έδεσε στα πόδια της ένα ζευγάρι πατίνια και έφυγε βιαστικά προς αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που έμεναν οι κένταυροι με τα παιδιά.
«Θα σε ξαναδώ;» της φώναξε ο Λορέντζο. Όμως η Μακέντια είχε ήδη απομακρυνθεί.
Όταν επέστρεψε στην καλύβα του στον καταυλισμό, βρήκε τον Χειρώνιο να τον περιμένει απέξω.
Τον ρώτησε αυστηρά που είχε πάει και ο Λορέντζο απάντησε, ότι είχε τελειώσει νωρίς την εργασία που του είχε βάλει και σκέφτηκε να κάνει μια βόλτα, για να μάθει την περιοχή.
Ο Κένταυρος τον κοίταξε επίμονα στα μάτια αλλά ο μικρός δεν κατέβασε το βλέμμα του ούτε έδειξε αναστατωμένος. Ο Χειρώνιος του συνέστησε να είναι προσεκτικός, για να μη πάθει κάποιο ατύχημα. Ο Λορέντζο όμως σήκωσε τους ώμους του και απάντησε, ότι έμοιαζαν όλα γύρω τους τόσο ήρεμα και ειρηνικά που δεν έβλεπε τον λόγο της ανησυχίας του.
Ο Χειρώνιος έφυγε από την καλύβα και τράβηξε για το μέρος που έμεναν οι κένταυροι. Γνώριζε όμως με βεβαιότητα, ότι αυτός ο μικρός θα έφερνε μια ημέρα μεγάλη ΑΝΑΤΡΟΠΗ στην Παραδεισένια Χώρα.
Από τότε ο Χειρώνιος ζήτησε από τον κένταυρο Φαραντόμους, να παρακολουθεί τον μικρό Λορέντζο .
Μια ημέρα που έκανε μάθημα ο Χειρώνιος στα παιδιά, τους μιλούσε για τον τόπο που έμεναν και τους έλεγε ότι αυτά θα ήταν κάποτε οι πρώτοι πολίτες του, αφού οι προηγούμενοι κάτοικοι δεν υπήρχαν πια .Μόνο κάποιοι κένταυροι σαν αυτόν ζούσαν επειδή είχαν μεγαλύτερο χρόνο ζωής από τους ανθρώπους.
«Η Λουρένια μένει ακόμα εδώ;» ρώτησε ο Λορέντζο τον κένταυρο.
«Ναι» απάντησε λακωνικά εκείνος.
« Μα δεν την έχουμε δει ποτέ» επέμενε ο μικρός.
«Μένει μακριά από το δικό μας μέρος και δεν έρχεται εδώ» απάντησε ο Χειρώνιος με δυσκολία.
«Μένει μόνη της ή έχει και εκείνη κάποιους μαθητές όπως εσείς οι κένταυροι;» συνέχισε ο Λορέντζο.
Ο Χειρώνιος τον κοίταξε διαπεραστικά και τον ρώτησε τι ήθελε ακριβώς να μάθει.
« Την αλήθεια» είπε με θάρρος ο μικρός.
« Μένουν μαζί της κάποια παιδιά, που και εκείνη τα εκπαιδεύει να γίνουν πολίτες αυτής της χώρας» απάντησε ο Χειρώνιος
« Α πολύ ωραία, ίσως θα μπορούσαμε να πάμε εμείς εκεί, να την επισκεφθούμε και να συζητήσουμε μαζί της για αυτόν τον τόπο» αποκρίθηκε ο Λορέντζο
« Έχει απαγορέψει ρητά να επισκέπτεται ή να πλησιάζει κάποιος την δική της περιοχή» απάντησε ο κένταυρος κοιτώντας αυστηρά τον μικρό.
Αγνοώντας όμως ο Λορέντζο την ματιά του ρώτησε: « Υπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ σας από παλιά και για αυτό μένετε χωριστά;»
« Αρκετά!!» φώναξε δυνατά ο Χειρώνιος. «Σταμάτησε τώρα αμέσως όλες αυτές τις ερωτήσεις, γιατί έχεις ξεπεράσει κάθε όριο»
Ο Λορέντζο κατέβασε το κεφάλι του και δεν ξαναμίλησε αλλά κατάλαβε, ότι κάτι υπήρχε μεταξύ των κενταύρων και της Λουρένιας και ίσως είχε να κάνει με την σκοτεινή πέτρα. Οι Κένταυροι θεωρούσαν αυτήν την πέτρα συμφορά, όμως ήταν η Λουρένια που έστελνε την Μακέντια να την φροντίζει. Ο Λευκός Βασιλιάς την είχε αφήσει στην φροντίδα των κενταύρων αλλά τελικά η Λουρένια είχε αναλάβει να την διατηρεί…. Σκεφτόταν, ότι ίσως δεν ήταν τυχαίο που οι κένταυροι ήλθαν στην χώρα τους λίγο πριν την έκρηξη του ηφαιστείου και πήραν μαζί τους τα παιδιά και τα έφεραν σε αυτή την χώρα. Ίσως υπήρχε κάποιο σχέδιο τους σχετικά με την Λουρένια και ήθελαν οι κένταυροι να δημιουργήσουν δικούς τους μαθητές.
Ο Λορέντζο είχε καταλάβει, ότι ο Φαραντόμους τον κατασκόπευε και απέφευγε να πηγαίνει στην πέτρινη στήλη. Όμως ενώ παρακολουθούσε όλα τα μαθήματα και τις διδασκαλίες των κενταύρων δεν είχε καμία συμμετοχή ούτε σε παιχνίδια ούτε και σε επαφές με τα άλλα παιδιά. Προτιμούσε να μένει μόνος τους ή να μιλάει με τα αδέλφια του αλλά για πολύ λίγο. Έμοιαζε απορροφημένος στις δικές του σκέψεις.
Μια ημέρα τον πλησίασε ο Χειρώνιος και τον ρώτησε, αν του συνέβαινε κάτι.
Ο Λορέντζο τον κοίταξε και του είπε σοβαρά: « Σκέφτομαι, ότι ίσως ήταν καλύτερα να έμενα με τους γονείς μου στην πατρίδα μου και να αντιμετωπίζαμε μαζί την λάβα»
«Δεν χαίρεσαι που είσαι ζωντανός και μένεις με τα αδέλφια σου σε ένα τόσο όμορφο μέρος;» απάντησε έκπληκτος ο Χειρώνιος.
«Μπορεί να είμαι ζωντανός αλλά δεν είμαι ελεύθερος» ανέφερε σκυθρωπά ο Λορέντζο. «Για μένα ζωή σημαίνει ελευθερία, ειδάλλως τι νόημα έχει να είσαι ζωντανός;»
Ο Κένταυρος είχε αρχίσει να νοιώθει περίεργα από τις ερωτήσεις του μικρού, όταν εκείνος τον κοίταξε στα μάτια και του είπε:
«Γνωρίζω, ότι με παρακολουθεί ο Φαραντόμους και αναρωτιέμαι τι φοβάσαι πραγματικά Χειρώνιε; Φοβάσαι μη πάθω κάτι ή μη μάθω αυτό που εσύ και οι άλλοι κένταυροι θέλετε να μας κρύψετε;.»
« Σου λέω λοιπόν, ότι δεν πιστεύω λέξη για την σκοτεινή πέτρα και τις μαγικές της ιδιότητες και όλα αυτά που μας είπες. Σίγουρα κάτι κρύβεται πίσω από όλα αυτά και έχει να κάνει με την Λουρένια και σας τους κενταύρους » είπε θαρρετά ο Λορέντζο.
«Δεν φοβάσαι, ότι αυτά τα λόγια σου μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες;» τον ρώτησε ο Χειρώνιος με αυστηρό ύφος.
« Ναι μπορείς να με τιμωρήσεις» απάντησε ο μικρός αλλά εσύ με ρώτησες και εγώ σου είπα την αλήθεια. Την αλήθεια που εγώ πιστεύω.
«Τι σκοπεύεις να κάνεις λοιπόν;» τον ρώτησε ο κένταυρος.
«Για την ώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα Χειρώνιε . Όμως θα ήθελα πραγματικά να δω από κοντά αυτή την περιβόητη πέτρα. Ίσως καταλάβουμε όλοι, ότι δεν είναι μαγική ή ίσως η Λουρένια να διέδωσε, ότι είναι μαγική μέσα από κάποια μαθήτρια της, για να μας κρατάει μακριά για δικούς της λόγους»
«Συνάντησες λοιπόν την Μακέντια έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο κένταυρος.
Ο Λορέντζο κούνησε το κεφάλι του καταφατικά. Όμως και η Μακέντια δεν θέλει μπλεξίματα με την Λουρένια συνέχισε ο Λορέντζο Φαίνεται τελικά αυτή η γυναίκα έχει όλη την Παραδεισένια Χώρα στο χέρι κατά κάποιο τρόπο, αφού και εσείς οι κένταυροι αποφεύγετε κάθε επαφή μαζί της.
Ο Χειρώνιος δεν μπορούσε να φαντασθεί πως ένα μικρό παιδί μπορούσε να καταλάβει τόσα πολλά πράγματα και κυρίως δεν φοβόταν. Μέσα του ένοιωσε ένα θαυμασμό για τον νεαρό Λορέντζο και αισθάνθηκε, ότι ίσως είχε μπροστά του τον αυριανό αρχηγό της Παραδεισένιας Χώρας.
Έτσι ο κένταυρος κοιτώντας τον με σοβαρότητα του είπε, ότι την επόμενη ημέρα θα πήγαιναν οι δύο τους στην πέτρινη στήλη και θα του έλυνε όποιες απορίες είχε.
Πραγματικά ξεκίνησαν και οι δύο νωρίς το πρωί για εκεί. Ο Λορέντζο είχε πάρει και ένα μικρό σακίδιο μαζί του. Όταν έφθασαν στην στήλη ο κένταυρος έδειξε την πέτρα στον μικρό και του ανέφερε, ότι αυτή προκάλεσε την καταστροφή και την ερήμωση της Παραδεισένιας Χώρας. Η πέτρα ανήκε στην Λουρένια και αυτή την είχε δώσει στον Λευκό βασιλιά για να υπερασπιστεί την χώρα από τον Σκοτεινό. Ήταν η δύναμη αυτής της πέτρας που εξόντωσε τον τελευταίο. Ο Λευκός βασιλιάς παραχώρησε μετά την μάχη την Ερντούπολη και ένα μεγάλο μέρος της Παραδεισένιας χώρας, την Δυτική Χαραγκωνία, στην Λουρένια ενώ η Ανατολική Χαραγκωνία παρέμεινε στους κενταύρους που τον είχαν βοηθήσει στην μάχη. Το βόρειο και νότιο τμήμα της Παραδεισένιας Χώρας είχε πολύ πυκνή βλάστηση και ήταν ακατοίκητο. Τα σύνορα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Χαραγκωνίας τα όριζε αυτή η πέτρινη στήλη με την σκοτεινή πέτρα επάνω της.
Όταν έφυγε ο τελευταίος βασιλιάς της χώρας η Λουρένια διέδωσε, ότι δεν ήθελε οι κένταυροι να πηγαίνουν στην δική της περιοχή και όποιος παραβίαζε τους κανόνες θα είχε αυστηρή τιμωρία. Η πέτρα, που ήταν δική της, είχε μαγικές ικανότητες και θα της ανέφερε κάθε παραβίαση
«Γιατί δεν ήθελε τους κενταύρους κοντά της η Λουρένια;» ρώτησε ο μικρός.
« Ο μεγαλύτερος σε ηλικία κένταυρος όταν τέλειωσε η μάχη μεταξύ των δύο βασιλιάδων και είδε πόσοι είχαν σκοτωθεί άδικα, κοίταξε την Λουρένια και της είπε ξεκάθαρα, ότι αυτό ήταν έργο δικό της και ότι εκείνη παρακίνησε τον Σκοτεινό βασιλιά να επιτεθεί και μετά έδωσε την πέτρα στον Λευκό, για να τον εξοντώσει και να επωφεληθεί εκείνη από τα εδάφη του.»
Η Λουρένια λυπήθηκε πάρα πολύ από αυτά τα λόγια και απάντησε, ότι δεν ήθελε να έχει ποτέ πια καμία σχέση με τους κενταύρους. Δεν έδωσε όμως καμία άλλη εξήγηση. Από τότε δεν έχουμε ξανασυναντηθεί.!!
Όταν μάθαμε, ότι μάζευε ορφανά παιδιά από διάφορες περιοχές και τα δίδασκε καταλάβαμε, ότι ετοίμαζε νέους πολίτες για την Δυτική Χαραγκωνία με απώτερο σκοπό ίσως να πάρει κάποτε και την Ανατολική.
Έτσι αποφασίσαμε να οργανωθούμε και εμείς. Όταν φίλοι κένταυροι μας ειδοποίησαν για την επικείμενη έκρηξη ηφαιστείου που θα ακολουθούσε στη χώρα σας, ήλθαμε, για να σας σώσουμε και για να σας ετοιμάσουμε να γίνετε οι αυριανοί πολίτες της Ανατολικής Χαραγκωνίας, ώστε να μη περάσει όλη η χώρα στα χέρια της Λουρένιας. Είναι σίγουρο, ότι εκείνη θα μας έδιωχνε μετά όλους από αυτό το μέρος παρόλο που εδώ είναι η πατρίδα μας.
«Αυτή είναι η αλήθεια Λορέντζο» είπε ο Χειρώνιος.
Ο Λορέντζο τον κοίταξε σκεφτικός και του απάντησε, ότι ίσως ο κένταυρος που μίλησε με αυτόν τον τρόπο για την Λουρένια να είχε άδικο και η Λουρένια να μη υποκίνησε τον Σκοτεινό Βασιλιά. Αν η πέτρα ήταν δική της, γιατί δεν την πήρε μαζί της στην δική της περιοχή, ώστε αν κάποιος της επιτίθετο να μπορούσε να τον νικήσει με αυτήν; Όμως την άφησε στην πέτρινη στήλη όπως της ζήτησε ο Λευκός Βασιλιάς και στέλνει πάντα κάποιον δικό της να την περιποιείται, γιατί εσείς οι κένταυροι δεν τολμάτε να πλησιάσετε εκεί.
Ο Χειρώνιος δεν μιλούσε αλλά καταλάβαινε, ότι τα λόγια του μικρού αγοριού είχαν δόση αλήθειας.
Ξαφνικά ο Λορέντζο πλησίασε ένα σημείο κοντά στους κάκτους όπου υπήρχε ένα άνοιγμα μεταξύ των φύλλων. Έβγαλε ένα μαχαιράκι και έξυσε λίγο την επιφάνεια ενός φύλλου. Αμέσως έτρεξε ένα υγρό και ο Λορέντζο το έβαλε σε ένα μπουκαλάκι. Μετά πέρασε μέσα από το άνοιγμα των φύλλων και βρέθηκε μπροστά από την στήλη. Έβγαλε από το σακίδιο του μια σκοινένια σκάλα με δύο γάντζους στην κορυφή που την είχε φτιάξει μόνος του και αφού την στερέωσε στην πέτρινη στήλη ανέβηκε επάνω.
Φθάνοντας στο τελευταίο σκαλί αντίκρισε την μαύρη πέτρα. Έριξε λίγο υγρό επάνω της και παρατήρησε, ότι αυτό κύλησε γύρω της. Είδε τότε, ότι η πέτρα δεν ήταν μαύρη, γιατί κατά τόπους υπήρχαν κάποια σημεία που γυάλιζαν στο φως. Απλά το μαύρο χρώμα της είχε δημιουργηθεί πιθανότατα σκέφθηκε από την σκόνη του αέρα και το υγρό από τα φύλλα των κάκτων. Τότε ο Λορένζο έβγαλε ένα παγούρι με νερό που είχε πάρει μαζί του και το έριξε στην πέτρα. Μετά την σκούπισε με τα χέρια του και είδε, ότι η σκόνη άρχισε να φεύγει. Έπιασε απαλά την πέτρα και κατέβηκε κάτω. Πέρασε από το άνοιγμα και ζήτησε από τον Χειρώνιο, που είχε μείνει άφωνος με αυτά που έβλεπε, να τον πάει γρήγορα σε ένα ποτάμι. Καλπάζοντας ο κένταυρος τον οδήγησε σε ένα ποτάμι που ήταν λίγο πιο κάτω. Εκεί ο Λορέντζο έπλυνε την πέτρα με το νερό πολύ καλά και σε λίγο όλη η βρωμιά είχε φύγει. Τότε έλαμψε στο φως του ήλιου ένας πανέμορφος κρύσταλλος με λαμπερό χρώμα. Καθώς σκούπιζε την πέτρα ο Λορέντζο με κάτι φύλλα άρχισε να βγαίνει από τον κρύσταλλο μια λεπτή ακτίνα και μπροστά τους παρουσιάστηκε ένα αέρινο πλάσμα που έμοιαζε με μεγάλη γάτα. Είχε ένα αχνογάλαζο χρώμα και μεγάλα φτερά. Τα μάτια της φωσφόριζαν και μιλώντας είπε στον Λορέντζο.
«Είμαι η Αερόγατα η δύναμη του κρυστάλλου. Εμφανίζω κάθε σκέψη για αυτό πρόσεξε τι θα σκεφθείς»
Σκέφτομαι πως έγιναν τα γεγονότα τότε στην μάχη και αν είναι υπεύθυνη η Λουρένια για τον χαμό των πολεμιστών και των κενταύρων είπε ο μικρός.
Τότε μπροστά στα μάτια του Λορέντζου και του κενταύρου ο κρύσταλλος φούσκωσε σαν μπαλόνι και μέσα από τις λαμπερές έδρες του φάνηκαν τα γεγονότα όπως έγιναν τότε. Η Αερόγατα διηγήθηκε:
« Στην Ερντούπολη η βασίλισσα Ολίβια, μητέρα του Σκοτεινού Βασιλιά, τον παρακινούσε να επιτεθεί στην Παραδεισένια Χώρα και να την καταλάβει. Έτσι εκείνος θα γινόταν πανίσχυρος και θα αποκτούσαν αμύθητα πλούτη από τους θησαυρούς που ανήκαν στον Λευκό Βασιλιά. Ο Σκοτεινός ήταν διστακτικός, γιατί γνώριζε, ότι ο Λευκός είχε πολλούς και πιστούς στρατιώτες αλλά και πολλούς κενταύρους που έμεναν στην Ανατολική Χαραγκωνία και που θα πολέμαγαν μαζί του. Τότε η μητέρα του έβγαλε μέσα από ένα πουγκί ένα κρύσταλλο. Τον βλέπεις αυτόν του είπε. Είναι μαγικός. Μέσα του υπάρχει η δύναμη της Αερόγατας που μπορεί και υλοποιεί κάθε σκέψη. Αν ευχηθείς να νικήσεις και να σκοτωθεί ο Λευκός Βασιλιάς έτσι θα γίνει.!!!!!!
Όμως αυτή τη συζήτηση την άκουσε κρυφά η Λουρένια που ήταν η μικρότερη αδελφή του Σκοτεινού και πικράθηκε πολύ, γιατί εκείνη αγαπούσε τον Λευκό και δεν ήθελε να πάθει κανένα κακό. Αργά το βράδυ, όταν όλοι κοιμόντουσαν γλίστρησε εκεί που η μητέρα της είχε κρύψει τον κρύσταλλο και τον πήρε. Συγκέντρωσε την σκέψη της σε αυτόν και η Αερόγατα της είπε να αντικαταστήσει τον μαγικό κρύσταλλο με κάποιον άλλον και να δώσει τον πραγματικό στον Λευκό Βασιλιά. Όμως θα έπρεπε να του τονίσει, ότι δεν επιτρεπόταν ποτέ να ευχηθεί τον θάνατο του Σκοτεινού, γιατί τότε θα έχανε κάθε καλό που είχε μέχρι εκείνη την στιγμή.
Η Λουρένια το έσκασε από την Ερντούπολη πριν ξεκινήσει ο αδελφός της και καλπάζοντας όλη νύχτα έφθασε στο παλάτι στου Λευκού. Εκείνος την υποδέχτηκε με χαρά και όταν έμαθε τον λόγο της επίσκεψης της λυπήθηκε πολύ. Της υποσχέθηκε, ότι θα προσπαθούσε να συνετίσει τον αδελφό της, για να μη χαθούν άδικα ζωές και δεν θα ευχόταν ποτέ τον θάνατο του.
Όταν ο Σκοτεινός τυφλωμένος από την απληστία και τον εγωισμό ήλθε αντιμέτωπος με τον Λευκό έβγαλε επιδεικτικά τον κρύσταλλο ευχόμενος να πεθάνει ο Λευκός και να νικήσει εκείνος.
Ο Λευκός βλέποντας όλους όσους είχαν σκοτωθεί και πληγωθεί σε αυτή την άδικη μάχη έβγαλε τον πραγματικό μαγικό κρύσταλλο που είχε μαζί του και αντί να ζητήσει ειρήνη και συμφιλίωση, όπως του είχε πει η Λουρένια, έχασε για μια στιγμή την αίσθηση της Αγάπης και της Καλοσύνης και ευχήθηκε τον θάνατο του Σκοτεινού. Στην στιγμή ο αντίπαλος του έπεσε κάτω αναίσθητος και ο Λευκός κέρδισε την μάχη. Τότε πέρασαν από τον νου του τα λόγια της Λουρένιας, που τα ξέχασε, και έγινε η αιτία να σκοτωθεί ο αδελφός της.
Ο Λευκός δεν ήθελε να είναι πια βασιλιάς της Παραδεισένιας Χώρας και την μοίρασε μεταξύ των κενταύρων και της Λουρένιας και εκείνος έφυγε για άγνωστη κατεύθυνση. Η Λουρένια θλιμμένη που σκοτώθηκε ο αδελφός της γύρισε στην Ερντούπολη και από τότε ντύθηκε στα μαύρα. Ακόμα και οι μαθητές της φοράνε μαύρα ρούχα Η Ολίβια. όταν έμαθε τον θάνατο του γιού της εξαφανίστηκε για πάντα από την χώρα….»
Εδώ σταμάτησε την διήγηση της η Αερόγατα και αμέσως χώθηκε μέσα στον κρύσταλλο, ο οποίος πήρε το συνηθισμένο του μέγεθος.
Όμως καθώς έκανε να τον πιάσει ο Λορέντζο, ο κρύσταλλος πέταξε και κατευθύνθηκε προς την περιοχή της Λουρένιας.
Σε λίγο η Λουρένια θα γνωρίζει τα πάντα είπε ο Χειρώνιος. Τώρα που ξέρουμε το μυστικό της δεν γνωρίζουμε πως θα αντιδράσει για αυτό πρέπει να προετοιμαστούμε για κάθε ενδεχόμενο. Έτσι ο Λορέντζο μαζί με τον Χειρώνιο πήραν τον δρόμο της επιστροφής σιωπηλοί ο καθένας στην δική του σκέψη .
ΤΕΛΟΣ 1ου ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ
Η Ευγνωμοσύνη δονεί κάθε κύτταρο μου !!!
- CHRYSSOULA
- Δημοσιεύσεις: 922
- Εγγραφή: 04 Σεπ 2008 9:43 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Φίλοι μου
Αυτό το παραμύθι γράφτηκε στα χρόνια της παιδικής ηλικίας του Φόρουμ και δίσταζα να το δημοσιεύσω, γιατί ο τρόπος γραφής των επόμενων παραμυθιών ήταν με μια πιο ενήλικη γραφή. Όμως η αθωότητα , η γενναιότητα και η γλυκύτητα των ηρώων με συγκίνησαν και το αποφάσισα λαμβάνοντας υπόψη και κάποιες συγκυρίες που συνέπεσαν αυτήν την περίοδο.

Αυτό το παραμύθι γράφτηκε στα χρόνια της παιδικής ηλικίας του Φόρουμ και δίσταζα να το δημοσιεύσω, γιατί ο τρόπος γραφής των επόμενων παραμυθιών ήταν με μια πιο ενήλικη γραφή. Όμως η αθωότητα , η γενναιότητα και η γλυκύτητα των ηρώων με συγκίνησαν και το αποφάσισα λαμβάνοντας υπόψη και κάποιες συγκυρίες που συνέπεσαν αυτήν την περίοδο.


Η Ευγνωμοσύνη δονεί κάθε κύτταρο μου !!!
- CHRYSSOULA
- Δημοσιεύσεις: 922
- Εγγραφή: 04 Σεπ 2008 9:43 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ήδη το είχα αναφέρει το 2016 σε post άλλου παραμυθιού αλλά δεν θέλησα τότε να το δημοσιεύσω.
CHRYSSOULA έγραψε: ↑08 Μάιος 2016 6:12 pm Τα παραμύθια από την στιγμή που τα ανέβασα δεν μου ανήκουν...είναι πια μέρος του Κόσμου και δεν εννοώ φυσικά την μάζα αλλά την Ροή. Έτσι εκείνη" θα θελήσει" τι θα συμβεί με αυτά.... Η συγγραφέας του Harry Potter έκανε τους ήρωες της γνωστούς όταν αυτοί έγιναν ταινία...Το ίδιο και με τους άλλους παραμυθάδες. ...Για όλα υπάρχει η σωστή στιγμή για την εξέλιξη τους. Η Φαντασία τα εκδήλωσε, Εκείνη θα φροντίσει και για τα περαιτέρω.!!!!!!!
Εγώ για την ώρα μετά τις εκκλησιαστικές συνωμοσίες θα σας μιλήσω για το προσεχές παραμύθι που εκτυλίσσεται σε 4 επεισόδια λέγεται Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ και έχει ήρωες πολλά παιδιά που αναλαμβάνουν με θάρρος δύσκολες καταστάσεις ,προσαρμόζονται στο καινούργιο που τους ανοίγεται κάθε φορά και προπαντός αντιμετωπίζουν την μαγεία ή κάθε μαγικό με απαράμιλλη παιδική αθωότητα χωρίς η μαγεία να γίνεται αυτοσκοπός...
Η ιστορία εκτυλίσσεται σε μια χώρα που καταστρέφεται από έκρηξη ηφαιστείου και Κένταυροι σώζουν τα παιδιά από την θανατηφόρα λάβα μεταφέροντας τα στην Παραδεισένια Χώρα που έχει μοιρασθεί στα δύο μετά την μάχη μεταξύ του Λευκού και του Σκοτεινού Βασιλιά. 'Όμως τίποτα δεν είναι εύκολο ούτε εκεί και χρειάζονται πολλές αλλαγές όχι μόνο στον τρόπο ζωής αλλά και στις αντιλήψεις..
Ένα μικρό trailer από τα προσεχώς....
![]()
![]()
![]()
![]()
Η Ευγνωμοσύνη δονεί κάθε κύτταρο μου !!!
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Άντε, πάμε για το επόμενο κεφάλαιο
Χρυσούλα




Χρυσούλα


Αν ο Θεός είναι η πρωταρχική Αιτία η Αγάπη θα είναι το αποτέλεσμα
Πατέρα μου/Μητέρα μου, είναι παιδί της Αλήθειας και μόνο αυτή είναι ο δρόμος ο δικός μου προς εσένα
Πολέμα και Οραματίσου
Πατέρα μου/Μητέρα μου, είναι παιδί της Αλήθειας και μόνο αυτή είναι ο δρόμος ο δικός μου προς εσένα
Πολέμα και Οραματίσου
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Πολύ ωραίο το πρώτο κεφάλαιο. Ανυπομονώ για το επόμενο




Ας ξεκινήσουμε να αγαπάμε, κι ας μην ξέρουμε ακόμα καλά τον τρόπο... 

Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Πολύ όμορφο Χρυσουλιτσα μου , ευχαριστούμε
Περιμένω τα επόμενα





Περιμένω τα επόμενα

Γι' αυτό που πολεμάς είναι μόνο η εξέλιξή σου...Εκεί στον κάθετο άξονα...γιατί όταν αυτός ολοκληρωθεί, ο πόλεμος μετά, στον οριζόντιο, γίνεται αρμονία, ειρήνη και πληρότητα
__________________________________________________________
Πολέμα και Οραματίσου
__________________________________________________________
Πολέμα και Οραματίσου
- Δεκατριούλης
- Δημοσιεύσεις: 4781
- Εγγραφή: 29 Ιαν 2011 1:10 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Yπεροχο Χρυσούλα μου!!! Ευχαριστούμε πολύ!!
Οσο γι'αυτό :'Όμως τίποτα δεν είναι εύκολο ούτε εκεί και χρειάζονται πολλές αλλαγές όχι μόνο στον τρόπο ζωής αλλά και στις αντιλήψεις..." τι να πω;
Πιο επικαιρο με βάση τις τελευταίες συζητήσεις δεν θα μπορούσε να ειναι. Το Συμπαν ή κατι θελει να μας πει ή μας κανει πλάκα. 'Η και τα δύο

Οσο γι'αυτό :'Όμως τίποτα δεν είναι εύκολο ούτε εκεί και χρειάζονται πολλές αλλαγές όχι μόνο στον τρόπο ζωής αλλά και στις αντιλήψεις..." τι να πω;
Πιο επικαιρο με βάση τις τελευταίες συζητήσεις δεν θα μπορούσε να ειναι. Το Συμπαν ή κατι θελει να μας πει ή μας κανει πλάκα. 'Η και τα δύο




Ας αφησουμε την κριτική για τους ανθρώπους γύρω μας και ας ακολουθησουμε τον δρόμο που δείχνει η καρδιά μας.
- CHRYSSOULA
- Δημοσιεύσεις: 922
- Εγγραφή: 04 Σεπ 2008 9:43 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Και να φανταστείς Παναγιώτη αυτό το παραμυθάκι επειδή όταν γράφτηκε ήταν μιας άλλης χρονικής περιόδου δεν ήθελα να το δημοσιεύσω γιατί το θεωρούσα παιδικό!!
Ναι;;;;,
Όμως η Φαντασία ανήκει στο Άχρονο και όσα μου έχει υπαγορεύσει είναι διαχρονικά.
Θα φανεί και στην συνέχεια !!
Οι συγκυρίες, γιατί δεν πιστεύω στις συμπτώσεις, είναι εκείνες που σου δείχνουν πως να ενεργήσεις!!
Το πρωινό σου post με τις "λευκές παπαρούνες" ήταν καθοριστικό. !!

Ναι;;;;,
Όμως η Φαντασία ανήκει στο Άχρονο και όσα μου έχει υπαγορεύσει είναι διαχρονικά.
Θα φανεί και στην συνέχεια !!
Οι συγκυρίες, γιατί δεν πιστεύω στις συμπτώσεις, είναι εκείνες που σου δείχνουν πως να ενεργήσεις!!
Το πρωινό σου post με τις "λευκές παπαρούνες" ήταν καθοριστικό. !!




Η Ευγνωμοσύνη δονεί κάθε κύτταρο μου !!!
- Δεκατριούλης
- Δημοσιεύσεις: 4781
- Εγγραφή: 29 Ιαν 2011 1:10 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Eγώ πάντως δηλώνω ότι ενθουσιαζομαι όταν έχουν "παιδικότητα" μέσα τα παραμυθια!!!
Οσό για τις λευκές παπαρούνες είναι υπέροχες, πρώτη φορά είδα, γι' αυτό έβαλα τις φωτογραφίες στο φβ.
Πόσο όμορφα μπορεί να συνδέονται τα πράγματα Χρυσούλα



Οσό για τις λευκές παπαρούνες είναι υπέροχες, πρώτη φορά είδα, γι' αυτό έβαλα τις φωτογραφίες στο φβ.
Πόσο όμορφα μπορεί να συνδέονται τα πράγματα Χρυσούλα



Ας αφησουμε την κριτική για τους ανθρώπους γύρω μας και ας ακολουθησουμε τον δρόμο που δείχνει η καρδιά μας.
- CHRYSSOULA
- Δημοσιεύσεις: 922
- Εγγραφή: 04 Σεπ 2008 9:43 pm
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Οι συγκυρίες είναι απίστευτες!!!
Όπως και το παραπάνω παραμυθάκι που στην πορεία δείχνει πολλά!!!!!

Όπως και το παραπάνω παραμυθάκι που στην πορεία δείχνει πολλά!!!!!


Η Ευγνωμοσύνη δονεί κάθε κύτταρο μου !!!
Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Πολύ Όμορφο Χρυσουλίτσα μας
Ευχαριστούμε που το δημοσίευσες!!!
Αναμένουμε την συνέχεια

Αναμένουμε την συνέχεια

Η μόνη βεβαιότητα που μπορείς να έχεις στην ζωή σου είναι μόνο μέσα στην Πίστη, πως ό,τι έρθει, πάντα το Πνεύμα θα δρα εντός σου... Η καρδιά φωτίζει τον σκοτεινό δρόμο της ζωής... Β.Ν. 

Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1



Τι όμορφο, ευχαριστούμε Χρυσουλίτσα




(περιμένουμε και την συνέχεια, ε...

Πολέμα και Οραματίσου
Ανοίγω την Καρδιά μου στον Θεό.

Ανοίγω την Καρδιά μου στον Θεό.

Re: Η ΠΑΡΑΔΕΙΣΕΝΙΑ ΧΩΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
καλέ άντεεεε


H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι