Μια φορά και ένα καιρό υπήρχε ένα μεγάλο καταπράσινο λιβάδι. Μέσα σε αυτό το λιβάδι έτρεχε γάργαρο νερό από ένα ρυάκι και γύρω του μαζευόντουσαν πολλά ζώα για να πιουν. Αυτό το όμορφο λιβάδι ήταν υπό την προστασία μιας καλής νεράιδας που λεγόταν Πολυθέα.!!!

Η Πολυθέα συνομιλούσε με τα ζώα και να τους διηγιόταν όμορφες ιστορίες για αγάπη, αλληλοβοήθεια, θάρρος.

Κάποια ζώα την άκουγαν με προσοχή, υπήρχαν όμως και άλλα που ήταν αδιάφορα και επέμεναν, ότι μέσα στο λιβάδι ήταν όλα όμορφα και ειρηνικά αλλά έξω από αυτό υπήρχαν ζώα που παραμόνευαν για να πιάσουν άλλα και να τα σκοτώσουν.
Δεν υπήρχε καθόλου αγάπη από την μεριά τους, ούτε αλληλοβοήθεια. Αντίθετα τα μεγαλύτερα ζώα παραμόνευαν για να επιτεθούν σε άλλα μικρότερα, όταν θα τα έβρισκαν σε στιγμή ύπνου ή αδυναμίας.

Τότε η Πολυθέα με μια κίνηση του χεριού της έβγαλε ένα μπουκαλάκι από την καρδιά της και πλησίασε και το έριξε μέσα στο ρυάκι. Αυτό είναι ένα πολύ δυνατό φίλτρο τους είπε. Είναι το φίλτρο της αδελφοσύνης!! Όποιος πιει νερό από αυτό το ρυάκι δεν θα πρέπει να φοβάται τίποτα πια. Θα έχει δύναμη, θάρρος και προπαντός μεγάλη καρδιά, ώστε να αγαπά όλα τα ζώα.

Τα ζώα άρχισαν να χοροπηδούν από χαρά και έτρεξαν όλα να πιουν νερό από το ρυάκι. Σε λίγο τα λιοντάρια αγκαλιάζονταν και γελούσαν με τους λαγούς, τα φίδια με τις σαύρες οι αλεπούδες με τις χήνες και ήταν όλα πολύ ευτυχισμένα και αγαπημένα
Μόνο ένα ζώο δεν πλησίασε στο ρυάκι αλλά έμεινε μακριά. Ήταν ένας Μαύρος Λύκος με αστραφτερά μάτια.!!!!

Η Πολυθέα τον κοίταξε και τον ρώτησε: « Δεν θέλεις λοιπόν Μαύρε Λύκε να ανήκεις και συ σε αυτή την μεγάλη οικογένεια αγάπης και χαράς χωρίς φόβους και ανησυχίες;;;»
Ο Μαύρος Λύκος κούνησε το κεφάλι του σκεπτικός και απάντησε: « Τι θα γίνει Πολυθέα μόλις περάσει η επιρροή του φίλτρου;; Τώρα αγκαλιάζονται και γελούν, όμως όταν πεινάσουν τι θα κάνουν;; Θα φάνε τα λιοντάρια γρασίδι από το λιβάδι ;; Δεν θα επιτεθούν στους λαγούς και στα άλλα ζώα που τώρα αγκαλιάζουν για να χορτάσουν την πείνα τους;;Αφού η φύση τους είναι να τρώνε κρέας πως θα το πολεμήσουν αυτό;;;
Τα ζώα που βρίσκονται σε αυτό το λιβάδι απάντησε η Πολυθέα είναι υπό την προστασία μου και αφού ήπιαν από το φίλτρο της αδελφοσύνης δεν πρόκειται να πειράξουν ποτέ το ένα το άλλο. Αν συμβεί κάτι τέτοιο αυτό το ζώο που θα επιτεθεί σε κάποιο άλλο θα φύγει αμέσως από εδώ και θα οδηγηθεί σε ένα άλλο μέρος όπου θα μπορεί να επιλέξει να ζήσει όπως θέλει και να τρώει ό,τι θέλει!!!
Εσύ, παραδείγματος χάρη, αφού αποφάσισες να μη πιεις από το μαγικό φίλτρο μπορείς να φύγεις από εδώ και να συνεχίσεις την ζωή σου, όπως θέλεις. Δεν μπορείς όμως να πειράξεις ούτε τρίχα από τα ζώα που βρίσκονται εδώ γιατί θα τιμωρηθείς αυστηρά!!!
Ο Μαύρος Λύκος απάντησε: « Αποφάσισα να μείνω εδώ. Όταν επιθυμώ τροφή θα πηγαίνω αλλού και δεν θα πειράξω τα ζώα αυτού του λιβαδιού. Ο λόγος που θέλω να μείνω είναι για να δω αν μπορούμε να ζήσουμε όλοι μαζί χωρίς να μας επηρεάζει το ένστικτό μας. Αν πραγματικά μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο μεταξύ μας τότε θα πιω από το νερό αυτού του ρυακιού και θα αλλάξω τις συνήθειες που έχω μέχρι τώρα»
Η Πολυθέα του έδωσε άδεια να μείνει και εκείνη πέταξε και χάθηκε μέσα στα σύννεφα !!!!
Έτσι τα ζώα συνέχισαν την ζωή τους μέσα στο λιβάδι με αγάπη και αρμονία. Έτρωγαν καρπούς, φύλλα και σπόρους που υπήρχαν εκεί σε αφθονία. Κανένα πια δεν ήθελε να φάει το άλλο.
Μάλιστα και άλλα ζώα από άλλα μέρη είχαν μάθει για την μικρή αυτή οικογένεια και ερχόντουσαν στο λιβάδι. Ένα λιοντάρι και μια λιονταρίνα οδηγούσαν τους καινούργιους στο ρυάκι με το μαγικό φίλτρο της Πολυθέας και τους εξηγούσαν τους κανόνες για να μείνουν μαζί τους. Η οικογένεια των ζώων άρχισε να μεγαλώνει…
Ο Μαύρος Λύκος παρατηρούσε τι γινόταν και σκεφτόταν, ότι σε λίγο που δεν θα είχαν να φάνε θα στρεφόντουσαν ο ένας κατά του άλλου. Ο ίδιος μάλιστα αναγκαζόταν να τρέχει μεγάλες αποστάσεις για να πιάσει κάποιο ζώο, γιατί τα περισσότερα είχαν πάει στο λιβάδι και δεν εύρισκε πια τροφή. Αντίθετα όμως στο λιβάδι υπήρχε αφθονία, γιατί η φύση έδινε συνεχώς καρπούς για όλους….
Κάποια ζώα που μεγάλωναν και πέθαιναν τα μετέφεραν μακριά από τα δικό τους μέρος. Τα σκέπαζαν με φύλλα και τα άφηναν να αναπαυθούν στην φύση…..
Έτσι περνούσαν οι ημέρες και ο Μαύρος Λύκος γινόταν πολύ ανήσυχος!!!!!
Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό σκεφτόταν. !!! Κάτι πρέπει να κάνω, για να σταματήσει αυτή η κατάσταση… Όμως πρέπει να δράσω με πονηριά, γιατί αν με πάρουν χαμπάρι θα έχω άσχημα ξεμπερδέματα!!!
Ένα πρωινό, όπως ήταν κρυμμένος πίσω από κάτι θάμνους, είδε να πλησιάζει αμέριμνα ένας λαγός . Πήγαινε να πιεί νερό από το ρυάκι.

Τότε μια ιδέα άστραψε στο μυαλό του λύκου. Πήρε μια πέτρα από κάτω με το στόμα του και την πέταξε με δύναμη στο κεφάλι του λαγού. Το ζώο ζαλίστηκε και έπεσε λιπόθυμο κάτω. Ο Μαύρος Λύκος πλησίασε τον σήκωσε απαλά με το στόμα του, προσέχοντας να μη τον τρυπήσει με τα δόντια του, και τράβηξε για το μέρος που ήταν μαζεμένα τα λιοντάρια.
Είδε τότε, ότι μια λιονταρίνα ήταν ετοιμόγεννη και κοιμόταν σε κάτι θάμνους.

Πλησίασε αθόρυβα ακούμπησε τον λαγό κοντά της και πιάνοντας το πόδι της σιγά- σιγά έμπηξε με δύναμη τα νύχια της στο λαιμό του ζαλισμένου λαγού. Μετά απομακρύνθηκε και κρύφτηκε πίσω από κάτι βράχους για να δει τι θα γινόταν……
Ύστερα από λίγο ξύπνησε η Λιονταρίνα και κάνοντας να σηκωθεί είδε τα νύχια της γεμάτα αίμα. Τότε πρόσεξε, ότι κοντά της ήταν ένας λαγός και αίμα έτρεχε από τον λαιμό του. Το ζώο είχε πεθάνει.
Η λιονταρίνα για ένα λεπτό δεν μπορούσε να μιλήσει. Κοίταζε τα νύχια της και μετά τον λαιμό του ζώου και δεν μπορούσε να πιστέψει, ότι αυτή είχε πνίξει ένα ζώο από το λιβάδι. Έβγαλε μια δυνατή κραυγή που έμοιαζε με παράπονο και σε λίγο εμφανίστηκε μπροστά της ο σύντροφος της. Εκείνη του έδειξε το νεκρό ζώο και μετά τα νύχια της.
«Πως έγινε αυτό του είπε;;;» «Δεν έκανα βήμα από εδώ.. Κοιμόμουνα βαθιά»
Το λιοντάρι έβγαλε ένα μουγκρητό και σε λίγο και άλλα λιοντάρια άρχισαν να μαζεύονται γύρω τους. Τους έδειξε το σκοτωμένο ζώο και τους ρώτησε εάν είχε δει κάποιος κάτι ή μπορούσε να δώσει κάποια εξήγηση σχετικά με αυτό το γεγονός.
Όλα κοιτούσαν έντρομα το πνιγμένο ζώο. Τι θα γινόταν τώρα?? Οι κανόνες ήταν αυστηροί. Η λιονταρίνα θα έπρεπε να οδηγηθεί μακριά τους, ειδάλλως κινδύνευε όλη η οικογένεια του λιβαδιού.
Η Λιονταρίνα με ένα λυγμό είπε, ότι δεν το έκανε αυτή αλλά δεν μπορούσε και να εξηγήσει πως βρέθηκε το ζώο δίπλα της πνιγμένο από τα νύχια της. Κάποιο λιοντάρι πρότεινε να πουν, ότι το ζώο πέθανε μόνο του και να το πάνε εκεί που πήγαιναν και τα άλλα ζώα, όταν πέθαιναν. Αφού δεν το έκανε αυτή, ας έμενε μεταξύ τους.
Μόλις άκουσε κάτι τέτοιο ο Μαύρος Λύκος, έτρεξε μέσα στο λιβάδι στην φωλιά των λαγών και τους ανακοίνωσε, ότι άκουσε τυχαία, όπως περνούσε από την φωλιά των λιονταριών, ότι μια λιονταρίνα έπνιξε ένα λαγό. Μάλιστα θα τον μετέφεραν στο μέρος που έθαβαν τα ζώα όταν πέθαιναν.
Όλη η οικογένεια των λαγών αναστατώθηκε με αυτά που τους είπε ο Μαύρος Λύκος και ξεκίνησαν όλοι μαζί για την φωλιά των λιονταριών, για να μάθουν τι ακριβώς έγινε!!!

Ο Μαύρος Λύκος έτριβε τα χέρια του από χαρά.. Επιτέλους τώρα τα πράγματα θα γινόντουσαν όπως παλιά.
.
Τα λιοντάρια δεν θα δεχόντουσαν, ότι παραβήκανε τους κανονισμούς του λιβαδιού και οι λαγοί θα ζητούσαν δικαιοσύνη για το χαμό ενός από την οικογένεια τους. Τα υπόλοιπα ζώα δεν θα ήξεραν ποιόν να πιστέψουν και έτσι θα έπαυαν να ζουν αγαπημένα και αρμονικά, όπως έκαναν μέχρι τότε.
Εντωμεταξύ και τα άλλα ζώα έμαθαν από τον Μαύρο Λύκο τι είχε συμβεί στην φωλιά των λιονταριών και έτρεξαν όλα για να δουν πως θα λυνόταν αυτό το πολύ σοβαρό θέμα.
Πραγματικά η οικογένεια των λαγών όταν έφθασε εκεί, ζήτησε από τον αρχηγό των λιονταριών να μάθει, γιατί η λιονταρίνα έπνιξε κάποιον από την δική τους οικογένεια παραβαίνοντας τον νόμο που είχε ορίσει η Πολυθέα.
Η Λιονταρίνα με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε, ότι εκείνη κοιμόταν στους θάμνους, γιατί δεν μπορούσε να κουνήσει από την εγκυμοσύνη της, όταν ξυπνώντας είδε στο πλάι της τον πνιγμένο λαγό και τα νύχια της βουτηγμένα στο αίμα του. Ίσως το ζώο να είχε τρυπώσει εκεί που κοιμόταν και το κτύπησε κατά λάθος. Δεν μπορούσε να εξηγήσει πως έγιναν τα πράγματα, γιατί εκείνη δεν είχε κουνηθεί καθόλου από το μέρος που βρισκόταν.
Η οικογένεια των λαγών όμως είχε αμφιβολίες και ο πιο μεγάλος σε ηλικία την ρώτησε αν η εγκυμοσύνη της την οδήγησε στην ανάγκη να φάει κρέας για τα μικρά που θα έφερνε στον κόσμο και έτσι ξετρύπωσε τον λαγό, που ίσως να είχε χαθεί στην δική τους περιοχή και τον έπνιξε!!.
Η Λιονταρίνα αρνήθηκε κατηγορηματικά.!!! Όσο καιρό έμενε στο λιβάδι ποτέ μα ποτέ δεν της είχε έλθει η επιθυμία να φάει κάποιο από τα άλλα ζώα που έμεναν εκεί Ούτε να πάει σε άλλες περιοχές και να γυρέψει εκεί άλλου είδους τροφή…Ήταν ευχαριστημένη με αυτά που υπήρχαν στο λιβάδι.
Όμως το αδίκημα έγινε είπε ο λαγός!!! Σύμφωνα με τον νόμο πρέπει να φύγεις από εδώ και να πας αλλού, γιατί μπορεί να μολυνθεί όλη η περιοχή.
Τότε πήρε τον λόγο ο αρχηγός των λιονταριών και είπε, ότι επειδή υπήρχαν αμφιβολίες για αυτή την πράξη θα ήταν δίκαιο να ψήφιζαν ποιοί ήθελαν να φύγει και ποιοί όχι.!!!
Όμως ο λαγός επέμενε, ότι κάτι τέτοιο θα δίχαζε τα ζώα. Αφού ήταν ολοκάθαρο, ότι ο λαγός πνίγηκε από τα νύχια της λιονταρίνας θα έπρεπε αυτή να απομακρυνθεί από την κοινότητα τους το συντομότερο.
Η λιονταρίνα κατέβασε το κεφάλι και είπε στον σύντροφό της, ότι θα ακολουθούσε αυτό που όριζε ο νόμος της κοινότητας τους, παρόλο που ήταν αθώα. Εκείνος της απάντησε, ότι δεν θα την άφηνε μόνη της και θα την ακολουθούσε και αυτός μακριά από το λιβάδι..
Έτσι το λιοντάρι και η σύντροφος του πήραν τον δρόμο για να φύγουν από εκείνο το μέρος.. Τα ζώα του λιβαδιού τους ακολουθούσαν σιωπηλά Φθάνοντας στο ρυάκι έσκυψαν να πιουν νερό για τελευταία φορά….
Τότε είδαν μια ασημένια ακτίνα να αστράφτει και παρουσιάστηκε μπροστά τους η Πολυθέα. Τους ρώτησε που πήγαιναν και η λιονταρίνα της εξήγησε λυπημένα, τι είχε συμβεί.

Εκείνη δεν απάντησε αλλά έμεινε για λίγο σκεφτική!! Κατόπιν ζήτησε να της φέρουν το νεκρό ζώο. Ένας λαγός έτρεξε και πήρε το άψυχο σώμα του δύστυχου φίλου τους και το πήγε στην Πολυθέα.
Εκείνη περιεργάστηκε το ζώο και είδε ότι υπήρχαν μαύρες τρίχες γύρω από το λαιμό του. Μεμιάς κατάλαβε τι είχε συμβεί!!
Αυτή η υπόθεση είναι πολύ παράξενη, γύρισε και τους είπε. Αν η λιονταρίνα είναι αθώα, όπως ισχυρίζεται, θα περάσει από μια δοκιμασία.
Έριξε μια λευκή σκόνη πάνω στο άψυχο σώμα του λαγού και είπε στην λιονταρίνα να απλώσει το πόδι της που είχε αίμα στα νύχια. Αν το πόδι της κοκκινίσει, είπε προς όλους, τότε είναι ένοχη και πρέπει να φύγει αμέσως.
Η λιονταρίνα άπλωσε το πόδι της και εκείνο έμεινε, όπως ήταν χωρίς καμία αλλαγή. Όλοι έμειναν άφωνοι!!! Η λιονταρίνα είναι αθώα είπε η Πολυθέα. Κάποιο άλλο ζώο έπνιξε το λαγό και τον άφησε δίπλα στην λιονταρίνα. για να την ενοχοποιήσει. Μάλιστα άφησε και μαύρες τρίχες από τα πόδια του γύρω από τον λαιμό του. Όλα λοιπόν τα ζώα με μαύρο τρίχωμα να περάσουν εδώ και να απλώσουν το πόδι τους επάνω από τον λαγό. Απόλυτη σιωπή είχε απλωθεί στο λιβάδι καθώς τα ζώα περνούσαν ένα- ένα και άπλωναν το πόδι τους. Ο Μαύρος Λύκος οπισθοχωρούσε σιγά -σιγά και σκεφτόταν να φύγει πριν έλθει η σειρά του, όμως πρόσεξε, ότι η Πολυθέα είχε υψώσει ψηλά κάγκελα σε όλη την περιοχή και ήταν αδύνατο να το σκάσει κάποιος.
‘Όταν ήλθε η σειρά του διαμαρτυρήθηκε, ότι εκείνος δεν ανήκε στην κοινότητα και δεν θα έπρεπε να περάσει από την δοκιμασία αλλά το βλέμμα της Πολυθέας δεν του άφηνε περιθώρια. Άπλωσε το πόδι του και τότε αίμα άρχισε να τρέχει από τα νύχια του και να πέφτει επάνω στον λαιμό του άψυχου ζώου. Ξαφνικά ο λαγός σηκώθηκε και ολοζώντανος έτρεξε στους φίλους του, που είχαν μείνει άφωνοι, όπως όλα τα ζώα στην κοινότητα. Όμως το πόδι του Μαύρου Λύκου είχε χάσει το αίμα του και σερνόταν δίπλα του σαν ξύλο. Ο Μαύρος Λύκος είχε χάσει το πόδι του. Ήταν πια κουτσός.
Τότε η Πολυθέα τον ρώτησε αν είχε να πει κάτι για όλα αυτά. !!!
Ο Λύκος κατέβασε το κεφάλι και εξομολογήθηκε την πράξη του. Γύρισε μετά στην λιονταρίνα σκύβοντας μπροστά της και της ζήτησε να τον συγχωρέσει για αυτό που της έκανε και που είχε κατηγορηθεί άδικα…
Εκείνη του χάιδεψε το κεφάλι με το πόδι της και του είπε, ότι αν πραγματικά είχε μετανιώσει εκείνη θα τον συγχωρούσε, όπως και όλους εκείνους που την αμφισβήτησαν. Του πρότεινε να πιει από το νερό του ρυακιού και να μείνει μαζί τους στην κοινότητα για πάντα.
Ο Λύκος κούνησε το κεφάλι του και της απάντησε, ότι θα πήγαινε πρώτα σε άλλες περιοχές και θα διηγιόταν την ιστορία αυτή. Θα μιλούσε για την κοινότητα της αγάπης που είχαν δημιουργήσει τα ζώα και ίσως με αυτό τον τρόπο να έπειθε και άλλους, ότι κάτι τέτοιο δεν είναι ακατόρθωτο. Εκείνος, αν κατάφερνε να επιβιώσει μέσα από άλλα άγρια θηρία αλλά και τους άλλους λύκους δύσπιστους όπως αυτός θα γύριζε κάποτε στην κοινότητα για να μείνει εκεί για πάντα…!!!
Με ένα κούνημα του κεφαλιού του χαιρέτησε τα άλλα ζώα και πήρε τον μοναχικό του δρόμο Τότε όλοι πρόσεξαν έκπληκτοι, ότι το τρίχωμα του από μαύρο είχε γίνει λευκό Είχε γίνει ένας Λευκός Λύκος

Η Πολυθέα άνοιξε τον δρόμο που είχε σφραγίσει προηγουμένως και του είπε:
Έχεις μακρύ δρόμο μπροστά σου και δύσκολο Λευκέ Λύκε, όμως να ξέρεις, ότι θα σε περιμένουμε να γυρίσεις εδώ όσο χρόνο και αν σου πάρει… !!!!!
Έτσι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα
