ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ
Φρειδερίκος Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche)
Γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1844 στην πόλη Ραίκεν (Rocken) της Πρωσικής Σαξωνίας, το τρίτο και νεότερο παιδί της θρησκόληπτης οικογένειας του λουθηρανού κληρικού Καρλ Λούντβιχ Νίτσε (Carl Ludwig Nietzsche, 1813 - 1849) και της Φραντσίσκα Έλερ (Franziska Oehler, 1826 - 1897), θυγατέρας κληρικού. Ο πατέρας του πέθανε νωρίς, από κτύπημα στο κεφάλι έπειτα από πτώση το 1849 όταν ο μικρός Φρήντριχ ήταν μόλις 5 ετών, και τον επόμενο χρόνο ακολούθησε ο θάνατος του μόλις 2ετούς αδελφού του Λούντβιχ Ιωσήφ. Μετά από τους δύο αυτούς θανάτους, η μητέρα του μετακόμισε για οικονομικούς και συναισθηματικούς λόγους στο σπίτι της μητέρας της στο Νάουμπουργκ (Naumburg), στις όχθες του ποταμού Ζάαλε.
Στο Νάουμπουργκ ο μικρός Νίτσε παρακολούθησε από το 1854 μαθήματα σε ιδιωτικό προπαρασκευαστικό σχολείο, το «Ντομγκυμνάζιουμ» («Domgymnasium», όπου αφού εξετάστηκε από τον διευθυντή, εντάχθηκε εξαρχής στην δεύτερη τάξη), ενώ τον Οκτώβριο του 1858 κέρδισε μία υποτροφία για το «Σούλπφορτα» («Schulpforta» ή «Pforta»), ένα από τα σπουδαιότερα οικοτροφεία των προτεσταντών της Γερμανίας. Οι οικείοι του τον προόριζαν να σπουδάσει Θεολογία, ωστόσο ο ίδιος, από την στιγμή που διαμόρφωσε την προσωπικότητά του, στράφηκε συνειδητά προς την Φιλοσοφία, καθώς από το φθινόπωρο του 1862 είχε ήδη απορρίψει μέσα του τον Χριστιανισμό.
Με την αποφοίτησή του από το «Σούλπφορτα» στις 7 Σεπτεμβρίου 1864 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βόννης για να σπουδάσει Κλασική Φιλολογία, αλλά και Θεολογία (ενδιαφερόμενος κυρίως για την φιλολογική εξέταση των κατασκευασμένων πηγών της λεγόμενης «Καινής Διαθήκης»), ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με σύνθεση μουσικής, επηρεασμένος κυρίως από τον ρομαντικό Ρόμπερτ Σούμαν. Κατά την σύντομη παραμονή του στην Βόννη, ο Νίτσε μελέτησε καλά το έργο του Ντάβιντ Στράους (David Strauss) για την πραγματική ζωή του ιδρυτή του Χριστιανισμού και επιβεβαίωσε όχι μόνον την πλήρη απόρριψη της συγκεκριμένης θρησκείας μέσα του, αλλά απέρριψε και την θρησκοληψία γενικότερα, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του «αναζητητή» της Αλήθειας.
Το φθινόπωρο του έτους 1865 έκανε μετεγγραφή μαζί με τον καθηγητή του Φρήντριχ Βίλχελμ Ριτσλ (Friedrich Wilhelm Ritschl) στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, όπου αρίστευσε και παράλληλα ανακάλυψε την σκέψη του Σοπενάουερ (Arthur Schopenhauer), μελέτησε το υλιστικό έργο του Φρήντριχ ’λμπερτ Λάνγκε (Friedrich Albert Lange) «Η Ιστορία του Υλισμού» («Geschichte des Materialismus») και επίσης γνωρίστηκε με τον τότε συμφοιτητή του και μετέπειτα διακεκριμένο κλασικιστή Έρβιν Ρόντε (Erwin Rohde). Το 1867 κατατάχθηκε στο πυροβολικό του Νάουμπουργκ, αλλά τον Μάρτιο του 1868 η στρατιωτική του σταδιοδρομία έληξε άδοξα μετά από σοβαρό τραυματισμό του στον θώρακα και επέστρεψε στην Λειψία, όπου για ένα διάστημα εργάστηκε ως κριτικός όπερας στην εφημερίδα «Deutsche Allgemeine» και ως βιβλιοκριτικός στο περιοδικό «Literarisches Zentralblatt». Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου 1868 συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον μουσικό Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner) και επί μία σχεδόν δεκαετία υπήρξε στενός φίλος τόσο του ιδίου όσο και της συζύγου του Cosima.
Μετά από τέσσερις δημοσιεύσεις του στο ακαδημαϊκό περιοδικό «Reinisches Museum» του καθηγητή του Ριτσλ και με τις άριστες συστάσεις του τελευταίου, ο οποίος διαβεβαίωνε σε επιστολή του ότι στα 40 χρόνια της πανεπιστημιακής του καριέρας δεν είχε συναντήσει κάποιον τόσο ευφυή σαν τον Νίτσε, διορίστηκε τελικά σε ηλικία μόλις 25 ετών έκτακτος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία, όπου αρχικά παρέδιδε διαλέξεις για την Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Ποίησης και για τις «Χοηφόρες» του Αισχύλου και μετά από λίγο ξεκίνησε το τεράστιο συγγραφικό έργο του. Από την συγκεκριμένη θέση παραιτήθηκε έπειτα από 10 χρόνια, το έτος 1879, για λόγους υγείας, έχοντας εν τω μεταξύ γίνει τακτικός καθηγητής και λάβει την ελβετική υπηκοότητα, ενώ το 1869 το Πανεπιστήμιο της Λειψίας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα όχι μετά από εξετάσεις ή κατάθεση διατριβής, αλλά με βάση τις δημοσιεύσεις του.
Ο Φρ. Νίτσε σε ηλικία 18 ετών (1862)
Υπηρέτησε ως εθελοντής νοσοκόμος στον πρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου (1870 - 1871), καθώς η ουδέτερη Ελβετία δεν του επέτρεψε να γίνει μάχιμος στρατιώτης, όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Ως νοσοκόμος στο Στρασβούργο ήλθε σε άμεση επαφή με την αγριότητα και φρίκη του πολέμου, ενώ η υγεία του επιδεινώθηκε αρκετά. Τον Οκτώβριο του 1870 επέστρεψε στα διδακτικά του καθήκοντα στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας και από το 1873 έως το 1876 συνέγραψε 4 δοκίμια που εκδόθηκαν αργότερα ως συλλογή υπό τον τίτλο «Ανεπίκαιροι Στοχασμοί» και εξέταζαν τον γερμανικό πολιτισμό του 19ου αιώνα.
Σε όλο του πρώϊμο έργο του της Βασιλείας διακρίνεται η έντονη επιρροή από τον Βάγκνερ, επιρροή που έγινε εντονότερη στο βιβλίο «Η γέννηση της Τραγωδίας» («Die Geburt der Tragodie», που κυκλοφόρησε το 1872 σε 800 αντίτυπα), στο οποίο ο Νίτσε ερμηνεύει την αρχαία Ελληνική Τραγωδία μέσα από την κατ αυτόν αντίθεση μεταξύ «απολλωνίου» και «διονυσιακού» πνεύματος. Το τολμηρό εκείνο έργο όμως, έγινε ελάχιστα αποδεκτό από τους πανεπιστημιακούς κύκλους, κυρίως εξαιτίας μιας αρνητικής κριτικής του σχολαστικού φιλόλογου Ούλριχ φον Βιλαμόβιτς Μέλεντορφ (Ulrich von Wilamowitz - Moellendorff), που στην 32σέλιδη μπροσούρα του «Zukunftsphilologie!» («Φιλολογία του μέλλοντος!») κατηγόρησε τον Νίτσε για «αμάθεια και παντελή έλλειψη αγάπης για την αλήθεια» και του πρώην φιλόλογου καθηγητή του στο Πανεπιστήμιο της Βόννης Χέρμαν Ούζενερ (Hermann Carl Usener), που, όλος εμπάθεια, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει το σύνολο του βιβλίου ως «μία απόλυτη ηλιθιότητα».
Ενώ ήδη από τις αρχές του 1876 ο Νίτσε είχε για λόγους υγείας αναγκαστεί να σταματήσει να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο, το καλοκαίρι του έτους 1878 επήλθε ρήξη ανάμεσα σε αυτόν και τον Βάγκνερ και η φιλία των δύο ανδρών έσπασε διαπαντός. Κύρια αιτία της σύγκρουσης ήταν η συνεχής ερωτοτροπία του Βάγκνερ με χριστιανικά θέματα σε συνδυασμό με έναν έντονο σωβινισμό και αντισημιτισμό, τρία πράγματα που κατ εξοχήν αποστρεφόταν ο Νίτσε. Μέσα στο ίδιο έτος (1878) εξέδωσε και το αφοριστικό βιβλίο του «Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο» («Menschliches, Allzumenschliches», το οποίο δέχθηκε τα μαζικά πυρά αποδοκιμασίας από την κατεστημένη διανόηση της εποχής) και είδε επίσης να πεθαίνει ο αγαπημένος του καθηγητής Ρίτσλ.
Από τον Μάϊο του 1879, όταν για λόγους υγείας παραιτήθηκε οριστικά από το Πανεπιστήμιο της Βασιλείας έναντι μίας πολύ μικρής σύνταξης, μέχρι το έτος 1888 ο Νίτσε λειτούργησε ως ανεξάρτητος φιλόσοφος, έχοντας επιλέξει να ζει μόνος ή με πολύ σπάνια επικοινωνία με τους ανθρώπους. Διαμένοντας κατά καιρούς στην Ελβετία, την Γαλλική Ριβιέρα και την Ιταλία, παρά την τραγικά άσχημη υγεία του και την ελαττωμένη πια όρασή του (λόγω βλάβης του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του που προκαλούσε συνεχείς πονοκεφάλους), ανέδειξε την τολμηρότερη και ισχυρότερη πλευρά του πνεύματός του.
Τα κείμενά του διακρίνονται για το οξύ και επιθετικό ύφος τους και την εκτεταμένη χρήση αφορισμών, ενώ το όλο φιλοσοφικό έργο του εκτιμήθηκε ιδιαίτερα κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, περίοδο κατά την οποία εδραιώθηκε η θέση του και αναγνωρίστηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους ευρωπαίους φιλοσόφους. Από το 1881 μέχρι και το 1888 κατόρθωσε να παράγει ένα περίπου έργο ανά έτος και συγκεκριμένα τα «Ροδαυγή» (1881), «Η Χαρούμενη Επιστήμη» (1882), «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» (1883 - 1885, ο πρώτος τόμος του οποίου γράφτηκε στο Rapallo μέσα σε μόλις 10 ημέρες. Στο σύνολο του έργου κηρύσσεται ο «θάνατος του Θεού», καταρρακώνεται η δουλική ηθική του Χριστιανισμού που καταστρέφει την ζωή προσπαθώντας δήθεν να την σώσει- και δείχνεται ο δρόμος προς έναν συγκροτημένο, λογικό και άθραυστο Ανθρωπισμό), «Πέραν του Καλού και του Κακού» (1886, το πρώτο που εξέδωσε μετά την απομάκρυνσή του από τον έως τότε εκδότη του Ernst Schmeitzner, τον οποίο ο Νίτσε κατήγγειλε ως αντισημίτη και ρατσιστή), «Η Γενεαλογία της Ηθικής» (1887, όπου η μνησικακία καταγγέλλεται πολύ σωστά ως η πραγματική ρίζα του δένδρου της σωτηριολογίας και «αγάπης» του Χριστιανισμού και, κατά προέκταση, της κυρίαρχης «ηθικής» του λεγόμενου «δυτικού κόσμου»), «Το Λυκόφως των Ειδώλων» (Αύγουστος - Σεπτέμβριος 1888), «Ο Αντίχριστος» (Σεπτέμβριος 1888, θα εκδοθεί όμως το 1895), «Ίδε ο ’νθρωπος» (Οκτώβριος - Νοέμβριος 1888, που άρχισε να το συγγράφει στις 15 Οκτωβρίου, ημέρα των γενεθλίων του) και «Νίτσε εναντίον Βάγκνερ» (Δεκέμβριος 1888, θα εκδοθεί και αυτό το 1895).
Στις 3 Ιανουαρίου 1889 ο Νίτσε εισήχθη σε κλινική του Τορίνο μετά από εκδήλωση νευρικής κατάρρευσης, όταν ενώ περιδιάβαινε την πλατεία Καρόλου Αλμπέρτου (Piazza Carlo Alberto) είδε έναν αμαξά να μαστιγώνει ένα άλογο, προκάλεσε επεισόδιο για να το προστατέψει και συνελήφθη από 2 αστυνομικούς. Μέσα από την κλινική έγραψε και έστειλε προς φίλους και συγγενείς του διάφορες επιστολές (τις λεγόμενες «Wahnbriefe», «Επιστολές παραφροσύνης»), τις οποίες υπέγραφε πότε ως «Εσταυρωμένος» και πότε ως «Διόνυσος». Μία εβδομάδα αργότερα, μεταφέρθηκε με μεσολάβηση των φίλων του Τζ. Μπούρκχαρντ (Jacob Burckhardt, ιστορικού) και Φραντς Όβερμπεκ (Franz Overbeck, καθηγητή Θεολογίας) σε ψυχιατρείο της Βασιλείας και από εκεί σε άλλο ψυχιατρείο στην Ιένα, όπου διαγνώστηκε «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Μετά από έναν περίπου χρόνο παραμονής του στο ψυχιατρείο, όπου συχνά ξεσπούσε βίαια υπό αλλεπάλληλες παραισθήσεις μεγαλείου, πήρε τελικά εξιτήριο στις 24 Μαρτίου 1890 και κατέληξε με την μητέρα του πίσω στο Νάουμπουργκ.
Μέχρι τον θάνατό του, έπειτα από 10 χρόνια, έζησε σε κατάσταση άνοιας μετά από εγκεφαλική παράλυση. Το τραγικό στην όλη ιστορία ήταν ότι την εποχή ακριβώς που κατέρρευσε ο Νίτσε έγινε γνωστό στον πολύ κόσμο το έργο του (κυρίως μέσω του σκανδιναβού βιβλιοκριτικού Georg Brandes) και η ζήτηση για τα βιβλία του αυξήθηκε κατακόρυφα, γεγονός που ο ίδιος όμως δεν ήταν σε θέση να χαρεί. Επιπροσθέτως, το 1893 η αντιδραστική και χριστιανή αδελφή του Ελίζαμπετ (Elisabeth Forster - Nietzsche) επέστρεψε από την Παραγουάη, έπειτα από την αποτυχημένη απόπειρα ίδρυσης της γερμανικής αποικίας «Nueva Germania» από τον ρατσιστή σύζυγό της Φόστερ (Bernhard Forster, που είχε ήδη αυτοκτονήσει), μεθόδευσε το να ναυαγήσουν τα σχέδια για μία έκδοση των απάντων του υπό την επιμέλεια του πρώην μαθητή του και από το 1880 προσωπικού φίλου και γραμματέα του Πέτερ Γκαστ (Peter Gast), «οργάνωσε» το αρχείο χειρογράφων και αλληλογραφίας του αδελφού της, αλλοιώνοντας αρκετά κείμενα και καταστρέφοντας άλλα τα οποία δεν της ήσαν αρεστά, τον δε Δεκέμβριο του 1895 απέκτησε όλα τα δικαιώματα των έργων του Νίτσε.
Το 1898 και 1899 ο Νίτσε υπέστη δύο εγκεφαλικά επεισόδια που επιδείνωσαν την κατάστασή του, καθιστώντας τον ανήμπορο πια να μιλήσει και να περπατήσει και τελικά πέθανε στις 25 Αυγούστου 1900 από συνδυασμό πνευμονίας και εγκεφαλικού και θάφτηκε στο νεκροταφείο του Ραίκεν, δίπλα στον τάφο του κληρικού πατέρα του. Παρά τον γενναίο αντιχριστιανισμό που επέδειξε σε όλη την υπεύθυνη ζωή του αυτός ο ανένταχτος, μοναχικός και απλησίαστος φιλόσοφος, η αδελφή του δεν τον σεβάστηκε καθόλου και φρόντισε να τον θάψει με το χριστιανικό (λουθηρανικό) τυπικό.
Σαν να μην έφτανε αυτό, η αντιδραστική και χριστιανή αδελφή του, η οποία αργότερα έγινε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, προχώρησε μετά τον θάνατό του και στην επιλεκτική δημοσίευση «πειραγμένων» κειμένων του υπό τον τίτλο «Η Θέληση για Δύναμη» («Der Wille zur Macht», 1901), ένα βιβλίο το οποίο ο διαπρεπής Ιταλός φιλόλογος Μοντινάρι (Mazzino Montinari) κατήγγειλε ευθέως ότι «δεν είναι βιβλίο του Νίτσε». Στις πρώτες τρεις δεκαετίες του 20ου αιώνα όμως, αυτό το «ανύπαρκτο» βιβλίο έδωσε αφορμή να συνδέσουν απατεωνίστικα κάποιοι καλοθελητές την προηγμένη σκέψη του Νίτσε με την ανάδυση του Ναζισμού και τον αντισημιτισμό, παρά το γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα οι ιδέες του είχαν αρκετούς οπαδούς στην Αριστερά και κατά την διετία 1894 1895 οι δεξιοί είχαν προτείνει να απαγορευθούν τα βιβλία του ως «ανατρεπτικά».
Ο Νίτσε, όπως τόσο ο Μοντινάρι αλλά και τα ίδια τα γραπτά του φιλοσόφου αποδεικνύουν, υπήρξε στην πραγματικότητα ένας ιδεολόγος της ελευθερίας, εραστής των Μουσών και, πάνω από όλα, δριμύτατος επικριτής τόσο του εθνικισμού και της πολιτικής αυταρχίας όσο και του αντισημιτισμού. Η υπέρβαση του τωρινού ανθρώπου, την οποία πρότεινε μέσω του «Υπερανθρώπου» («Ubermensch») στο «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» στοχεύει στην ολοκλήρωση του ανθρώπινου όντος και όχι στην απανθρωπιά: ο «Υπεράνθρωπος» δεν είναι το μοντέλο ενός κυρίαρχου και αφέντη, αλλ απλώς ο πραγματικός άνθρωπος που μπορεί να αποδέχεται την ζωή σε όλη την τραγική της διάσταση, όπως οι αρχαίοι Έλληνες. Ο ίδιος ο Νίτσε πάντως, δεν έθρεφε αυταπάτες για το εάν θα γλίτωνε την παρερμηνεία της προχωρημένης σκέψης του από κακόβουλους ή ανόητους, αφού είχε γράψει: «ποτέ οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν, απλώς μονάχα επαινούν ή κατηγορούν».
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ:
«Από την ζωή μου» («Aus meinem Leben», 1858)
«Πάνω στην μουσική» («Uber Musik», 1858)
«Ο Ναπολέων Γ ως πρόεδρος» («Napoleon III als Praesident», 1862)
«Πεπρωμένο και Ιστορία» («Fatum und Geschichte», 1862)
«Ελεύθερη βούληση και πεπρωμένο» («Willensfreiheit und Fatum», 1862)
«Μπορεί ο ζηλόφθονος στ αλήθεια να ευτυχήσει;» («Kann der Neidische je wahrhaft glucklich sein?», 1863)
«Πάνω στις κλίσεις» («Uber Stimmungen», 1864)
«Η ζωή μου» («Μein Leben», 1864)
«Ο Όμηρος και η κλασική Φιλολογία» («Homer und die klassische Philologie», 1868)
«Πέντε πρόλογοι σε πέντε άγραφα βιβλία» («Funf Vorreden zu funf ungeschriebenen Buchern», 1872)
«Η γέννηση της Τραγωδίας» («Die Geburt der Tragodie», 1872)
«Πάνω στην αλήθεια και τα ψέματα» («Uber Wahrheit und Luge», 1873)
«Η Φιλοσοφία στης Τραγικής Εποχής των Ελλήνων» («Die Philosophie im tragischen Zeitalter der Griechen», 1873)
«Στράους, ο εξομολογητής και ο συγγραφέας» («David Strauss: der Bekenner und der Schriftsteller», 1873)
«Πάνω στην χρήση και κακοποίηση της Ιστορίας για την ζωή» («Vom Nutzen und Nachtheil der Historie fur das Leben», 1874)
«Ο Σοπενάουερ ως εκπαιδευτής» («Schopenhauer als Erzieher», 1874)
« Ο Βάγκνερ στην Βηρυτό» («Richard Wagner in Bayreuth», 1876)
«Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο» («Menschliches, Allzumenschliches», 1878)
«Ανάμεικτες γνώμες και αποφθέγματα» («Vermischte Meinungen und Spruche», 1879)
«Ο πλάνης και η σκιά του» («Der Wanderer und sein Schatten, 1879)
«Ροδαυγή» («Morgenrote», 1881)
«Η Χαρούμενη Επιστήμη» («Die frohliche Wissenschaft», 1882)
«Τάδε έφη Ζαρατούστρα. Ένα βιβλίο για όλα και για τίποτα» («Also sprach Zarathustra. Ein Buch fur Alle und Keinen », 1883 - 1885)
«Πάραν του Καλού και του Κακού. Προλόγισμα για μια φιλοσοφία του μέλλοντος» («Jenseits von Gut und Bose. Vorspiel einer Philosophie der Zukunft», 1886)
«Η Γενεαλογία της Ηθικής» («Zur Genealogie der Moral», 1887)
«Το Λυκόφως των Ειδώλων» («Gotzen-Dammerung», 1888)
«Ο Αντίχριστος. Κατάρα στον Χριστιανισμό» («Der Antichrist. Fluch auf das Christentum», 1888)
«Ίδε ο ’νθρωπος. Πώς γίνεται κάποιος αυτός που είναι» («Ecce Homo. Wie man wird, was man ist», 1888)
«Η περίπτωση Βάγκνερ» («Der Fall Wagner», 1888)
«Η Θέληση για Δύναμη» («Der Wille zur Macht», 1901, με την αυθαιρεσία της αδελφής του)
Πηγή: www.knol.google.com
Γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1844 στην πόλη Ραίκεν (Rocken) της Πρωσικής Σαξωνίας, το τρίτο και νεότερο παιδί της θρησκόληπτης οικογένειας του λουθηρανού κληρικού Καρλ Λούντβιχ Νίτσε (Carl Ludwig Nietzsche, 1813 - 1849) και της Φραντσίσκα Έλερ (Franziska Oehler, 1826 - 1897), θυγατέρας κληρικού. Ο πατέρας του πέθανε νωρίς, από κτύπημα στο κεφάλι έπειτα από πτώση το 1849 όταν ο μικρός Φρήντριχ ήταν μόλις 5 ετών, και τον επόμενο χρόνο ακολούθησε ο θάνατος του μόλις 2ετούς αδελφού του Λούντβιχ Ιωσήφ. Μετά από τους δύο αυτούς θανάτους, η μητέρα του μετακόμισε για οικονομικούς και συναισθηματικούς λόγους στο σπίτι της μητέρας της στο Νάουμπουργκ (Naumburg), στις όχθες του ποταμού Ζάαλε.
Στο Νάουμπουργκ ο μικρός Νίτσε παρακολούθησε από το 1854 μαθήματα σε ιδιωτικό προπαρασκευαστικό σχολείο, το «Ντομγκυμνάζιουμ» («Domgymnasium», όπου αφού εξετάστηκε από τον διευθυντή, εντάχθηκε εξαρχής στην δεύτερη τάξη), ενώ τον Οκτώβριο του 1858 κέρδισε μία υποτροφία για το «Σούλπφορτα» («Schulpforta» ή «Pforta»), ένα από τα σπουδαιότερα οικοτροφεία των προτεσταντών της Γερμανίας. Οι οικείοι του τον προόριζαν να σπουδάσει Θεολογία, ωστόσο ο ίδιος, από την στιγμή που διαμόρφωσε την προσωπικότητά του, στράφηκε συνειδητά προς την Φιλοσοφία, καθώς από το φθινόπωρο του 1862 είχε ήδη απορρίψει μέσα του τον Χριστιανισμό.
Με την αποφοίτησή του από το «Σούλπφορτα» στις 7 Σεπτεμβρίου 1864 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βόννης για να σπουδάσει Κλασική Φιλολογία, αλλά και Θεολογία (ενδιαφερόμενος κυρίως για την φιλολογική εξέταση των κατασκευασμένων πηγών της λεγόμενης «Καινής Διαθήκης»), ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με σύνθεση μουσικής, επηρεασμένος κυρίως από τον ρομαντικό Ρόμπερτ Σούμαν. Κατά την σύντομη παραμονή του στην Βόννη, ο Νίτσε μελέτησε καλά το έργο του Ντάβιντ Στράους (David Strauss) για την πραγματική ζωή του ιδρυτή του Χριστιανισμού και επιβεβαίωσε όχι μόνον την πλήρη απόρριψη της συγκεκριμένης θρησκείας μέσα του, αλλά απέρριψε και την θρησκοληψία γενικότερα, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του «αναζητητή» της Αλήθειας.
Το φθινόπωρο του έτους 1865 έκανε μετεγγραφή μαζί με τον καθηγητή του Φρήντριχ Βίλχελμ Ριτσλ (Friedrich Wilhelm Ritschl) στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, όπου αρίστευσε και παράλληλα ανακάλυψε την σκέψη του Σοπενάουερ (Arthur Schopenhauer), μελέτησε το υλιστικό έργο του Φρήντριχ ’λμπερτ Λάνγκε (Friedrich Albert Lange) «Η Ιστορία του Υλισμού» («Geschichte des Materialismus») και επίσης γνωρίστηκε με τον τότε συμφοιτητή του και μετέπειτα διακεκριμένο κλασικιστή Έρβιν Ρόντε (Erwin Rohde). Το 1867 κατατάχθηκε στο πυροβολικό του Νάουμπουργκ, αλλά τον Μάρτιο του 1868 η στρατιωτική του σταδιοδρομία έληξε άδοξα μετά από σοβαρό τραυματισμό του στον θώρακα και επέστρεψε στην Λειψία, όπου για ένα διάστημα εργάστηκε ως κριτικός όπερας στην εφημερίδα «Deutsche Allgemeine» και ως βιβλιοκριτικός στο περιοδικό «Literarisches Zentralblatt». Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου 1868 συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον μουσικό Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner) και επί μία σχεδόν δεκαετία υπήρξε στενός φίλος τόσο του ιδίου όσο και της συζύγου του Cosima.
Μετά από τέσσερις δημοσιεύσεις του στο ακαδημαϊκό περιοδικό «Reinisches Museum» του καθηγητή του Ριτσλ και με τις άριστες συστάσεις του τελευταίου, ο οποίος διαβεβαίωνε σε επιστολή του ότι στα 40 χρόνια της πανεπιστημιακής του καριέρας δεν είχε συναντήσει κάποιον τόσο ευφυή σαν τον Νίτσε, διορίστηκε τελικά σε ηλικία μόλις 25 ετών έκτακτος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία, όπου αρχικά παρέδιδε διαλέξεις για την Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Ποίησης και για τις «Χοηφόρες» του Αισχύλου και μετά από λίγο ξεκίνησε το τεράστιο συγγραφικό έργο του. Από την συγκεκριμένη θέση παραιτήθηκε έπειτα από 10 χρόνια, το έτος 1879, για λόγους υγείας, έχοντας εν τω μεταξύ γίνει τακτικός καθηγητής και λάβει την ελβετική υπηκοότητα, ενώ το 1869 το Πανεπιστήμιο της Λειψίας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα όχι μετά από εξετάσεις ή κατάθεση διατριβής, αλλά με βάση τις δημοσιεύσεις του.
Ο Φρ. Νίτσε σε ηλικία 18 ετών (1862)
Υπηρέτησε ως εθελοντής νοσοκόμος στον πρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού πολέμου (1870 - 1871), καθώς η ουδέτερη Ελβετία δεν του επέτρεψε να γίνει μάχιμος στρατιώτης, όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Ως νοσοκόμος στο Στρασβούργο ήλθε σε άμεση επαφή με την αγριότητα και φρίκη του πολέμου, ενώ η υγεία του επιδεινώθηκε αρκετά. Τον Οκτώβριο του 1870 επέστρεψε στα διδακτικά του καθήκοντα στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας και από το 1873 έως το 1876 συνέγραψε 4 δοκίμια που εκδόθηκαν αργότερα ως συλλογή υπό τον τίτλο «Ανεπίκαιροι Στοχασμοί» και εξέταζαν τον γερμανικό πολιτισμό του 19ου αιώνα.
Σε όλο του πρώϊμο έργο του της Βασιλείας διακρίνεται η έντονη επιρροή από τον Βάγκνερ, επιρροή που έγινε εντονότερη στο βιβλίο «Η γέννηση της Τραγωδίας» («Die Geburt der Tragodie», που κυκλοφόρησε το 1872 σε 800 αντίτυπα), στο οποίο ο Νίτσε ερμηνεύει την αρχαία Ελληνική Τραγωδία μέσα από την κατ αυτόν αντίθεση μεταξύ «απολλωνίου» και «διονυσιακού» πνεύματος. Το τολμηρό εκείνο έργο όμως, έγινε ελάχιστα αποδεκτό από τους πανεπιστημιακούς κύκλους, κυρίως εξαιτίας μιας αρνητικής κριτικής του σχολαστικού φιλόλογου Ούλριχ φον Βιλαμόβιτς Μέλεντορφ (Ulrich von Wilamowitz - Moellendorff), που στην 32σέλιδη μπροσούρα του «Zukunftsphilologie!» («Φιλολογία του μέλλοντος!») κατηγόρησε τον Νίτσε για «αμάθεια και παντελή έλλειψη αγάπης για την αλήθεια» και του πρώην φιλόλογου καθηγητή του στο Πανεπιστήμιο της Βόννης Χέρμαν Ούζενερ (Hermann Carl Usener), που, όλος εμπάθεια, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει το σύνολο του βιβλίου ως «μία απόλυτη ηλιθιότητα».
Ενώ ήδη από τις αρχές του 1876 ο Νίτσε είχε για λόγους υγείας αναγκαστεί να σταματήσει να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο, το καλοκαίρι του έτους 1878 επήλθε ρήξη ανάμεσα σε αυτόν και τον Βάγκνερ και η φιλία των δύο ανδρών έσπασε διαπαντός. Κύρια αιτία της σύγκρουσης ήταν η συνεχής ερωτοτροπία του Βάγκνερ με χριστιανικά θέματα σε συνδυασμό με έναν έντονο σωβινισμό και αντισημιτισμό, τρία πράγματα που κατ εξοχήν αποστρεφόταν ο Νίτσε. Μέσα στο ίδιο έτος (1878) εξέδωσε και το αφοριστικό βιβλίο του «Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο» («Menschliches, Allzumenschliches», το οποίο δέχθηκε τα μαζικά πυρά αποδοκιμασίας από την κατεστημένη διανόηση της εποχής) και είδε επίσης να πεθαίνει ο αγαπημένος του καθηγητής Ρίτσλ.
Από τον Μάϊο του 1879, όταν για λόγους υγείας παραιτήθηκε οριστικά από το Πανεπιστήμιο της Βασιλείας έναντι μίας πολύ μικρής σύνταξης, μέχρι το έτος 1888 ο Νίτσε λειτούργησε ως ανεξάρτητος φιλόσοφος, έχοντας επιλέξει να ζει μόνος ή με πολύ σπάνια επικοινωνία με τους ανθρώπους. Διαμένοντας κατά καιρούς στην Ελβετία, την Γαλλική Ριβιέρα και την Ιταλία, παρά την τραγικά άσχημη υγεία του και την ελαττωμένη πια όρασή του (λόγω βλάβης του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του που προκαλούσε συνεχείς πονοκεφάλους), ανέδειξε την τολμηρότερη και ισχυρότερη πλευρά του πνεύματός του.
Τα κείμενά του διακρίνονται για το οξύ και επιθετικό ύφος τους και την εκτεταμένη χρήση αφορισμών, ενώ το όλο φιλοσοφικό έργο του εκτιμήθηκε ιδιαίτερα κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, περίοδο κατά την οποία εδραιώθηκε η θέση του και αναγνωρίστηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους ευρωπαίους φιλοσόφους. Από το 1881 μέχρι και το 1888 κατόρθωσε να παράγει ένα περίπου έργο ανά έτος και συγκεκριμένα τα «Ροδαυγή» (1881), «Η Χαρούμενη Επιστήμη» (1882), «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» (1883 - 1885, ο πρώτος τόμος του οποίου γράφτηκε στο Rapallo μέσα σε μόλις 10 ημέρες. Στο σύνολο του έργου κηρύσσεται ο «θάνατος του Θεού», καταρρακώνεται η δουλική ηθική του Χριστιανισμού που καταστρέφει την ζωή προσπαθώντας δήθεν να την σώσει- και δείχνεται ο δρόμος προς έναν συγκροτημένο, λογικό και άθραυστο Ανθρωπισμό), «Πέραν του Καλού και του Κακού» (1886, το πρώτο που εξέδωσε μετά την απομάκρυνσή του από τον έως τότε εκδότη του Ernst Schmeitzner, τον οποίο ο Νίτσε κατήγγειλε ως αντισημίτη και ρατσιστή), «Η Γενεαλογία της Ηθικής» (1887, όπου η μνησικακία καταγγέλλεται πολύ σωστά ως η πραγματική ρίζα του δένδρου της σωτηριολογίας και «αγάπης» του Χριστιανισμού και, κατά προέκταση, της κυρίαρχης «ηθικής» του λεγόμενου «δυτικού κόσμου»), «Το Λυκόφως των Ειδώλων» (Αύγουστος - Σεπτέμβριος 1888), «Ο Αντίχριστος» (Σεπτέμβριος 1888, θα εκδοθεί όμως το 1895), «Ίδε ο ’νθρωπος» (Οκτώβριος - Νοέμβριος 1888, που άρχισε να το συγγράφει στις 15 Οκτωβρίου, ημέρα των γενεθλίων του) και «Νίτσε εναντίον Βάγκνερ» (Δεκέμβριος 1888, θα εκδοθεί και αυτό το 1895).
Στις 3 Ιανουαρίου 1889 ο Νίτσε εισήχθη σε κλινική του Τορίνο μετά από εκδήλωση νευρικής κατάρρευσης, όταν ενώ περιδιάβαινε την πλατεία Καρόλου Αλμπέρτου (Piazza Carlo Alberto) είδε έναν αμαξά να μαστιγώνει ένα άλογο, προκάλεσε επεισόδιο για να το προστατέψει και συνελήφθη από 2 αστυνομικούς. Μέσα από την κλινική έγραψε και έστειλε προς φίλους και συγγενείς του διάφορες επιστολές (τις λεγόμενες «Wahnbriefe», «Επιστολές παραφροσύνης»), τις οποίες υπέγραφε πότε ως «Εσταυρωμένος» και πότε ως «Διόνυσος». Μία εβδομάδα αργότερα, μεταφέρθηκε με μεσολάβηση των φίλων του Τζ. Μπούρκχαρντ (Jacob Burckhardt, ιστορικού) και Φραντς Όβερμπεκ (Franz Overbeck, καθηγητή Θεολογίας) σε ψυχιατρείο της Βασιλείας και από εκεί σε άλλο ψυχιατρείο στην Ιένα, όπου διαγνώστηκε «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Μετά από έναν περίπου χρόνο παραμονής του στο ψυχιατρείο, όπου συχνά ξεσπούσε βίαια υπό αλλεπάλληλες παραισθήσεις μεγαλείου, πήρε τελικά εξιτήριο στις 24 Μαρτίου 1890 και κατέληξε με την μητέρα του πίσω στο Νάουμπουργκ.
Μέχρι τον θάνατό του, έπειτα από 10 χρόνια, έζησε σε κατάσταση άνοιας μετά από εγκεφαλική παράλυση. Το τραγικό στην όλη ιστορία ήταν ότι την εποχή ακριβώς που κατέρρευσε ο Νίτσε έγινε γνωστό στον πολύ κόσμο το έργο του (κυρίως μέσω του σκανδιναβού βιβλιοκριτικού Georg Brandes) και η ζήτηση για τα βιβλία του αυξήθηκε κατακόρυφα, γεγονός που ο ίδιος όμως δεν ήταν σε θέση να χαρεί. Επιπροσθέτως, το 1893 η αντιδραστική και χριστιανή αδελφή του Ελίζαμπετ (Elisabeth Forster - Nietzsche) επέστρεψε από την Παραγουάη, έπειτα από την αποτυχημένη απόπειρα ίδρυσης της γερμανικής αποικίας «Nueva Germania» από τον ρατσιστή σύζυγό της Φόστερ (Bernhard Forster, που είχε ήδη αυτοκτονήσει), μεθόδευσε το να ναυαγήσουν τα σχέδια για μία έκδοση των απάντων του υπό την επιμέλεια του πρώην μαθητή του και από το 1880 προσωπικού φίλου και γραμματέα του Πέτερ Γκαστ (Peter Gast), «οργάνωσε» το αρχείο χειρογράφων και αλληλογραφίας του αδελφού της, αλλοιώνοντας αρκετά κείμενα και καταστρέφοντας άλλα τα οποία δεν της ήσαν αρεστά, τον δε Δεκέμβριο του 1895 απέκτησε όλα τα δικαιώματα των έργων του Νίτσε.
Το 1898 και 1899 ο Νίτσε υπέστη δύο εγκεφαλικά επεισόδια που επιδείνωσαν την κατάστασή του, καθιστώντας τον ανήμπορο πια να μιλήσει και να περπατήσει και τελικά πέθανε στις 25 Αυγούστου 1900 από συνδυασμό πνευμονίας και εγκεφαλικού και θάφτηκε στο νεκροταφείο του Ραίκεν, δίπλα στον τάφο του κληρικού πατέρα του. Παρά τον γενναίο αντιχριστιανισμό που επέδειξε σε όλη την υπεύθυνη ζωή του αυτός ο ανένταχτος, μοναχικός και απλησίαστος φιλόσοφος, η αδελφή του δεν τον σεβάστηκε καθόλου και φρόντισε να τον θάψει με το χριστιανικό (λουθηρανικό) τυπικό.
Σαν να μην έφτανε αυτό, η αντιδραστική και χριστιανή αδελφή του, η οποία αργότερα έγινε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, προχώρησε μετά τον θάνατό του και στην επιλεκτική δημοσίευση «πειραγμένων» κειμένων του υπό τον τίτλο «Η Θέληση για Δύναμη» («Der Wille zur Macht», 1901), ένα βιβλίο το οποίο ο διαπρεπής Ιταλός φιλόλογος Μοντινάρι (Mazzino Montinari) κατήγγειλε ευθέως ότι «δεν είναι βιβλίο του Νίτσε». Στις πρώτες τρεις δεκαετίες του 20ου αιώνα όμως, αυτό το «ανύπαρκτο» βιβλίο έδωσε αφορμή να συνδέσουν απατεωνίστικα κάποιοι καλοθελητές την προηγμένη σκέψη του Νίτσε με την ανάδυση του Ναζισμού και τον αντισημιτισμό, παρά το γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα οι ιδέες του είχαν αρκετούς οπαδούς στην Αριστερά και κατά την διετία 1894 1895 οι δεξιοί είχαν προτείνει να απαγορευθούν τα βιβλία του ως «ανατρεπτικά».
Ο Νίτσε, όπως τόσο ο Μοντινάρι αλλά και τα ίδια τα γραπτά του φιλοσόφου αποδεικνύουν, υπήρξε στην πραγματικότητα ένας ιδεολόγος της ελευθερίας, εραστής των Μουσών και, πάνω από όλα, δριμύτατος επικριτής τόσο του εθνικισμού και της πολιτικής αυταρχίας όσο και του αντισημιτισμού. Η υπέρβαση του τωρινού ανθρώπου, την οποία πρότεινε μέσω του «Υπερανθρώπου» («Ubermensch») στο «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» στοχεύει στην ολοκλήρωση του ανθρώπινου όντος και όχι στην απανθρωπιά: ο «Υπεράνθρωπος» δεν είναι το μοντέλο ενός κυρίαρχου και αφέντη, αλλ απλώς ο πραγματικός άνθρωπος που μπορεί να αποδέχεται την ζωή σε όλη την τραγική της διάσταση, όπως οι αρχαίοι Έλληνες. Ο ίδιος ο Νίτσε πάντως, δεν έθρεφε αυταπάτες για το εάν θα γλίτωνε την παρερμηνεία της προχωρημένης σκέψης του από κακόβουλους ή ανόητους, αφού είχε γράψει: «ποτέ οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν, απλώς μονάχα επαινούν ή κατηγορούν».
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ:
«Από την ζωή μου» («Aus meinem Leben», 1858)
«Πάνω στην μουσική» («Uber Musik», 1858)
«Ο Ναπολέων Γ ως πρόεδρος» («Napoleon III als Praesident», 1862)
«Πεπρωμένο και Ιστορία» («Fatum und Geschichte», 1862)
«Ελεύθερη βούληση και πεπρωμένο» («Willensfreiheit und Fatum», 1862)
«Μπορεί ο ζηλόφθονος στ αλήθεια να ευτυχήσει;» («Kann der Neidische je wahrhaft glucklich sein?», 1863)
«Πάνω στις κλίσεις» («Uber Stimmungen», 1864)
«Η ζωή μου» («Μein Leben», 1864)
«Ο Όμηρος και η κλασική Φιλολογία» («Homer und die klassische Philologie», 1868)
«Πέντε πρόλογοι σε πέντε άγραφα βιβλία» («Funf Vorreden zu funf ungeschriebenen Buchern», 1872)
«Η γέννηση της Τραγωδίας» («Die Geburt der Tragodie», 1872)
«Πάνω στην αλήθεια και τα ψέματα» («Uber Wahrheit und Luge», 1873)
«Η Φιλοσοφία στης Τραγικής Εποχής των Ελλήνων» («Die Philosophie im tragischen Zeitalter der Griechen», 1873)
«Στράους, ο εξομολογητής και ο συγγραφέας» («David Strauss: der Bekenner und der Schriftsteller», 1873)
«Πάνω στην χρήση και κακοποίηση της Ιστορίας για την ζωή» («Vom Nutzen und Nachtheil der Historie fur das Leben», 1874)
«Ο Σοπενάουερ ως εκπαιδευτής» («Schopenhauer als Erzieher», 1874)
« Ο Βάγκνερ στην Βηρυτό» («Richard Wagner in Bayreuth», 1876)
«Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο» («Menschliches, Allzumenschliches», 1878)
«Ανάμεικτες γνώμες και αποφθέγματα» («Vermischte Meinungen und Spruche», 1879)
«Ο πλάνης και η σκιά του» («Der Wanderer und sein Schatten, 1879)
«Ροδαυγή» («Morgenrote», 1881)
«Η Χαρούμενη Επιστήμη» («Die frohliche Wissenschaft», 1882)
«Τάδε έφη Ζαρατούστρα. Ένα βιβλίο για όλα και για τίποτα» («Also sprach Zarathustra. Ein Buch fur Alle und Keinen », 1883 - 1885)
«Πάραν του Καλού και του Κακού. Προλόγισμα για μια φιλοσοφία του μέλλοντος» («Jenseits von Gut und Bose. Vorspiel einer Philosophie der Zukunft», 1886)
«Η Γενεαλογία της Ηθικής» («Zur Genealogie der Moral», 1887)
«Το Λυκόφως των Ειδώλων» («Gotzen-Dammerung», 1888)
«Ο Αντίχριστος. Κατάρα στον Χριστιανισμό» («Der Antichrist. Fluch auf das Christentum», 1888)
«Ίδε ο ’νθρωπος. Πώς γίνεται κάποιος αυτός που είναι» («Ecce Homo. Wie man wird, was man ist», 1888)
«Η περίπτωση Βάγκνερ» («Der Fall Wagner», 1888)
«Η Θέληση για Δύναμη» («Der Wille zur Macht», 1901, με την αυθαιρεσία της αδελφής του)
Πηγή: www.knol.google.com
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
’λντους Χάξλεϋ (Aldous Leonard Huxley
(26 Ιουλίου, 1894 22 Νοεμβρίου 1963).
’γγλος συγγραφέας, διηγηματογράφος και ποιητής, καθώς επίσης και συστηματικός ερευνητής στον χώρο της παραψυχολογίας και του φιλοσοφικού μυστικισμού. Γεννήθηκε στο Godalming του Surrey, τρίτος υιός του συγγραφέα, επιμελητή κειμένων, ποιητή και βοτανολόγου Λεονάρδου Χάξλεϋ (Leonard Huxley) και της Ιουλίας ’ρνολντ (Julia Arnold, ανεψιάς του συγγραφέα και ποιητή Μάθιου Aρνολντ), αδελφός του βιολόγου Ιουλιανού Χάξλεϋ (Julian Huxley) και εγγονός του επίσης διάσημου βιολόγου και εκλαϊκευτή της επιστήμη Τόμας Χένρυ Χάξλεϋ (Thomas Henry Huxley, γνωστού ως «το μπουλντόγκ του Δαρβίνου»).
Μορφώθηκε από πολύ νωρίς μέσα στην μεγαλοαστική οικογένειά του και έπειτα στο σχολείο Hillside με άμεση παρακολούθηση από την μητέρα του, η οποία όμως πέθανε το 1908 όταν εκείνος ήταν 14 ετών. Ενώ συνέχιζε στις σπουδές του στο πρότυπο Eton College, κτυπήθηκε το 1911 από οφθαλμική ασθένεια («keratitis punctata») με αποτέλεσμα να μείνει τυφλός για δύο περίπου χρόνια και στην συνέχεια διοπτροφόρος με αποκατεστημένη την όρασή του μόνο στο ένα μάτι του. Σε αυτή την κατάσταση (που έγινε και η αιτία να απαλλαγεί από στρατιωτική υποχρέωση κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο), ο νεαρός Χάξλεϋ κατάλαβε ότι είχε χάσει κάθε ελπίδα να διαπρέψει ως επιστήμονας, συνεπώς στράφηκε αποκλειστικά στην συγγραφική οδό με ένα ξεχωριστό ύφος κυνικής σχεδόν κοινωνικής κριτικής, που στόχευε στην «τέλεια συγχώνευση μυθιστορήματος και δοκιμίου»).
Το 1916 ολοκλήρωσε με βαθμό άριστα τις φιλολογικές του σπουδές στο Balliol College της Οξφόρδης, γνωρίστηκε με μετέπειτα σημαντικές προσωπικότητες όπως οι Λώρενς (D. H. Lawrence), Ράσσελ (Bertrand Russell) and Μπελ (Clive Bell) και για ένα διάστημα κέρδισε τον επιούσιο παραδίνοντας μαθήματα Γαλλικών στο Ήτον, όπου ανάμεσα στους μαθητές του ήταν και ο Έρικ Μπλαίρ (Eric Blair) που αργότερα αναδείχθηκε ως συγγραφέας με το ψευδώνυμο Τζωρτζ Όργουελ (George Orwell). Γύρω στο 1918 εργάστηκε για λίγο σε δημόσια υπηρεσία, ωστόσο η συγγραφική μανία του καθιστούσε σχεδόν αδύνατο τον περιορισμό του στην πολύωρη και ανούσια υπαλληλική απασχόληση.
Το 1919 νυμφεύθηκε την Βελγίδα Μαρία Νυς (Maria Nijs), από την οποία το επόμενο έτος απέκτησε έναν υιό, τον Μάθιου (Matthew Huxley, 1920 2005, που τηρώντας την οικογενειακή παράδοση θα αναδειχθεί και αυτός σε σπουδαίο ανθρωπολόγο, επιδημιολόγο και συγγραφέα). Έχοντας ως κύρια επιδίωξή του το «να συνενώσει, αλλά νόμιμα» τον μύθο με τον λογικό στοχασμό και «να συγχωνεύσει με τον πιο τέλειο τρόπο το μυθιστόρημα με το δοκίμιο», εξέδωσε το 1921 το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Crome yellow», το οποίο αποτελούσε γραπτή επίθεση κατά των «βικτωριανών» κοινωνικών αντιλήψεων, γνώρισε κυκλοφοριακή επιτυχία και τον έκανε, όπως και το επόμενο εντυπωσιακό δημιούργημά του («Antic Hay») αρκετά γνωστό ως εικονοκλάστη και προοδευτικό συγγραφέα, ο οποίος φυσικά έγινε πολύ σύντομα στόχος των κάθε λογής συντηρητικών και αντιδραστικών. Το «Antic Hay» κάηκε σε δημόσια πυρά στο Κάϊρο και κατά καιρούς τα βιβλία του γνώριζαν απαγόρευση ή μποϋκοτάζ της κυκλοφορίας τους.
Ο Χάξλεϋ ωστόσο, για τον οποίον το μυθιστόρημα πρέπει να είναι «σαν ένας ταξιδιωτικός σάκος γεμάτος με απόψεις και καθηλωτικές ιδέες», έμεινε απτόητος και συνέχισε να γράφει «βλάσφημα», όπως χαρακτήρισε την γραφή του ένας συντηρητικός κριτικός και, κατ επέκταση, να ενοχλεί, κορυφώνοντας το 1928 αυτή την «τέλεια ένωση» της διηγηματικής αφήγησης με το ανατρεπτικό δοκίμιο που ονειρευόταν, μέσα στο βιβλίο του «Point Counter Point». Στα βιβλία του ο Χάξλεϋ, που μετά από μία σύντομη επίσκεψή του στις «μαγικές» Ινδίες και στις «απογοητευτικές» Η,Π.Α. (Σεπτέμβριος 1925 Ιούνιος 1926) βάθυνε την ήδη υπάρχουσα απαισιόδοξη νότα στα γραπτά του, αναφερόταν ολοένα και περισσότερο με έντονη οξύτητα στο ύφος του και με απροκάλυπτη ελευθερία, δίχως προκαταλήψεις, σε θέματα που οι συντηρητικοί της εποχής του ούτε καν τολμούσαν ν αγγίξουν έστω και στο ελάχιστο.
Το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1920 η οικογένεια Χάξλεϋ το πέρασε στην Ιταλία, όπου εκείνη την εποχή ανέρχονταν αργά αλλά σταθερά ο Μπενίτο Μουσολίνι (Benito Mussolini) και ο Φασισμός. Η προσωπικές εμπειρίες του από την θεαματική άνοδο του ιταλικού Φασισμού, η πληροφόρησή του για τον πασιφανή πια ολοκληρωτισμό των Ρώσων κομμουνιστών, συν την προφητική πρόωρη ανησυχία του για την «αμερικανοποίηση» και την σταδιακή απο-ανθρωποίηση μπροστά στην διόγκωση του οικονομικού και τεχνολογικού παράγοντα στις κοινωνίες, τον ενέπνευσαν το 1931 να συγγράψει το πιο γνωστό αριστούργημά του με τίτλο «Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος» («Brave New World», που κυκλοφόρησε το 1932, πριν ανέλθει στην εξουσία ο Χίτλερ και πριν αρχίσει τις μεγάλες θηριωδίες του ο Ιωσήφ Στάλιν), μία αντι-ουτοπική λογοτεχνική αλλά και φιλοσοφική συνάμα προειδοποίηση για ένα εφιαλτικό ανθρώπινο μέλλον, προγραμματισμένων συμπεριφορών και καθολικού ελέγχου. Αναφορικά με εκείνη την στροφή του Χάξλεϋ στην επιστημονική αντι-ουτοπία, ο Τίμοθυ Λήρυ (Timothy Leary) σημειώνει σε κείμενό του για το έργο του (που περιέχειται δίκην προλόγου στο «Πάνω στην Ψυχεδελική Εμπειρία», εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος», Αθήνα, 1986): «στον απαίσιο νέο κόσμο της δεκαετίας του 1930 το παιγνίδι του ακονίσματος του μυαλού και της διαμόρφωσης της προσωπικότητας (αν και κρατήθηκε ζωντανό στις τελετουργίες της ψυχανάλυσης) είχε αρχίσει να μοιάζει μ ένα ναρκισσιστικό παιγνίδι σκακιού. Ο Χάξλεϋ ήταν από τους πρώτους της εποχής του που είδε πόσο περιοριστική ήταν η εμμονή στο εγώ και ποτέ δεν ξανάγραψε προς τέρψη του διανοούμενου ο ιερός ’λντους που μας είχε μάθει πώς να είμαστε έξυπνοι, λογικοί, ατομιστές, ερχόταν τώρα να ισχυριστεί ότι τα κοφτερά μυαλά μας κατασκευάζουν κλιματιζόμενες μυρμηγκοφωλιές δομικαστικούς σωλήνες».
Το 1933 ανθολόγησε τις επιστολές του πεθαμένου προ τριετίας (1930) φίλου του Λώρενς και το 1936 εξέδωσε το «Eyeless in Gaza», ένα ακόμη μυθιστόρημα μυθοπλασίας ανακατωμένης με δοκιμιακό στοχασμό, ο κεντρικός ήρωας του οποίου, ένας ιδιόρρυθμος διανοούμενος κινείται δίπλα σε πάμπολλες ακραίες ανθρώπινες φιγούρες παραδομένες στην άκαμπτη ιδεοληψία ή σε έναν χαοτικό αισθησιασμό. Ένα χρόνο μετά, έφυγε από την Αγγλία και εγκαταστάθηκε στο Λος ’ντζελες των Η.Π.Α. όπου και έζησε μέχρι τον θάνατό του (1963). Το 1938 γνώρισε την κουλτούρα των ινδιάνων Τάος του Νέου Μεξικού, ασχολήθηκε με διαλογισμό, εντάχθηκε στον κύκλο του Πραμπχαβανάντα (Swami Prabhavananda) και έγινε φίλος του Κρισναμούρτι (J. Krishnamurti), τα γραπτά του οποίου ήδη θαύμαζε. Σε σύνοψη όλων των σχετικών εμπειριών του συνέγραψε λίγο αργότερα το βιβλίο «The Perennial Philosophy», όπου σχολιάζει διάφορες πνευματικές και θρησκευτικές προσεγγίσεις μιας σωστής ζωής σε μία σωστή ανθρώπινη κοινωνία.
Σε κάποια στιγμή εργάστηκε ως σεναριογράφος στο Χόλλυγουντ, αλλά εγκατέλειψε γρήγορα, απογοητευμένος από την ρηχότητα των Αμερικανών παραγωγών. Λέγεται μάλιστα ότι σε μία «σύνοψη» της «Αλίκης στην Χώρα των Θαυμάτων» που είχε παρουσιάσει στον Ουώλτ Ντίσνεϋ (Walt Disney), ο τελευταίος είχε σχολιάσει απαξιωτικά ότι «καταλάβαινε μόνο το ένα τρίτο των λέξεων» που χρησιμοποιούσε ο «ευρωπαίος λόγιος» Χάξλεϋ. Οι σχέσεις του με τον «αμερικανισμό» παρέμειναν έκτοτε εξαιρετικά κρύες, ιδίως όταν το κράτος των Η.Π.Α. αρνήθηκε αμέσως μετά την λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου να του χορηγήσει υπηκοότητα, επειδή ο Χάξλεϋ εξέφρασε (πολιτικοφιλοσοφική ως ειρηνιστής και όχι «θρησκευτική», όπως λ.χ. οι Χιλιαστές) ένσταση στην απαίτηση μιας τυπικής δήλωσης ότι θα πολεμήσει υπέρ της συγκεκριμένης χώρας όποτε χρειαστεί.
Την δεκαετία του 1950 ο Χάξλεϋ προσανατολίστηκε στην διεύρυνση της ανθρώπινης συνείδησης, την φώτιση και τον μυστικισμό, ιδίως μετά το 1953, όταν με την συνδρομή του ψυχίατρου Χάμφρεϋ Όσμοντ (Humphry Osmond) δοκίμασε για πρώτη φορά μεσκαλίνη. Το 1954 δημοσίευσε το πασίγνωστο δοκίμιό του «Οι Πύλες της Αντίληψης» («The Doors of Perception»), επάνω στην διεύρυνση της ανθρώπινης συνείδησης υπό την επίδραση των ψυχοδηλωτικών (επί του προκειμένου της μεσκαλίνης), η οποία θα γίνει τα επόμενα χρόνια best seller, ιδίως με την ψυχεδελική έξαρση της δεκαετίας του 1960. Από τον τίτλο του δοκιμίου πήρε το όνομά του και το διάσημο ροκ συγκρότημα «The Doors». Για τον νέο αυτόν προσανατολισμό του Χάξλεϋ, ο Λήρυ σημειώνει: «το 1954 ανακοινώνει την ανακάλυψη του περάσματος προς την ανατολή τα ψυχοδηλωτικά μπορούν να φέρουν την φώτιση, το κλειδί προς τους αντίποδες του νου, την υπερβατική εμπειρία. Μπορεί κανείς να μην θέλει να κάνει αυτό το ταξίδι. Μπορεί να μην τον ενδιαφέρει καθόλου η υπέρβαση του πολιτισμικού του νου. Πολύ ωραία. Ας μην πάρει LSD. Μπορεί πάλι να θέλει την φώτιση, αλλά να αντιτίθεται στον απευθείας σύντομο δρόμο. Ίσως να προτιμά την δοκιμασία των λεκτικών ασκήσεων και τελετουργιών. Πολύ ωραία. Ας μην πάρει LSD. Για όσους όμως μπορούν να δεχθούν την θεία χάρη, ιδού: το πανάρχαιο πρόβλημα του πώς να βγούμε έξω έχει επιτέλους λυθεί και ο βιοχημικός μυσιτκισμός είναι ένα αποδεδειγμένο γεγονός Ωστόσο ο ’λντους Χάξλεϋ δεν διεκήρυσσε κάποιο τρόπο φυγής από τον παραλογισμό και την σημειολογική τρέλα του εικοστού αιώνα. Το επόμενο μήνυμά του δεν ήταν ένα μήνυμα εφησυχασμού και απάθειας αρχάτ. Κανείς σύγχρονός του δεν ήταν περισσότερο αφοσιωμένος, παθιασμένος, προσηλωμένος στην ενεργητική προσπάθεια για την καλύτερη εκμετάλλευση των δύο κόσμων».
Το 1955 η Βελγίδα σύζυγός του πέθανε από καρκίνο μετά από 36 χρόνια γάμου και τον επόμενο χρόνο ο Χάξλεϋ νυμφεύθηκε την συγγραφέα και μετέπειτα βιογράφο του Λώρα Αρτσέρα (Laura Archera). Κατά την σύντομη διάρκεια της χηρείας του και συγκεκριμένα στις 24 Δεκεμβρίου 1955 ο Χάξλεϋ πήρε την πρώτη του δόση λυσεργικού οξέως (LSD). Μέχρι το τέλος της ζωής του (1964), ο Χάξλεϋ συνέχισε τα πειράματά του επάνω στην διεύρυνση της συνείδησης με ψυχοδηλωτικά (μεσκαλίνη και LSD), αφιερώνοντας παράλληλα τον υπόλοιπο χρόνο του στην συστηματική μελέτη της ινδουϊστικής Θρησκείας και Φιλοσοφίας, ενώ το 1959 τιμήθηκε ως διηγηματογράφος από την «American Academy of Arts and Letters» με το ανά πενταετία λογοτεχνικό βραβείο της.
Το 1962 εκδόθηκε το τελευταίο διήγημά του με τίτλο «Νησί» («Island»), εστιασμένο και αυτό στην χημική ανάπτυξη της συνείδησης, μία φωτεινή ψυχεδελική ουτοπία σε αντίθεση με τον απαισιόδοξο «Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο», η οποία απαίτησε σύμφωνα με τον ίδιο 20 χρόνια μελέτης και στοχασμού και 5 χρόνια συγγραφής. Η 20ετής του μελέτη περιελάμβανε μία απέραντη ποικιλία θεμάτων, όπως «ελληνική Ιστορία, πολυνησιακή ανθρωπολογία, μεταφράσεις από σανσκριτικά, κινεζικά και βουδιστικά κείμενα, επιστημονικά συγγράμματα φαρμακολογίας, νευροφυσιολογία, ψυχολογία, εκπαιδευτικά συστήματα, καθώς επίσης και διηγήματα, ποιήματα, κριτικά δοκίμια, ταξιδιωτικούς οδηγούς, πολιτικά σχόλια και συζητήσεις με αμέτρητους ανθρώπους, από φιλοσόφους έως πρωταγωνίστριες του κινηματογράφου και από τροφίμους ψυχιατρείων έως μεγιστάνες μέσα σε λιμουζίνες».
Για το «Νησί», ο Λήρυ έγραψε: «Αυτό το βιβλίο είναι το αποκορύφωμα ενός εξερευνητικού ταξιδιού που κράτησε 69 χρόνια. Είναι ένα σπουδαίο βιβλίο. Όπως όλα τα σπουδαία βιβλία, έτσι και αυτό παρεξηγήθηκε στον καιρό του, γιατί βρισκόταν πολύ πιο μπροστά από την εποχή του. Παραήταν δυνατό για το μυαλό τους. Το Νησί είναι μία ήπειρος, ένα ημισφαίριο, ένας ολόκληρος γαλαξίας ».
Το 1960 ο πολυσχιδής αυτός συγγραφέας είχε ήδη αρρωστήσει από καρκίνο και το έτος κατά το οποίο εκδόθηκε το τελευταίο διήγημά του δέχθηκε ένα ακόμα πλήγμα, όταν καταστράφηκε από πυρκαγιά το σπίτι του στο Λος ’ντζελες, μαζί με όλο σχεδόν το τεράστιο αρχείο του, αφήνοντάς τον, όπως ο ίδιος είπε, «έναν άνθρωπο δίχως περιουσία και δίχως παρελθόν».
Στις 22 Νοεμβρίου 1963 ο Χάξλεϋ έσβησε από την ασθένειά του αρκετά αθόρυβα, καθώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ήσαν απασχολημένα εκείνη την ημέρα με την δολοφονία του προέδρου Κέννεντυ (John F. Kennedy). Σύμφωνα με την γραπτή επιθυμία του (καθώς δεν μπορούσε πια να μιλήσει), τα τελευταία εικοσιτετράωρα της ζωής του η σύζυγός του Λώρα τού χορηγούσε τακτές δόσεις LSD και του διάβαζε αποσπάσματα από την «Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών». Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του τοποθετήθηκαν στον οικογενειακό τάφο των Χάξλεϋ στην Αγγλία.
Για την προβολή του έργου του Χάξλεϋ, ενός ανθρώπου «που δεν καθόταν ποτέ να ποζάρει για το οριστικό προτραίτο του, αλλ απλούστατα δεν μπορούσε να ταιριάξει απόλυτα σε καμία ακαδημαϊκή κατηγορία», όπως τον περιέγραψε ο Λήρυ, ιδρύθηκε στις 25 Ιουνίου 1998 στο Μύνστερ της Γερμανίας η «Εταιρεία ’λντους Χάξλεϋ» (Aldous Huxley Society, AHS) σε συνεργασία με το «Κέντρο Σπουδών για τον ’λντους Χάξλεϋ» (Centre for Aldous Huxley Studies, CAHS) του τοπικού πανεπιστημίου (Westfalische Wilhelms Universitat). Επίσημο όργανο και των δύο φορέων είναι η ετήσια επιθεώρηση «Aldous Huxley Annual: A Journal of Twentieth-Century Thought and Beyond».
Πηγή: http://www.rassias.gr
΄Εργα του Χάξλεϋ
Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος
Οι πύλες της αντίληψης
Το χαμόγελο της Τζοκόντα
Ο πίθηκος και η ουσία
Το νησί
Γενναίος νέος κόσμος
(26 Ιουλίου, 1894 22 Νοεμβρίου 1963).
’γγλος συγγραφέας, διηγηματογράφος και ποιητής, καθώς επίσης και συστηματικός ερευνητής στον χώρο της παραψυχολογίας και του φιλοσοφικού μυστικισμού. Γεννήθηκε στο Godalming του Surrey, τρίτος υιός του συγγραφέα, επιμελητή κειμένων, ποιητή και βοτανολόγου Λεονάρδου Χάξλεϋ (Leonard Huxley) και της Ιουλίας ’ρνολντ (Julia Arnold, ανεψιάς του συγγραφέα και ποιητή Μάθιου Aρνολντ), αδελφός του βιολόγου Ιουλιανού Χάξλεϋ (Julian Huxley) και εγγονός του επίσης διάσημου βιολόγου και εκλαϊκευτή της επιστήμη Τόμας Χένρυ Χάξλεϋ (Thomas Henry Huxley, γνωστού ως «το μπουλντόγκ του Δαρβίνου»).
Μορφώθηκε από πολύ νωρίς μέσα στην μεγαλοαστική οικογένειά του και έπειτα στο σχολείο Hillside με άμεση παρακολούθηση από την μητέρα του, η οποία όμως πέθανε το 1908 όταν εκείνος ήταν 14 ετών. Ενώ συνέχιζε στις σπουδές του στο πρότυπο Eton College, κτυπήθηκε το 1911 από οφθαλμική ασθένεια («keratitis punctata») με αποτέλεσμα να μείνει τυφλός για δύο περίπου χρόνια και στην συνέχεια διοπτροφόρος με αποκατεστημένη την όρασή του μόνο στο ένα μάτι του. Σε αυτή την κατάσταση (που έγινε και η αιτία να απαλλαγεί από στρατιωτική υποχρέωση κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο), ο νεαρός Χάξλεϋ κατάλαβε ότι είχε χάσει κάθε ελπίδα να διαπρέψει ως επιστήμονας, συνεπώς στράφηκε αποκλειστικά στην συγγραφική οδό με ένα ξεχωριστό ύφος κυνικής σχεδόν κοινωνικής κριτικής, που στόχευε στην «τέλεια συγχώνευση μυθιστορήματος και δοκιμίου»).
Το 1916 ολοκλήρωσε με βαθμό άριστα τις φιλολογικές του σπουδές στο Balliol College της Οξφόρδης, γνωρίστηκε με μετέπειτα σημαντικές προσωπικότητες όπως οι Λώρενς (D. H. Lawrence), Ράσσελ (Bertrand Russell) and Μπελ (Clive Bell) και για ένα διάστημα κέρδισε τον επιούσιο παραδίνοντας μαθήματα Γαλλικών στο Ήτον, όπου ανάμεσα στους μαθητές του ήταν και ο Έρικ Μπλαίρ (Eric Blair) που αργότερα αναδείχθηκε ως συγγραφέας με το ψευδώνυμο Τζωρτζ Όργουελ (George Orwell). Γύρω στο 1918 εργάστηκε για λίγο σε δημόσια υπηρεσία, ωστόσο η συγγραφική μανία του καθιστούσε σχεδόν αδύνατο τον περιορισμό του στην πολύωρη και ανούσια υπαλληλική απασχόληση.
Το 1919 νυμφεύθηκε την Βελγίδα Μαρία Νυς (Maria Nijs), από την οποία το επόμενο έτος απέκτησε έναν υιό, τον Μάθιου (Matthew Huxley, 1920 2005, που τηρώντας την οικογενειακή παράδοση θα αναδειχθεί και αυτός σε σπουδαίο ανθρωπολόγο, επιδημιολόγο και συγγραφέα). Έχοντας ως κύρια επιδίωξή του το «να συνενώσει, αλλά νόμιμα» τον μύθο με τον λογικό στοχασμό και «να συγχωνεύσει με τον πιο τέλειο τρόπο το μυθιστόρημα με το δοκίμιο», εξέδωσε το 1921 το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Crome yellow», το οποίο αποτελούσε γραπτή επίθεση κατά των «βικτωριανών» κοινωνικών αντιλήψεων, γνώρισε κυκλοφοριακή επιτυχία και τον έκανε, όπως και το επόμενο εντυπωσιακό δημιούργημά του («Antic Hay») αρκετά γνωστό ως εικονοκλάστη και προοδευτικό συγγραφέα, ο οποίος φυσικά έγινε πολύ σύντομα στόχος των κάθε λογής συντηρητικών και αντιδραστικών. Το «Antic Hay» κάηκε σε δημόσια πυρά στο Κάϊρο και κατά καιρούς τα βιβλία του γνώριζαν απαγόρευση ή μποϋκοτάζ της κυκλοφορίας τους.
Ο Χάξλεϋ ωστόσο, για τον οποίον το μυθιστόρημα πρέπει να είναι «σαν ένας ταξιδιωτικός σάκος γεμάτος με απόψεις και καθηλωτικές ιδέες», έμεινε απτόητος και συνέχισε να γράφει «βλάσφημα», όπως χαρακτήρισε την γραφή του ένας συντηρητικός κριτικός και, κατ επέκταση, να ενοχλεί, κορυφώνοντας το 1928 αυτή την «τέλεια ένωση» της διηγηματικής αφήγησης με το ανατρεπτικό δοκίμιο που ονειρευόταν, μέσα στο βιβλίο του «Point Counter Point». Στα βιβλία του ο Χάξλεϋ, που μετά από μία σύντομη επίσκεψή του στις «μαγικές» Ινδίες και στις «απογοητευτικές» Η,Π.Α. (Σεπτέμβριος 1925 Ιούνιος 1926) βάθυνε την ήδη υπάρχουσα απαισιόδοξη νότα στα γραπτά του, αναφερόταν ολοένα και περισσότερο με έντονη οξύτητα στο ύφος του και με απροκάλυπτη ελευθερία, δίχως προκαταλήψεις, σε θέματα που οι συντηρητικοί της εποχής του ούτε καν τολμούσαν ν αγγίξουν έστω και στο ελάχιστο.
Το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1920 η οικογένεια Χάξλεϋ το πέρασε στην Ιταλία, όπου εκείνη την εποχή ανέρχονταν αργά αλλά σταθερά ο Μπενίτο Μουσολίνι (Benito Mussolini) και ο Φασισμός. Η προσωπικές εμπειρίες του από την θεαματική άνοδο του ιταλικού Φασισμού, η πληροφόρησή του για τον πασιφανή πια ολοκληρωτισμό των Ρώσων κομμουνιστών, συν την προφητική πρόωρη ανησυχία του για την «αμερικανοποίηση» και την σταδιακή απο-ανθρωποίηση μπροστά στην διόγκωση του οικονομικού και τεχνολογικού παράγοντα στις κοινωνίες, τον ενέπνευσαν το 1931 να συγγράψει το πιο γνωστό αριστούργημά του με τίτλο «Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος» («Brave New World», που κυκλοφόρησε το 1932, πριν ανέλθει στην εξουσία ο Χίτλερ και πριν αρχίσει τις μεγάλες θηριωδίες του ο Ιωσήφ Στάλιν), μία αντι-ουτοπική λογοτεχνική αλλά και φιλοσοφική συνάμα προειδοποίηση για ένα εφιαλτικό ανθρώπινο μέλλον, προγραμματισμένων συμπεριφορών και καθολικού ελέγχου. Αναφορικά με εκείνη την στροφή του Χάξλεϋ στην επιστημονική αντι-ουτοπία, ο Τίμοθυ Λήρυ (Timothy Leary) σημειώνει σε κείμενό του για το έργο του (που περιέχειται δίκην προλόγου στο «Πάνω στην Ψυχεδελική Εμπειρία», εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος», Αθήνα, 1986): «στον απαίσιο νέο κόσμο της δεκαετίας του 1930 το παιγνίδι του ακονίσματος του μυαλού και της διαμόρφωσης της προσωπικότητας (αν και κρατήθηκε ζωντανό στις τελετουργίες της ψυχανάλυσης) είχε αρχίσει να μοιάζει μ ένα ναρκισσιστικό παιγνίδι σκακιού. Ο Χάξλεϋ ήταν από τους πρώτους της εποχής του που είδε πόσο περιοριστική ήταν η εμμονή στο εγώ και ποτέ δεν ξανάγραψε προς τέρψη του διανοούμενου ο ιερός ’λντους που μας είχε μάθει πώς να είμαστε έξυπνοι, λογικοί, ατομιστές, ερχόταν τώρα να ισχυριστεί ότι τα κοφτερά μυαλά μας κατασκευάζουν κλιματιζόμενες μυρμηγκοφωλιές δομικαστικούς σωλήνες».
Το 1933 ανθολόγησε τις επιστολές του πεθαμένου προ τριετίας (1930) φίλου του Λώρενς και το 1936 εξέδωσε το «Eyeless in Gaza», ένα ακόμη μυθιστόρημα μυθοπλασίας ανακατωμένης με δοκιμιακό στοχασμό, ο κεντρικός ήρωας του οποίου, ένας ιδιόρρυθμος διανοούμενος κινείται δίπλα σε πάμπολλες ακραίες ανθρώπινες φιγούρες παραδομένες στην άκαμπτη ιδεοληψία ή σε έναν χαοτικό αισθησιασμό. Ένα χρόνο μετά, έφυγε από την Αγγλία και εγκαταστάθηκε στο Λος ’ντζελες των Η.Π.Α. όπου και έζησε μέχρι τον θάνατό του (1963). Το 1938 γνώρισε την κουλτούρα των ινδιάνων Τάος του Νέου Μεξικού, ασχολήθηκε με διαλογισμό, εντάχθηκε στον κύκλο του Πραμπχαβανάντα (Swami Prabhavananda) και έγινε φίλος του Κρισναμούρτι (J. Krishnamurti), τα γραπτά του οποίου ήδη θαύμαζε. Σε σύνοψη όλων των σχετικών εμπειριών του συνέγραψε λίγο αργότερα το βιβλίο «The Perennial Philosophy», όπου σχολιάζει διάφορες πνευματικές και θρησκευτικές προσεγγίσεις μιας σωστής ζωής σε μία σωστή ανθρώπινη κοινωνία.
Σε κάποια στιγμή εργάστηκε ως σεναριογράφος στο Χόλλυγουντ, αλλά εγκατέλειψε γρήγορα, απογοητευμένος από την ρηχότητα των Αμερικανών παραγωγών. Λέγεται μάλιστα ότι σε μία «σύνοψη» της «Αλίκης στην Χώρα των Θαυμάτων» που είχε παρουσιάσει στον Ουώλτ Ντίσνεϋ (Walt Disney), ο τελευταίος είχε σχολιάσει απαξιωτικά ότι «καταλάβαινε μόνο το ένα τρίτο των λέξεων» που χρησιμοποιούσε ο «ευρωπαίος λόγιος» Χάξλεϋ. Οι σχέσεις του με τον «αμερικανισμό» παρέμειναν έκτοτε εξαιρετικά κρύες, ιδίως όταν το κράτος των Η.Π.Α. αρνήθηκε αμέσως μετά την λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου να του χορηγήσει υπηκοότητα, επειδή ο Χάξλεϋ εξέφρασε (πολιτικοφιλοσοφική ως ειρηνιστής και όχι «θρησκευτική», όπως λ.χ. οι Χιλιαστές) ένσταση στην απαίτηση μιας τυπικής δήλωσης ότι θα πολεμήσει υπέρ της συγκεκριμένης χώρας όποτε χρειαστεί.
Την δεκαετία του 1950 ο Χάξλεϋ προσανατολίστηκε στην διεύρυνση της ανθρώπινης συνείδησης, την φώτιση και τον μυστικισμό, ιδίως μετά το 1953, όταν με την συνδρομή του ψυχίατρου Χάμφρεϋ Όσμοντ (Humphry Osmond) δοκίμασε για πρώτη φορά μεσκαλίνη. Το 1954 δημοσίευσε το πασίγνωστο δοκίμιό του «Οι Πύλες της Αντίληψης» («The Doors of Perception»), επάνω στην διεύρυνση της ανθρώπινης συνείδησης υπό την επίδραση των ψυχοδηλωτικών (επί του προκειμένου της μεσκαλίνης), η οποία θα γίνει τα επόμενα χρόνια best seller, ιδίως με την ψυχεδελική έξαρση της δεκαετίας του 1960. Από τον τίτλο του δοκιμίου πήρε το όνομά του και το διάσημο ροκ συγκρότημα «The Doors». Για τον νέο αυτόν προσανατολισμό του Χάξλεϋ, ο Λήρυ σημειώνει: «το 1954 ανακοινώνει την ανακάλυψη του περάσματος προς την ανατολή τα ψυχοδηλωτικά μπορούν να φέρουν την φώτιση, το κλειδί προς τους αντίποδες του νου, την υπερβατική εμπειρία. Μπορεί κανείς να μην θέλει να κάνει αυτό το ταξίδι. Μπορεί να μην τον ενδιαφέρει καθόλου η υπέρβαση του πολιτισμικού του νου. Πολύ ωραία. Ας μην πάρει LSD. Μπορεί πάλι να θέλει την φώτιση, αλλά να αντιτίθεται στον απευθείας σύντομο δρόμο. Ίσως να προτιμά την δοκιμασία των λεκτικών ασκήσεων και τελετουργιών. Πολύ ωραία. Ας μην πάρει LSD. Για όσους όμως μπορούν να δεχθούν την θεία χάρη, ιδού: το πανάρχαιο πρόβλημα του πώς να βγούμε έξω έχει επιτέλους λυθεί και ο βιοχημικός μυσιτκισμός είναι ένα αποδεδειγμένο γεγονός Ωστόσο ο ’λντους Χάξλεϋ δεν διεκήρυσσε κάποιο τρόπο φυγής από τον παραλογισμό και την σημειολογική τρέλα του εικοστού αιώνα. Το επόμενο μήνυμά του δεν ήταν ένα μήνυμα εφησυχασμού και απάθειας αρχάτ. Κανείς σύγχρονός του δεν ήταν περισσότερο αφοσιωμένος, παθιασμένος, προσηλωμένος στην ενεργητική προσπάθεια για την καλύτερη εκμετάλλευση των δύο κόσμων».
Το 1955 η Βελγίδα σύζυγός του πέθανε από καρκίνο μετά από 36 χρόνια γάμου και τον επόμενο χρόνο ο Χάξλεϋ νυμφεύθηκε την συγγραφέα και μετέπειτα βιογράφο του Λώρα Αρτσέρα (Laura Archera). Κατά την σύντομη διάρκεια της χηρείας του και συγκεκριμένα στις 24 Δεκεμβρίου 1955 ο Χάξλεϋ πήρε την πρώτη του δόση λυσεργικού οξέως (LSD). Μέχρι το τέλος της ζωής του (1964), ο Χάξλεϋ συνέχισε τα πειράματά του επάνω στην διεύρυνση της συνείδησης με ψυχοδηλωτικά (μεσκαλίνη και LSD), αφιερώνοντας παράλληλα τον υπόλοιπο χρόνο του στην συστηματική μελέτη της ινδουϊστικής Θρησκείας και Φιλοσοφίας, ενώ το 1959 τιμήθηκε ως διηγηματογράφος από την «American Academy of Arts and Letters» με το ανά πενταετία λογοτεχνικό βραβείο της.
Το 1962 εκδόθηκε το τελευταίο διήγημά του με τίτλο «Νησί» («Island»), εστιασμένο και αυτό στην χημική ανάπτυξη της συνείδησης, μία φωτεινή ψυχεδελική ουτοπία σε αντίθεση με τον απαισιόδοξο «Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο», η οποία απαίτησε σύμφωνα με τον ίδιο 20 χρόνια μελέτης και στοχασμού και 5 χρόνια συγγραφής. Η 20ετής του μελέτη περιελάμβανε μία απέραντη ποικιλία θεμάτων, όπως «ελληνική Ιστορία, πολυνησιακή ανθρωπολογία, μεταφράσεις από σανσκριτικά, κινεζικά και βουδιστικά κείμενα, επιστημονικά συγγράμματα φαρμακολογίας, νευροφυσιολογία, ψυχολογία, εκπαιδευτικά συστήματα, καθώς επίσης και διηγήματα, ποιήματα, κριτικά δοκίμια, ταξιδιωτικούς οδηγούς, πολιτικά σχόλια και συζητήσεις με αμέτρητους ανθρώπους, από φιλοσόφους έως πρωταγωνίστριες του κινηματογράφου και από τροφίμους ψυχιατρείων έως μεγιστάνες μέσα σε λιμουζίνες».
Για το «Νησί», ο Λήρυ έγραψε: «Αυτό το βιβλίο είναι το αποκορύφωμα ενός εξερευνητικού ταξιδιού που κράτησε 69 χρόνια. Είναι ένα σπουδαίο βιβλίο. Όπως όλα τα σπουδαία βιβλία, έτσι και αυτό παρεξηγήθηκε στον καιρό του, γιατί βρισκόταν πολύ πιο μπροστά από την εποχή του. Παραήταν δυνατό για το μυαλό τους. Το Νησί είναι μία ήπειρος, ένα ημισφαίριο, ένας ολόκληρος γαλαξίας ».
Το 1960 ο πολυσχιδής αυτός συγγραφέας είχε ήδη αρρωστήσει από καρκίνο και το έτος κατά το οποίο εκδόθηκε το τελευταίο διήγημά του δέχθηκε ένα ακόμα πλήγμα, όταν καταστράφηκε από πυρκαγιά το σπίτι του στο Λος ’ντζελες, μαζί με όλο σχεδόν το τεράστιο αρχείο του, αφήνοντάς τον, όπως ο ίδιος είπε, «έναν άνθρωπο δίχως περιουσία και δίχως παρελθόν».
Στις 22 Νοεμβρίου 1963 ο Χάξλεϋ έσβησε από την ασθένειά του αρκετά αθόρυβα, καθώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ήσαν απασχολημένα εκείνη την ημέρα με την δολοφονία του προέδρου Κέννεντυ (John F. Kennedy). Σύμφωνα με την γραπτή επιθυμία του (καθώς δεν μπορούσε πια να μιλήσει), τα τελευταία εικοσιτετράωρα της ζωής του η σύζυγός του Λώρα τού χορηγούσε τακτές δόσεις LSD και του διάβαζε αποσπάσματα από την «Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών». Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του τοποθετήθηκαν στον οικογενειακό τάφο των Χάξλεϋ στην Αγγλία.
Για την προβολή του έργου του Χάξλεϋ, ενός ανθρώπου «που δεν καθόταν ποτέ να ποζάρει για το οριστικό προτραίτο του, αλλ απλούστατα δεν μπορούσε να ταιριάξει απόλυτα σε καμία ακαδημαϊκή κατηγορία», όπως τον περιέγραψε ο Λήρυ, ιδρύθηκε στις 25 Ιουνίου 1998 στο Μύνστερ της Γερμανίας η «Εταιρεία ’λντους Χάξλεϋ» (Aldous Huxley Society, AHS) σε συνεργασία με το «Κέντρο Σπουδών για τον ’λντους Χάξλεϋ» (Centre for Aldous Huxley Studies, CAHS) του τοπικού πανεπιστημίου (Westfalische Wilhelms Universitat). Επίσημο όργανο και των δύο φορέων είναι η ετήσια επιθεώρηση «Aldous Huxley Annual: A Journal of Twentieth-Century Thought and Beyond».
Πηγή: http://www.rassias.gr
΄Εργα του Χάξλεϋ
Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος
Οι πύλες της αντίληψης
Το χαμόγελο της Τζοκόντα
Ο πίθηκος και η ουσία
Το νησί
Γενναίος νέος κόσμος
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
Vaso έγραψε: Το κάθε βιβλίο που πέφτει στα χέρια μας έχει έναν μόνο σκοπό...Να μας οδηγήσει στα εσωτερικά μονοπάτια του δικού μας δρόμου, να μας δώσει κίνητρα να συμφιλιωθούμε με ιδέες που βρίσκονται ξεχασμένες μέσα μας και να μας ανοίξει στον ενθουσιασμό της πίστης για την αναζήτηση και της ιερότητας σ' αυτόν τον βαθύτερο πυρήνα του είναι μας που τον έχουμε ξεχάσει μέσα στον ευτελισμό της θέλησής μας...




Το ΦΩΣ η ΑΓΑΠΗ και η ΔΥΝΑΜΗ αποκαθησούν το σχέδιο πάνω στη γή
Πολέμα και Οραματίσου !!!
Πολέμα και Οραματίσου !!!
Ρούντολφ Στάινερ
Ο Ρούντολφ Στάινερ υπήρξε φιλόσοφος, επιστήμονας, παιδαγωγός και καλλιτέχνης, ιδρυτής της Ανθρωποσοφίας, η οποία αποτελεί ένα μοναδικό στο είδος του μείγμα Ροδοσταυρικής, Θεοσοφικής και Χριστιανικής παράδοσης και στην οποία επιχειρείται να ενσωματωθούν επιστημονικές μέθοδοι για την έρευνα του πνευματικού κόσμου. Αυτή τη μέθοδο, που εν μέρει είναι εξέλιξη της φαινομενολογίας όπως την χρησιμοποιούσε ο Γκαίτε, ονόμασε ο Στάινερ Πνευματική επιστήμη ή Επιστήμη του Πνεύματος. Οι διδασκαλίες του σχετίζονται με τη φιλοσοφία, τις κοινωνικές επιστήμες, τις φυσικές επιστήμες, τις τέχνες, την αρχιτεκτονική, τη γεωργία, την ψυχολογία, την παιδαγωγική, την ιατρική και την θρησκεία.
Γεννήθηκε στις 27 Φλεβάρη του 1861 στο τότε Ουγγρικό, μετέπειτα Γιουγκοσλάβικο Κράλιεβιτς, στη σημερινή Κροατία. Η οικογένειά του Αυστριακής καταγωγής ήταν αγροτική. Ο πατέρας του, τηλεγραφητής στον κρατικό σιδηρόδρομο, προόριζε το γιο του για μηχανικό του κρατικού οργανισμού σιδηροδρόμων.
Από τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας ήταν ότι είχε διορατικές ικανότητες τις οποίες μεγαλώνοντας έχασε και αργότερα επανέκτησε με τη θέλησή του και την εσωτερική εργασία και εκπαίδευση. Στις νεανικές του εμπειρίες του περιλαμβάνεται και η αντίληψη τού φαντάσματος ενός νεκρού συγγενή και της αόρατης ενέργειας του φυτικού βασιλείου. Στην ενασχόλησή του με τη γεωμετρία στο σχολείο, αντιλαμβανόταν τις γεωμετρικές μορφές ως ζωντανές πραγματικότητες. Στα δεκαπέντε του χρόνια συναντήθηκε με τον Φέλιξ Κοτγκούτσκι, ένα βοτανολόγο που του δίδαξε την αποκρυφιστική παράδοση των φυτών. Αργότερα στα δεκαεννέα του, ο Κοτγκούτσκι τον σύστησε σε κάποιον που ο Στάινερ αποκαλούσε Ο Δάσκαλος. Εκείνος του έδωσε την πνευματική μύηση. Ο Στάινερ ποτέ δεν αποκάλυψε την ταυτότητά του Δασκάλου μένοντας πιστός στην αποκρυφιστική παράδοση. Από το Δάσκαλο έμαθε και την πνευματική του αποστολή στην ζωή: να αναπτύξει μια γνώση που να συνδυάζει συνθετικά την επιστήμη και τη θρησκεία. Γι αυτό, το υπόλοιπο μέρος της ζωής του ο Στάινερ το αφιέρωσε στο έργο αυτό, οδηγούμενος από αυτό που αποκαλούσε οι απόκρυφες δυνάμεις πίσω από εμένα. Έτσι γεννήθηκε η Πνευματική επιστήμη.
Το 1879 ο Στάινερ σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Βιέννης φυσικές επιστήμες, γεγονός που όπως αναγνώρισε αργότερα, του πρόσφερε μια στέρεη βάση για την πνευματική σύλληψη του κόσμου, πιο ουσιαστική από αυτή που θα μπορούσαν να του προσφέρουν οι ανθρωπιστικές σπουδές. Παράλληλα σπούδασε στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης φιλοσοφία και λογοτεχνία με δάσκαλο τον Κάρολο Σρέερ, μελετητή του Γκαίτε. Μελέτησε επίσης φιλοσοφίες του Καντ, Φίχτε, Έγγελου, Νίτσε καθώς και γραπτά του Γκαίτε σχετικά με τις φυσικές επιστήμες. Σε ηλικία εικοσιδύο ετών προσκλήθηκε να προλογίσει, σχολιάσει και εκδώσει στη σειρά Η Γερμανική Εθνική Λογοτεχνία την οριστική συλλογή των γραπτών του Γκαίτε για τις φυσικές επιστήμες. Έγραψε στη συνέχεια τη φιλοσοφική μελέτη μια γνωσιολογία για την κοσμοθεωρία του Γκαίτε. Αργότερα 1890-1897 τον καλέσανε στην Βαϊμάρη να εργαστεί σε μια ακόμη έκδοση των έργων για τις φυσικές επιστήμες που αυτή την φορά εξέδωσε η πριγκίπισσα Σοφία.
Το 1886 ο Στάινερ προσλήφθηκε από την οικογένεια Σπέχτ για να βοηθήσει τα πέντε αγόρια στα μαθήματά τους, ένα από τα οποία έπασχε από υδροκεφαλισμό. Η εξαιρετική παιδαγωγική μέθοδος θεράπευσε το παιδί από την πάθησή του και του έδωσε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει το γυμνάσιο, το κολέγιο, την ιατρική σχολή και να γίνει γιατρός, που δυστυχώς αργότερα χάθηκε στο πεδίο της μάχης του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Ο Στάινερ πήρε το διδακτορικό του από το πανεπιστήμιο του Rostok το 1891. Το θέμα της διατριβής του Αλήθεια και Γνώση (επίσης Αλήθεια και επιστήμη) γύρω από την επιστημονική διδασκαλία του Γερμανού φιλόσοφου Gottlieb Fichte, ακολούθησε το 1894 η άλλη μεγάλη φιλοσοφική του εργασία Die Philosophie der Freicheit(Η Φιλοσοφία της Ελευθερίας), μια φιλοσοφική μέθοδος που ο ίδιος ονόμασε Ethisch Individualismus (Ηθικός ατομισμός).
Υπήρξε εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Magazin Fuer Literatur στο Βερολίνο. Την περίοδο 1899-1905 εργάστηκε ως καθηγητής της ρητορικής, ιστορίας και των φυσικών επιστημών στο εργατικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, που ίδρυσε ο σοσιαλιστής Βίλχελμ Λίμπκνεχτ με σκοπό την διαφώτιση των εργατών.
Στα σαράντα του πλέον χρόνια ο Στάινερ ένιωθε έτοιμος να μιλήσει δημόσια για την πνευματική του φιλοσοφία, τις διορατικές του εμπειρίες και για ό,τι είχε μάθει από αυτά. Σε κάποιο αυτοβιογραφικό του σημείωμα εξηγούσε ότι κανένας κάτω από τα σαράντα του δεν ήταν έτοιμος να εμφανιστεί δημόσια ως δάσκαλος του αποκρυφισμού, σύμφωνα με τις προθέσεις των Διδασκάλων κι όποιος έκανε κάτι τέτοιο ήταν καταδικασμένος σε λάθη.
Μέχρι αυτό το στάδιο της ζωής του είχε συγκεντρώσει ένα μεγάλο μέρος εμπειριών από τον πνευματικό κόσμο. Μέσω διαλογισμού, έμαθε να γεφυρώνει τον υλικό με τον πνευματικό κόσμο, και να ελέγχει επανειλημμένα ό,τι είχε ως εμπειρία από τον πνευματικό κόσμο, να το συσχετίζει και ολοκληρώνει συνθέτοντάς το με τις εκδηλώσεις του υλικού κόσμου.
Πίστευε στο ερμητικό αξίωμα ότι η ανθρωπότητα είναι ο μικρόκοσμος μέσα στον μακρόκοσμο της Δημιουργίας και ότι έχουμε μέσα μας όλα τα στοιχεία για να ανακαλύψουμε τα μυστικά του σύμπαντος. Τα μυστικά αυτά θα μπορούσαν να αποκαλυφθούν εάν μαθαίναμε την αληθινή, πλήρη φύση του ανθρώπου συμπεριλαμβάνοντας την πνευματική γνώση γι' αυτόν, όπως πρότεινε με την πνευματική επιστήμη.
Ο Στάινερ ισχυριζόταν ότι μπορούσε να έχει πρόσβαση στα Ακασικά Αρχεία, από τα οποία μάθαινε την πραγματική ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης. Συμφωνώντας με τον Έγγελο, έλεγε ότι κάποτε η ανθρωπότητα ήταν πιο πνευματική και κατείχε υπερευαίσθητες δυνατότητες, τις οποίες όμως απώλεσε με την κάθοδό της στο υλικό πεδίο. Στο Ναδίρ της ανθρώπινης κατάβασης ήλθε η άφιξη του Χριστού, που έδωσε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να ξεκινήσουν την επιστροφή τους επαναπροσεγγίζοντας τις πνευματικές σφαίρες. Για τον Στάινερ η ζωή, ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού ήταν τα πιο σημαντικά γεγονότα στην ιστορία της ανθρωπότητας και του κόσμου.
Στην πορεία της προσωπικής του ανάπτυξης ο Στάινερ άρχισε να αντιλαμβάνεται αναρίθμητες πνευματικές οντότητες που υπάρχουν στα πνευματικά πεδία και που αλληλεπιδρούν διαρκώς με τους ανθρώπους στο φυσικό πεδίο. Ανακάλυψε ότι μερικές οντότητες ενθαρρύνουν την πρόοδο της πνευματικής συνειδητότητας του ανθρώπου, ενώ άλλες εύχονται οι άνθρωποι να μείνουν τελματωμένοι σε ένα μηχανιστικό υλιστικό κόσμο. Διαχώρισε τα είδη του κακού σε δύο, με τελείως διαφορετική λειτουργία και σκοπό το καθένα, το Λουσιφερικό κακό και το Αριμανικό, από την Περσική προσωποποίηση του κακού. Το Λουσιφερικό λειτουργεί ως τροχοπέδη λόγω της τριβής με την ύλη και ουσιαστικά συμβάλλει με την αρνητική του επίδρασή στην εξέλιξη. Στελεχώνεται από τις οντότητες που αυτοθυσιάστηκαν με την Πτώση τους για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους παίρνοντας τον επαχθή αλλά αναγκαίο ρόλο του κακού. Το Αριμανικό κακό σχετίζεται με τη φύση του απόλυτου κακού που λειτουργεί μόνο για το χάος και την καταστροφή, την επιβολή της απόλυτης εκμηδένισης κάθε δημιουργίας. Αυτές οι οντότητες του κακού είναι διακριτές και πρακτικά. Στην καθημερινότητα μπορεί να ελεγχθεί αν και κατά πόσο επηρεάζεται μια δράση μας από την μία ή την άλλη έκφανση του κακού. Ο Στάινερ έδωσε σοβαρές εσωτερικές μάχες με αυτές τις οντότητες του κακού. Η σωτηρία του ήταν η εμβάπτιση στα μυστήρια του Χριστού. Προειδοποιούσε ότι το μονοπάτι προς την ανώτερη συνειδητότητα, μολονότι προσιτό σε όποιον ακολουθούσε μια τακτική και πειθαρχημένη εκπαίδευση της σκέψης, των συναισθημάτων και της θέλησης του, απαιτεί μεγάλη υπομονή και επιμονή, καθώς και προετοιμασία για την πρόκληση εμπειριών που θα πρέπει να αντιμετωπίσει κανείς με μεγάλο ηθικό σθένος.
Στις διαλέξεις του ο Στάινερ βρήκε ένα μεγάλο ένθερμο κοινό από τη Θεοσοφική εταιρεία. Η δημοτικότητά του οδήγησε στην εκλογή του το 1902 ως γενικού γραμματέα στο νεοϊδρυθέν Γερμανικό τμήμα της Θεοσοφικής εταιρείας, ενώ γραμματέας είχε διοριστεί η Μαρία Φον Σίβερς, που έγινε και η δεύτερη σύζυγός του Στάινερ το 1914. Πρώτη του σύζυγος ήταν η Anna Eunicke, χήρα.
Τον Στάινερ σύντομα απασχόλησε αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε ¨κοινοτυπία και ερασιτεχνισμό της Θεοσοφικής Εταιρίας. Τον είχε απογοητεύσει ο θρησκευτικός πρωταθλητισμός της ’ννι Μπεζάντ για τον Κρισναμούρτι, τον υποτιθέμενο επόμενο Μεσσία. Δεν πίστευε ότι ήταν δυνατό να χτιστεί μια πνευματική επιστήμη σχετικά με τον Ανατολικό μυστικισμό, ο οποίος, έλεγε, δεν ήταν κατάλληλος για τις πνευματικές ανάγκες του Δυτικού νου. Επιπλέον πίστευε ότι η Έλενα Μπλαβάτσκυ, συνιδρύτρια της εταιρίας, είχε αλλοιώσει τις αποκρυφιστικές αλήθειες. Το 1913 διακόπηκε η σχέση του με τη Θεοσοφική Εταιρία της Γερμανίας. Οι φίλοι του Στάινερ τότε ίδρυσαν την Ανθρωποσοφική Εταιρία σαν ένα όχημα για να συνεχίσει την δουλειά του. Ο Στάινερ περιέγραψε την Ανθρωποσοφία σαν ένα μονοπάτι πνευματικής άσκησης και ανάπτυξης με στόχο να βοηθήσει τους ανθρώπους να επαναπροσεγγίσουν το πνευματικό στοιχείο του σύμπαντος, από το οποίο αποξενώθηκαν εξαιτίας της επιρροής της ύλης. Αυτό το μονοπάτι της πνευματικής ανάπτυξης σχετίζεται με τέσσερις πτυχές της ανθρώπινης φύσης: των αισθήσεων, της φαντασίας, της έμπνευσης, και της διαίσθησης.
Τον ίδιο χρόνο που ίδρυσε την Ανθρωποσοφική Εταιρία ο Στάινερ σχεδίασε και έχτισε με την βοήθεια των μελών της Ανθρωποσοφίας το Γκαιτεάνουμ, στο Dornach, κοντά στην Βασιλεία της Ελβετίας, ένα κτήριο που θα στέγαζε τις δραστηριότητες της Ανθρωποσοφίας, ένα ελεύθερο πανεπιστήμιο για την επιστήμη του πνεύματος όπως χαρακτηρίστηκε. Το Γκαιτεάνουμ άνοιξε τις πόρτες του κι άρχισε να λειτουργεί το 1920, όμως καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά το 1922. Ακολούθησε ο σχεδιασμός από τον Στάινερ και η κατασκευή (1925-1928) νέου κτηρίου από μπετόν, που ως και σήμερα λειτουργεί ως διεθνές κέντρο της Ανθρωποσοφικής Εταιρείας.
Ο Στάινερ πέθανε στο Dornach στις 30 Μαρτίου του 1925. Κατά την διάρκεια των τελευταίων εικοσιπέντε χρόνων της ζωής του ο Στάινερ ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη, Σκανδιναβία και Μεγάλη Βρετανία, δίνοντας περισσότερες από έξι χιλιάδες διαλέξεις πάνω σε ζητήματα πνευματικής επιστήμης, τεχνών, κοινωνικών επιστημών, θρησκείας, γεωργίας, εκπαίδευσης και υγείας. Τα δημοσιευμένα έργα του αριθμούν πάνω από 350 τίτλους, τα περισσότερα από τα οποία αποτελούν συλλογές από διαλέξεις, αλλά και βιβλία, άρθρα κριτικές και θεατρικά έργα. Τα κεφαλαιώδη έργα του που συνοψίζουν και χαρακτηρίζουν την αποκρυφιστική φιλοσοφία του είναι τα ¨Πως αποκτώνται γνώσεις των ανώτερων κόσμων. (1904-1905), Θεοσοφία. Εισαγωγή στην υπεραισθητή γνώση του κόσμου και καθορισμό του ανθρώπου¨, (1904), και το Περιγραφή της επιστήμης του απόκρυφου,(1909). Οι βάσεις για τις απόψεις του γύρω από τον Χριστό και τον Χριστιανισμό υπάρχουν σε περισσότερους από δώδεκα κύκλους διαλέξεων σχετικών με τα Ευαγγέλια.
Μια απο τις σπουδαιότερες προσφορές του Στάινερ είναι τα σχολεία Waldorf, αυτοδιοικούμενα, ελεύθερα από κάθε κρατική ή άλλη εξωτερική παρέμβαση σχολεία, όπου η παιδαγωγική τέχνη, όπως την ονομάζει ο Στάινερ, βασίζεται στη γνώση του ανθρώπου σύμφωνα με την επιστήμη του πνεύματος. Την κοινωνική του φιλοσοφία που ονομάστηκε κοινωνικό τρίπτυχο, ο Στάινερ, εξέδωσε το 1919 μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο με τίτλο Ουσιαστικά σημεία της κοινωνικής ερώτησης. Μίλησε σε εργοστάσια παντού σε όλη την Γερμανία ώστε να επηρεάσει τους εργάτες να αντιληφθούν ότι είναι ανάγκη να αλλάξει το κοινωνικό σύστημα όχι με αφαιρετική υπόθεση και ιδεολογίες αλλά με μια αληθινή πνευματική θεώρηση του κοινωνικού σώματος ως ζωντανού οργανισμού. Όπως ο οργανισμός του ανθρώπου είναι τριμερής με σώμα, ψυχή, πνεύμα έτσι και ο κοινωνικός οργανισμός είναι τρίπτυχος και χωρίζεται σε τρία αυτοτελή κοινωνικά όργανα που λειτουργούν στον ενιαίο κοινωνικό οργανισμό συνδυαστικά. Πρώτο όργανο αυτό της κοινωνικής δικαιοσύνης όπου όλοι είναι ίσοι και εποπτεύεται από το κοινοβούλιο. Δεύτερο όργανο αυτό της οικονομικής δραστηριότητας που διαχειρίζεται την παραγωγή, κατανομή και διακίνηση των αγαθών και το οποίο διέπεται από πνεύμα αδελφοσύνης, όπου δεν κυριαρχούν οι νόμοι προσφοράς ζήτησης και ανταγωνισμού, αλλά υπάρχει η φροντίδα να εξυπηρετείται το κοινωνικό σύνολο. Τρίτο όργανο είναι αυτό που ασχολείται με την πνευματική ζωή, τις ιδέες, την τέχνη, τις επιστήμες, την εκπαίδευση και διέπεται από την αρχή της ελευθερίας. Όλα τα παραπάνω είναι συνέπειες της Ανθρωποσοφικής αντίληψης για την εξέλιξη της κοινωνίας και των κοινωνικών ομάδων.
Το 1919 ιδρύει το πρώτο 12τάξιο μεικτό σχολείο στο καπνεργοστάσιο Waldorf-Astoria στην Στουτγάρδη. Την έμπνευση για την ίδρυση αυτού του σχολείου την είχε ο διευθυντής προσωπικού Έμιλ Μόλτ που ήθελε να ιδρύσει ένα σχολείο εξίσου καλό για τους μαθητές των εργατών όσο και των ανώτερων στελεχών. Ένα σχολείο όπου το παιδί κάθε κοινωνικής τάξης να μπορεί να λάβει ό,τι είναι απαραίτητο για να αναπτυχθεί, ώστε να σταθεί ελεύθερο στην ζωή για να μπορεί να στηρίξει τον εαυτό του με σκοπό να είναι χρήσιμο για τους άλλους.
O Στάινερ μέχρι το τέλος της ζωής του εργάστηκε πυρετωδώς βάζοντας όλη την πνευματική, καλλιτεχνική, παιδαγωγική και επιστημονική του εμπειρία για τη λειτουργία του σχολείου. Σήμερα η παιδαγωγική Waldorf αριθμεί πάνω από 800 σχολεία σε όλο τον κόσμο. Είναι το μεγαλύτερο και ταχύτερα αναπτυσσόμενο, αυτόνομο και ελεύθερο από κρατικές παρεμβολές παιδαγωγικό κίνημα στον κόσμο που προστατεύεται από την UNESCO.
Ο Στάινερ προώθησε επίσης και τις παιδαγωγικές και θεραπευτικές αντιλήψεις για παιδιά με νοητική υστέρηση. Οι κλινικές και τα σπίτια που αναφέρονται με το όνομα Camphill Villages διδάσκουν με τις μεθόδους του και εκτιμώνται ιδιαίτερα.
Οι αγροτικές μέθοδοι του Στάινερ για την καλλιέργεια της γης δημιούργησαν τη Bιοδυναμική Kαλλιέργεια, ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στις φυσικές μεθόδους της αγροτικής παραγωγής, όπου ενσωματώνονται πνευματικές ποιότητες στον παραγωγικό κύκλο, με αποτέλεσμα να παράγεται η σοδειά απαλλαγμένη από χημικά και συγχρόνως να θεραπεύεται η γη.
Με τη Μαρία Φον Σίβερς δημιούργησαν την Ευρυθμία, την τέχνη της κίνησης και του σώματος, ως ορατό λόγο και ορατή μουσική, όπου το σώμα με κινήσεις εκφράζει τους κραδασμούς που αντιστοιχούν σε ήχους, γράμματα και αρχετυπικές έννοιες. Η Ευρυθμία ασκείται σε τρεις κατευθύνσεις, παιδαγωγικά, θεραπευτικά και καλλιτεχνικά. Επίσης, ευρεία ανταπόκριση βρίσκει η Aνθρωποσοφική Iατρική που είναι Oλιστική Iατρική, παραπλήσια με την Oμοιοπαθητική, όμως η Ανθρωποσοφική ιατρική σε επίπεδο διάγνωσης και θεραπείας συντίθεται με την Πνευματική Επιστήμη.
Πηγές
Guilley R. E. 1994, Harpers, Εγκυκλοπαίδεια Μυστικιστικών και Παραφυσικών Εμπειριών, Εκδόσεις ’νουβις,
Πελεγρίνης Θ. 2009, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα
Διανδάκη, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια.
Στάινερ Ρούντολφ. 1991, Η Αγωγή του παιδιού σύμφωνα με την επιστήμη του πνεύματος, Εκδόσεις Ανθρωποσοφία, Αθήνα
Πηγή: http://innerpedia.gr
Μερικά από τα έργα του Ρούντολφ Στάινερ
Από το χρονικό Ακάσα (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Από τον Ιησού στον Χριστό (Κέδρος)
Απόκρυφη επιστήμη (Τρόπος ζωής)
Βήματα κατανόησης του μυστυρίου του Γολγοθά (Ανθρωποσοφία)
Γνώση μύησης (Ανθρωποσοφία)
Η αποκάλυψη του Ιωάννη (Κάκτος)
Η σοφία του Ροδόσταυρου (Ανθρωποσοφία)
Η φιλοσοφία της ελευθερίας (Πύρινος Κόσμος)
Θεοσοφία (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Ο Χριστός και η ανθρώπινη ψυχή (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Το πέμπτο Ευαγγέλιο (Ανθρωποσοφία)
Ο Ρούντολφ Στάινερ υπήρξε φιλόσοφος, επιστήμονας, παιδαγωγός και καλλιτέχνης, ιδρυτής της Ανθρωποσοφίας, η οποία αποτελεί ένα μοναδικό στο είδος του μείγμα Ροδοσταυρικής, Θεοσοφικής και Χριστιανικής παράδοσης και στην οποία επιχειρείται να ενσωματωθούν επιστημονικές μέθοδοι για την έρευνα του πνευματικού κόσμου. Αυτή τη μέθοδο, που εν μέρει είναι εξέλιξη της φαινομενολογίας όπως την χρησιμοποιούσε ο Γκαίτε, ονόμασε ο Στάινερ Πνευματική επιστήμη ή Επιστήμη του Πνεύματος. Οι διδασκαλίες του σχετίζονται με τη φιλοσοφία, τις κοινωνικές επιστήμες, τις φυσικές επιστήμες, τις τέχνες, την αρχιτεκτονική, τη γεωργία, την ψυχολογία, την παιδαγωγική, την ιατρική και την θρησκεία.
Γεννήθηκε στις 27 Φλεβάρη του 1861 στο τότε Ουγγρικό, μετέπειτα Γιουγκοσλάβικο Κράλιεβιτς, στη σημερινή Κροατία. Η οικογένειά του Αυστριακής καταγωγής ήταν αγροτική. Ο πατέρας του, τηλεγραφητής στον κρατικό σιδηρόδρομο, προόριζε το γιο του για μηχανικό του κρατικού οργανισμού σιδηροδρόμων.
Από τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας ήταν ότι είχε διορατικές ικανότητες τις οποίες μεγαλώνοντας έχασε και αργότερα επανέκτησε με τη θέλησή του και την εσωτερική εργασία και εκπαίδευση. Στις νεανικές του εμπειρίες του περιλαμβάνεται και η αντίληψη τού φαντάσματος ενός νεκρού συγγενή και της αόρατης ενέργειας του φυτικού βασιλείου. Στην ενασχόλησή του με τη γεωμετρία στο σχολείο, αντιλαμβανόταν τις γεωμετρικές μορφές ως ζωντανές πραγματικότητες. Στα δεκαπέντε του χρόνια συναντήθηκε με τον Φέλιξ Κοτγκούτσκι, ένα βοτανολόγο που του δίδαξε την αποκρυφιστική παράδοση των φυτών. Αργότερα στα δεκαεννέα του, ο Κοτγκούτσκι τον σύστησε σε κάποιον που ο Στάινερ αποκαλούσε Ο Δάσκαλος. Εκείνος του έδωσε την πνευματική μύηση. Ο Στάινερ ποτέ δεν αποκάλυψε την ταυτότητά του Δασκάλου μένοντας πιστός στην αποκρυφιστική παράδοση. Από το Δάσκαλο έμαθε και την πνευματική του αποστολή στην ζωή: να αναπτύξει μια γνώση που να συνδυάζει συνθετικά την επιστήμη και τη θρησκεία. Γι αυτό, το υπόλοιπο μέρος της ζωής του ο Στάινερ το αφιέρωσε στο έργο αυτό, οδηγούμενος από αυτό που αποκαλούσε οι απόκρυφες δυνάμεις πίσω από εμένα. Έτσι γεννήθηκε η Πνευματική επιστήμη.
Το 1879 ο Στάινερ σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Βιέννης φυσικές επιστήμες, γεγονός που όπως αναγνώρισε αργότερα, του πρόσφερε μια στέρεη βάση για την πνευματική σύλληψη του κόσμου, πιο ουσιαστική από αυτή που θα μπορούσαν να του προσφέρουν οι ανθρωπιστικές σπουδές. Παράλληλα σπούδασε στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης φιλοσοφία και λογοτεχνία με δάσκαλο τον Κάρολο Σρέερ, μελετητή του Γκαίτε. Μελέτησε επίσης φιλοσοφίες του Καντ, Φίχτε, Έγγελου, Νίτσε καθώς και γραπτά του Γκαίτε σχετικά με τις φυσικές επιστήμες. Σε ηλικία εικοσιδύο ετών προσκλήθηκε να προλογίσει, σχολιάσει και εκδώσει στη σειρά Η Γερμανική Εθνική Λογοτεχνία την οριστική συλλογή των γραπτών του Γκαίτε για τις φυσικές επιστήμες. Έγραψε στη συνέχεια τη φιλοσοφική μελέτη μια γνωσιολογία για την κοσμοθεωρία του Γκαίτε. Αργότερα 1890-1897 τον καλέσανε στην Βαϊμάρη να εργαστεί σε μια ακόμη έκδοση των έργων για τις φυσικές επιστήμες που αυτή την φορά εξέδωσε η πριγκίπισσα Σοφία.
Το 1886 ο Στάινερ προσλήφθηκε από την οικογένεια Σπέχτ για να βοηθήσει τα πέντε αγόρια στα μαθήματά τους, ένα από τα οποία έπασχε από υδροκεφαλισμό. Η εξαιρετική παιδαγωγική μέθοδος θεράπευσε το παιδί από την πάθησή του και του έδωσε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει το γυμνάσιο, το κολέγιο, την ιατρική σχολή και να γίνει γιατρός, που δυστυχώς αργότερα χάθηκε στο πεδίο της μάχης του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Ο Στάινερ πήρε το διδακτορικό του από το πανεπιστήμιο του Rostok το 1891. Το θέμα της διατριβής του Αλήθεια και Γνώση (επίσης Αλήθεια και επιστήμη) γύρω από την επιστημονική διδασκαλία του Γερμανού φιλόσοφου Gottlieb Fichte, ακολούθησε το 1894 η άλλη μεγάλη φιλοσοφική του εργασία Die Philosophie der Freicheit(Η Φιλοσοφία της Ελευθερίας), μια φιλοσοφική μέθοδος που ο ίδιος ονόμασε Ethisch Individualismus (Ηθικός ατομισμός).
Υπήρξε εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Magazin Fuer Literatur στο Βερολίνο. Την περίοδο 1899-1905 εργάστηκε ως καθηγητής της ρητορικής, ιστορίας και των φυσικών επιστημών στο εργατικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, που ίδρυσε ο σοσιαλιστής Βίλχελμ Λίμπκνεχτ με σκοπό την διαφώτιση των εργατών.
Στα σαράντα του πλέον χρόνια ο Στάινερ ένιωθε έτοιμος να μιλήσει δημόσια για την πνευματική του φιλοσοφία, τις διορατικές του εμπειρίες και για ό,τι είχε μάθει από αυτά. Σε κάποιο αυτοβιογραφικό του σημείωμα εξηγούσε ότι κανένας κάτω από τα σαράντα του δεν ήταν έτοιμος να εμφανιστεί δημόσια ως δάσκαλος του αποκρυφισμού, σύμφωνα με τις προθέσεις των Διδασκάλων κι όποιος έκανε κάτι τέτοιο ήταν καταδικασμένος σε λάθη.
Μέχρι αυτό το στάδιο της ζωής του είχε συγκεντρώσει ένα μεγάλο μέρος εμπειριών από τον πνευματικό κόσμο. Μέσω διαλογισμού, έμαθε να γεφυρώνει τον υλικό με τον πνευματικό κόσμο, και να ελέγχει επανειλημμένα ό,τι είχε ως εμπειρία από τον πνευματικό κόσμο, να το συσχετίζει και ολοκληρώνει συνθέτοντάς το με τις εκδηλώσεις του υλικού κόσμου.
Πίστευε στο ερμητικό αξίωμα ότι η ανθρωπότητα είναι ο μικρόκοσμος μέσα στον μακρόκοσμο της Δημιουργίας και ότι έχουμε μέσα μας όλα τα στοιχεία για να ανακαλύψουμε τα μυστικά του σύμπαντος. Τα μυστικά αυτά θα μπορούσαν να αποκαλυφθούν εάν μαθαίναμε την αληθινή, πλήρη φύση του ανθρώπου συμπεριλαμβάνοντας την πνευματική γνώση γι' αυτόν, όπως πρότεινε με την πνευματική επιστήμη.
Ο Στάινερ ισχυριζόταν ότι μπορούσε να έχει πρόσβαση στα Ακασικά Αρχεία, από τα οποία μάθαινε την πραγματική ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης. Συμφωνώντας με τον Έγγελο, έλεγε ότι κάποτε η ανθρωπότητα ήταν πιο πνευματική και κατείχε υπερευαίσθητες δυνατότητες, τις οποίες όμως απώλεσε με την κάθοδό της στο υλικό πεδίο. Στο Ναδίρ της ανθρώπινης κατάβασης ήλθε η άφιξη του Χριστού, που έδωσε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να ξεκινήσουν την επιστροφή τους επαναπροσεγγίζοντας τις πνευματικές σφαίρες. Για τον Στάινερ η ζωή, ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού ήταν τα πιο σημαντικά γεγονότα στην ιστορία της ανθρωπότητας και του κόσμου.
Στην πορεία της προσωπικής του ανάπτυξης ο Στάινερ άρχισε να αντιλαμβάνεται αναρίθμητες πνευματικές οντότητες που υπάρχουν στα πνευματικά πεδία και που αλληλεπιδρούν διαρκώς με τους ανθρώπους στο φυσικό πεδίο. Ανακάλυψε ότι μερικές οντότητες ενθαρρύνουν την πρόοδο της πνευματικής συνειδητότητας του ανθρώπου, ενώ άλλες εύχονται οι άνθρωποι να μείνουν τελματωμένοι σε ένα μηχανιστικό υλιστικό κόσμο. Διαχώρισε τα είδη του κακού σε δύο, με τελείως διαφορετική λειτουργία και σκοπό το καθένα, το Λουσιφερικό κακό και το Αριμανικό, από την Περσική προσωποποίηση του κακού. Το Λουσιφερικό λειτουργεί ως τροχοπέδη λόγω της τριβής με την ύλη και ουσιαστικά συμβάλλει με την αρνητική του επίδρασή στην εξέλιξη. Στελεχώνεται από τις οντότητες που αυτοθυσιάστηκαν με την Πτώση τους για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους παίρνοντας τον επαχθή αλλά αναγκαίο ρόλο του κακού. Το Αριμανικό κακό σχετίζεται με τη φύση του απόλυτου κακού που λειτουργεί μόνο για το χάος και την καταστροφή, την επιβολή της απόλυτης εκμηδένισης κάθε δημιουργίας. Αυτές οι οντότητες του κακού είναι διακριτές και πρακτικά. Στην καθημερινότητα μπορεί να ελεγχθεί αν και κατά πόσο επηρεάζεται μια δράση μας από την μία ή την άλλη έκφανση του κακού. Ο Στάινερ έδωσε σοβαρές εσωτερικές μάχες με αυτές τις οντότητες του κακού. Η σωτηρία του ήταν η εμβάπτιση στα μυστήρια του Χριστού. Προειδοποιούσε ότι το μονοπάτι προς την ανώτερη συνειδητότητα, μολονότι προσιτό σε όποιον ακολουθούσε μια τακτική και πειθαρχημένη εκπαίδευση της σκέψης, των συναισθημάτων και της θέλησης του, απαιτεί μεγάλη υπομονή και επιμονή, καθώς και προετοιμασία για την πρόκληση εμπειριών που θα πρέπει να αντιμετωπίσει κανείς με μεγάλο ηθικό σθένος.
Στις διαλέξεις του ο Στάινερ βρήκε ένα μεγάλο ένθερμο κοινό από τη Θεοσοφική εταιρεία. Η δημοτικότητά του οδήγησε στην εκλογή του το 1902 ως γενικού γραμματέα στο νεοϊδρυθέν Γερμανικό τμήμα της Θεοσοφικής εταιρείας, ενώ γραμματέας είχε διοριστεί η Μαρία Φον Σίβερς, που έγινε και η δεύτερη σύζυγός του Στάινερ το 1914. Πρώτη του σύζυγος ήταν η Anna Eunicke, χήρα.
Τον Στάινερ σύντομα απασχόλησε αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε ¨κοινοτυπία και ερασιτεχνισμό της Θεοσοφικής Εταιρίας. Τον είχε απογοητεύσει ο θρησκευτικός πρωταθλητισμός της ’ννι Μπεζάντ για τον Κρισναμούρτι, τον υποτιθέμενο επόμενο Μεσσία. Δεν πίστευε ότι ήταν δυνατό να χτιστεί μια πνευματική επιστήμη σχετικά με τον Ανατολικό μυστικισμό, ο οποίος, έλεγε, δεν ήταν κατάλληλος για τις πνευματικές ανάγκες του Δυτικού νου. Επιπλέον πίστευε ότι η Έλενα Μπλαβάτσκυ, συνιδρύτρια της εταιρίας, είχε αλλοιώσει τις αποκρυφιστικές αλήθειες. Το 1913 διακόπηκε η σχέση του με τη Θεοσοφική Εταιρία της Γερμανίας. Οι φίλοι του Στάινερ τότε ίδρυσαν την Ανθρωποσοφική Εταιρία σαν ένα όχημα για να συνεχίσει την δουλειά του. Ο Στάινερ περιέγραψε την Ανθρωποσοφία σαν ένα μονοπάτι πνευματικής άσκησης και ανάπτυξης με στόχο να βοηθήσει τους ανθρώπους να επαναπροσεγγίσουν το πνευματικό στοιχείο του σύμπαντος, από το οποίο αποξενώθηκαν εξαιτίας της επιρροής της ύλης. Αυτό το μονοπάτι της πνευματικής ανάπτυξης σχετίζεται με τέσσερις πτυχές της ανθρώπινης φύσης: των αισθήσεων, της φαντασίας, της έμπνευσης, και της διαίσθησης.
Τον ίδιο χρόνο που ίδρυσε την Ανθρωποσοφική Εταιρία ο Στάινερ σχεδίασε και έχτισε με την βοήθεια των μελών της Ανθρωποσοφίας το Γκαιτεάνουμ, στο Dornach, κοντά στην Βασιλεία της Ελβετίας, ένα κτήριο που θα στέγαζε τις δραστηριότητες της Ανθρωποσοφίας, ένα ελεύθερο πανεπιστήμιο για την επιστήμη του πνεύματος όπως χαρακτηρίστηκε. Το Γκαιτεάνουμ άνοιξε τις πόρτες του κι άρχισε να λειτουργεί το 1920, όμως καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά το 1922. Ακολούθησε ο σχεδιασμός από τον Στάινερ και η κατασκευή (1925-1928) νέου κτηρίου από μπετόν, που ως και σήμερα λειτουργεί ως διεθνές κέντρο της Ανθρωποσοφικής Εταιρείας.
Ο Στάινερ πέθανε στο Dornach στις 30 Μαρτίου του 1925. Κατά την διάρκεια των τελευταίων εικοσιπέντε χρόνων της ζωής του ο Στάινερ ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη, Σκανδιναβία και Μεγάλη Βρετανία, δίνοντας περισσότερες από έξι χιλιάδες διαλέξεις πάνω σε ζητήματα πνευματικής επιστήμης, τεχνών, κοινωνικών επιστημών, θρησκείας, γεωργίας, εκπαίδευσης και υγείας. Τα δημοσιευμένα έργα του αριθμούν πάνω από 350 τίτλους, τα περισσότερα από τα οποία αποτελούν συλλογές από διαλέξεις, αλλά και βιβλία, άρθρα κριτικές και θεατρικά έργα. Τα κεφαλαιώδη έργα του που συνοψίζουν και χαρακτηρίζουν την αποκρυφιστική φιλοσοφία του είναι τα ¨Πως αποκτώνται γνώσεις των ανώτερων κόσμων. (1904-1905), Θεοσοφία. Εισαγωγή στην υπεραισθητή γνώση του κόσμου και καθορισμό του ανθρώπου¨, (1904), και το Περιγραφή της επιστήμης του απόκρυφου,(1909). Οι βάσεις για τις απόψεις του γύρω από τον Χριστό και τον Χριστιανισμό υπάρχουν σε περισσότερους από δώδεκα κύκλους διαλέξεων σχετικών με τα Ευαγγέλια.
Μια απο τις σπουδαιότερες προσφορές του Στάινερ είναι τα σχολεία Waldorf, αυτοδιοικούμενα, ελεύθερα από κάθε κρατική ή άλλη εξωτερική παρέμβαση σχολεία, όπου η παιδαγωγική τέχνη, όπως την ονομάζει ο Στάινερ, βασίζεται στη γνώση του ανθρώπου σύμφωνα με την επιστήμη του πνεύματος. Την κοινωνική του φιλοσοφία που ονομάστηκε κοινωνικό τρίπτυχο, ο Στάινερ, εξέδωσε το 1919 μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο με τίτλο Ουσιαστικά σημεία της κοινωνικής ερώτησης. Μίλησε σε εργοστάσια παντού σε όλη την Γερμανία ώστε να επηρεάσει τους εργάτες να αντιληφθούν ότι είναι ανάγκη να αλλάξει το κοινωνικό σύστημα όχι με αφαιρετική υπόθεση και ιδεολογίες αλλά με μια αληθινή πνευματική θεώρηση του κοινωνικού σώματος ως ζωντανού οργανισμού. Όπως ο οργανισμός του ανθρώπου είναι τριμερής με σώμα, ψυχή, πνεύμα έτσι και ο κοινωνικός οργανισμός είναι τρίπτυχος και χωρίζεται σε τρία αυτοτελή κοινωνικά όργανα που λειτουργούν στον ενιαίο κοινωνικό οργανισμό συνδυαστικά. Πρώτο όργανο αυτό της κοινωνικής δικαιοσύνης όπου όλοι είναι ίσοι και εποπτεύεται από το κοινοβούλιο. Δεύτερο όργανο αυτό της οικονομικής δραστηριότητας που διαχειρίζεται την παραγωγή, κατανομή και διακίνηση των αγαθών και το οποίο διέπεται από πνεύμα αδελφοσύνης, όπου δεν κυριαρχούν οι νόμοι προσφοράς ζήτησης και ανταγωνισμού, αλλά υπάρχει η φροντίδα να εξυπηρετείται το κοινωνικό σύνολο. Τρίτο όργανο είναι αυτό που ασχολείται με την πνευματική ζωή, τις ιδέες, την τέχνη, τις επιστήμες, την εκπαίδευση και διέπεται από την αρχή της ελευθερίας. Όλα τα παραπάνω είναι συνέπειες της Ανθρωποσοφικής αντίληψης για την εξέλιξη της κοινωνίας και των κοινωνικών ομάδων.
Το 1919 ιδρύει το πρώτο 12τάξιο μεικτό σχολείο στο καπνεργοστάσιο Waldorf-Astoria στην Στουτγάρδη. Την έμπνευση για την ίδρυση αυτού του σχολείου την είχε ο διευθυντής προσωπικού Έμιλ Μόλτ που ήθελε να ιδρύσει ένα σχολείο εξίσου καλό για τους μαθητές των εργατών όσο και των ανώτερων στελεχών. Ένα σχολείο όπου το παιδί κάθε κοινωνικής τάξης να μπορεί να λάβει ό,τι είναι απαραίτητο για να αναπτυχθεί, ώστε να σταθεί ελεύθερο στην ζωή για να μπορεί να στηρίξει τον εαυτό του με σκοπό να είναι χρήσιμο για τους άλλους.
O Στάινερ μέχρι το τέλος της ζωής του εργάστηκε πυρετωδώς βάζοντας όλη την πνευματική, καλλιτεχνική, παιδαγωγική και επιστημονική του εμπειρία για τη λειτουργία του σχολείου. Σήμερα η παιδαγωγική Waldorf αριθμεί πάνω από 800 σχολεία σε όλο τον κόσμο. Είναι το μεγαλύτερο και ταχύτερα αναπτυσσόμενο, αυτόνομο και ελεύθερο από κρατικές παρεμβολές παιδαγωγικό κίνημα στον κόσμο που προστατεύεται από την UNESCO.
Ο Στάινερ προώθησε επίσης και τις παιδαγωγικές και θεραπευτικές αντιλήψεις για παιδιά με νοητική υστέρηση. Οι κλινικές και τα σπίτια που αναφέρονται με το όνομα Camphill Villages διδάσκουν με τις μεθόδους του και εκτιμώνται ιδιαίτερα.
Οι αγροτικές μέθοδοι του Στάινερ για την καλλιέργεια της γης δημιούργησαν τη Bιοδυναμική Kαλλιέργεια, ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στις φυσικές μεθόδους της αγροτικής παραγωγής, όπου ενσωματώνονται πνευματικές ποιότητες στον παραγωγικό κύκλο, με αποτέλεσμα να παράγεται η σοδειά απαλλαγμένη από χημικά και συγχρόνως να θεραπεύεται η γη.
Με τη Μαρία Φον Σίβερς δημιούργησαν την Ευρυθμία, την τέχνη της κίνησης και του σώματος, ως ορατό λόγο και ορατή μουσική, όπου το σώμα με κινήσεις εκφράζει τους κραδασμούς που αντιστοιχούν σε ήχους, γράμματα και αρχετυπικές έννοιες. Η Ευρυθμία ασκείται σε τρεις κατευθύνσεις, παιδαγωγικά, θεραπευτικά και καλλιτεχνικά. Επίσης, ευρεία ανταπόκριση βρίσκει η Aνθρωποσοφική Iατρική που είναι Oλιστική Iατρική, παραπλήσια με την Oμοιοπαθητική, όμως η Ανθρωποσοφική ιατρική σε επίπεδο διάγνωσης και θεραπείας συντίθεται με την Πνευματική Επιστήμη.
Πηγές
Guilley R. E. 1994, Harpers, Εγκυκλοπαίδεια Μυστικιστικών και Παραφυσικών Εμπειριών, Εκδόσεις ’νουβις,
Πελεγρίνης Θ. 2009, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα
Διανδάκη, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια.
Στάινερ Ρούντολφ. 1991, Η Αγωγή του παιδιού σύμφωνα με την επιστήμη του πνεύματος, Εκδόσεις Ανθρωποσοφία, Αθήνα
Πηγή: http://innerpedia.gr
Μερικά από τα έργα του Ρούντολφ Στάινερ
Από το χρονικό Ακάσα (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Από τον Ιησού στον Χριστό (Κέδρος)
Απόκρυφη επιστήμη (Τρόπος ζωής)
Βήματα κατανόησης του μυστυρίου του Γολγοθά (Ανθρωποσοφία)
Γνώση μύησης (Ανθρωποσοφία)
Η αποκάλυψη του Ιωάννη (Κάκτος)
Η σοφία του Ροδόσταυρου (Ανθρωποσοφία)
Η φιλοσοφία της ελευθερίας (Πύρινος Κόσμος)
Θεοσοφία (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Ο Χριστός και η ανθρώπινη ψυχή (Βιβλιοθήκη του Ρόδου)
Το πέμπτο Ευαγγέλιο (Ανθρωποσοφία)
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
ΥΠΑΤΙΑ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ
"Η Υπατία ήταν ένα πρόσωπο που χώριζε την κοινωνία σε δύο μέρη:
αυτούς που την θεωρούσαν θαύμα του φωτός
και αυτούς που την έβλεπαν σαν απόστολο του σκότους." (Elbert Hunnard)
Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν ο χώρος μιας μικρής επιστημονικής αναγέννησης και αυτή φωτίστηκε από την πιο διάσημη ανάμεσα στις γυναίκες επιστήμονες και φιλοσόφους. Για δεκαπέντε αιώνες η Υπατία θεωρείται ότι ήταν η μόνη γυναίκα επιστήμονας στην ιστορία. Ακόμα και σήμερα συχνά είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενής γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες παγανιστές.
Η Ζωή της
Όταν γεννήθηκε η Υπατία το 370 μ.Χ., η διανοητική ζωή της Αλεξάνδρειας βρισκόταν σε κατάσταση επικίνδυνης σύγχυσης. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γινόταν χριστιανική και όλο και πιο συχνά δεν ήταν μόνο ο χριστιανός ζηλωτής που έβλεπε αιρέσεις και σατανισμό στα μαθηματικά και στην επιστήμη: "οι μαθηματικοί έπρεπε να κατασπαραχθούν από θηρία ή να καούν ζωντανοί" (McCabe). Μερικοί από τους χριστιανούς Πατέρες αναβίωσαν τις θεωρίες της επίπεδης γης και του σύμπαντος ως στερέωμα. Στην Αλεξάνδρεια ο Θεόφιλος, Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, υποκινούσε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ παγανιστών, Εβραίων και Χριστιανών. Δεν ήταν μια και τόσο ευμενής εποχή για να είναι κανείς επιστήμονας, ή φιλόσοφος.
Ο πατέρας της Υπατίας, ο Θέων, ήταν μαθηματικός και αστρονόμος στο Μουσείο. Επέβλεπε από κοντά κάθε πλευρά της εκπαίδευσης της κόρης του. Σύμφωνα με το μύθο, ήταν αποφασισμένος να γίνει η κόρη του ένα 'τέλειο ανθρώπινο ον' - ήταν η εποχή που οι γυναίκες θεωρούνταν κάτι παρακάτω από άνθρωποι Ήταν προσωπική μαθήτρια του μάγου Πλούταρχου και ανατράφηκε στις θεμελιώδεις αρχές της Πλατωνικής Σχολής. Η Υπατία ήταν πραγματικά μια ξεχωριστή νέα. Ταξίδεψε στην Αθήνα και την Ιταλία και εντυπωσίαζε όσους συναντούσε με την εξυπνάδα και την ομορφιά της.
Σπούδασε στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας στην Αθήνα. Την εποχή εκείνη υπήρχε διάκριση μεταξύ των νεοπλατωνικών σχολών της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας. Η σχολή της Αθήνας τόνιζε περισσότερο τη μαγεία και την απόκρυφη επιστήμη. Αλλά για τους Χριστιανούς, όλοι οι Πλατωνιστές ήταν επικίνδυνοι αιρετικοί.
Όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έγινε δασκάλα των μαθηματικών και της φιλοσοφίας. Το Μουσείο είχε χάσει την υπεροχή του και η Αλεξάνδρεια τώρα είχε ξεχωριστά σχολεία για παγανιστές, για Εβραίους και για Χριστιανούς. Ωστόσο, η Υπατία δίδασκε σε ανθρώπους κάθε θρησκείας και μετά τον πατέρα της ανέλαβε μια Έδρα Φιλοσοφίας στην πόλη. Σύμφωνα με τον βυζαντινό εγκυκλοπαιδιστή Σουίδα, 'ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κ.ά.". Πολλοί μαθητές ερχόταν στην Αλεξάνδρεια ειδικά για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις της για τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη φιλοσοφία και τη μηχανική. Το σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων και συγκέντρωνε σχολαστικιστές που συζητήσουν επιστημονικά και φιλοσοφικά ερωτήματα.
Ο Elbert Hubbard δίνει ένα φαιδρό πορτραίτο για την Υπατία. Ακολουθώντας τον Ιωάννη το Νίκιο, ένα κόπτη Επίσκοπο που διαστρέβλωνε την ιστορία για να την ταιριάσει με το χριστιανισμό, ο Hubbard βεβαιώνει ότι η Υπατία υπνώτιζε τους μαθητές της με σατανικές μεθόδους. ’λλοι συγγραφείς την ανέφεραν σαν αλχημίστρια.
Ο Charles Kingsley, γνωστός μυθιστοριογράφος του 19ου αιώνα, σκιαγράφησε φανταστικά τη ζωή της Υπατίας. Ο Kingsley την βάζει να σκοτώνεται στην ηλικία των 25 αντί των 45 και την φαντάστηκε σαν φανατική νεοπλατωνική που ανακατεύτηκε σε πολιτικές διαμάχες. Η Υπατία δεν παντρεύτηκε ποτέ και για αιώνες οι ιστορικοί αναρωτιόταν για την αγνότητά της.
Χωρίς εξαίρεση, οι ελάχιστες ιστορικές αναφορές σε αυτή την παρθένο φιλόσοφο βεβαιώνουν την αρετή της, την ακεραιότητά της και την απόλυτη αφοσίωσή της στα ιδεώδη της Αλήθειας και του Δίκαιου.
Τα Έργα της
Με επιχειρήματα και δημόσια αναγνώριση και σεβασμό η Υπατία επισκίαζε κάθε αντίπαλο των Χριστιανικών δογμάτων της Βόρειας Αιγύπτου. Ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσης της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά την καλούσαν ως σύμβουλο οι άρχοντες της πόλης.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια σύγχρονών της συγγραφέων. Η Υπατία έγραψε σχόλια για την Αριθμητική του Διόφαντου, επίσης για τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου και ακόμα για τις Κωνικές Τομές του Απολλώνιου της Πέργα.
Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει διασωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανό τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από δασωμένα γράμματα του μαθητή και φίλου της Συνέσιου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαϊδας. Κάποτε ο Συνέσιος, Επίσκοπος και γνωστός για τη μόρφωσή του, της έγραψε ζητώντας τη βοήθειά της στην κατασκευή ενός αστρολάβου και ενός υδροσκοπίου, αναγνωρίζοντας τη μοναδική υπεροχή του νου της.
Το σημαντικότερο έργο της Υπατίας ήταν στην άλγεβρα. Έγραψε σχόλια στην Αριθμητική του Διόφαντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί 'πατέρας της άλγεβρας'. Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. (Ένα συνηθισμένο παράδειγμα προβλημάτων αυτού του τύπου είναι το πώς μπορούμε να μετατρέψουμε ένα κατοστάρικο σε νομίσματα χρησιμοποιώντας διαφορετικά νομίσματα, 50άρικα, 20άρικα κλπ.). Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διόφαντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλώνιου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας ήταν ένας αλεξανδρινός γεωμέτρης του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι την αρχή του 17ου αιώνα όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές πλανητών, περιγραφόταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της γεωμετρίας του Ευκλείδη και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σε αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα έγραψε μαζί του τουλάχιστον μία διατριβή για τον Ευκλείδη. Η Υπατία επίσης έγραψε τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. ’ραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest ('Μέγα Βιβλίο"). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο τον 16ο αιώνα. Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, ο Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο, ή ήταν ξεχωριστό έργο.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβάνοντας έναν αστρολάβο (Ο αστρολάβος χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανερχόμενου ζωδίου του ζωδιακού).
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Η Υπατία ήταν ο τελευταίος παγανιστής επιστήμονας του δυτικού κόσμου και ο θάνατός της συνέπεσε με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και αφού από τότε δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλο τη Δύση για άλλα 1000 χρόνια, η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Μετά την Υπατία ήρθε το χάος και ο βαρβαρισμός των Σκοτεινών Χρόνων.
Αρκετοί συγγραφείς μνημονεύουν τις διδασκαλίες της Υπατίας σαν Χριστιανικές στο πνεύμα. Πραγματικά, η Υπατία αφαίρεσε το πέπλο μυστηρίου με το οποίο είχε καλυφθεί αυτή η νέα θρησκεία, συζητώντας με τέτοια ευκρίνεια για τις πιο πολύπλοκες αρχές της ώστε πολλοί νεοφώτιστοι στη Χριστιανική πίστη εγκατέλειψαν το Χριστιανισμό για να γίνουν μαθητές της. Η Υπατία αποδείκνυε λογικά την παγανιστική καταγωγή της Χριστιανικής πίστης, αλλά και εξέθετε τα υποτιθέμενα θαύματα που οι Χριστιανοί πρόβαλαν σαν σημάδια "θείας προτίμησης", αναλύοντας τους φυσικούς νόμους που διέπουν τα φαινόμενα.
Ο Θάνατος της
Το ότι η Υπατία ανακατεύτηκε στα πολιτικά θέματα της Αλεξάνδρειας είναι αδιαμφισβήτητο. Ο μαθητής της Ησύχιος ο Εβραίος έγραφε:
΄Κρατώντας το μανδύα του φιλοσόφου και περπατώντας μέσα στην πόλη, εξηγούσε δημόσια τα γραπτά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και άλλων φιλοσόφων σε όλους όσους ήθελαν να ακούσουν... Οι ήθελαν να συμβουλευθούν αυτήν πρώτα για τα θέματα διοίκησης της πόλης.'
Σαν παγανίστρια, που ασπάστηκε την ελληνική επιστημονική σκέψη και σαν πολιτικό πρόσωπο με επιρροή, η Υπατία βρέθηκε σε πολύ επικίνδυνη θέση σε μια όλο και πιο χριστιανική πόλη. Το 412 ο Κύριλλος, ένας φανατικός χριστιανός, έγινε Πατριάρχης της Αλεξάνδρειας και μεγάλη εχθρότητα αναπτύχθηκε μεταξύ του Κυρίλλου και του Ορέστη, του Ρωμαίου Κυβερνήτη της Αιγύπτου, ενός παλιού μαθητή και καλού φίλου της Υπατίας. Αμέσως μόλις πήρε την εξουσία, ο Κύριλλος άρχισε να διώκει τους εβραίους, διώχνοντας χιλιάδες από αυτούς από την πόλη. Έπειτα, παρά τη σφοδρή αντίθεση του Ορέστη, έστρεψε την προσοχή του στο να καθαρίσει την πόλη από του νεοπλατωνιστές. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του Ορέστη, η Υπατία αρνήθηκε να απαρνηθεί τις ιδέες της και να ασπασθεί το Χριστιανισμό.
Ο Κύριλλος, ο οποίος αργότερα αναγορεύτηκε ο πατέρας τους δόγματος της Χριστιανικής Τριάδας και αγιοποιήθηκε για το ζήλο του, έβλεπε στην Υπατία μια συνεχή απειλή για τη διάδοση της Χριστιανικής πίστης, ο Κύριλλος, τουλάχιστον έμμεσα, ήταν η αιτία του τραγικού της θανάτου. Παρά κάθε επόμενη προσπάθεια να τον απαλλάξουν από το στίγμα του δολοφόνου, το αδιαμφισβήτητο γεγονός παραμένει ότι δεν έκανε καμία προσπάθεια να αποτρέψει το αποτρόπαιο και βίαιο έγκλημα. Το μόνο ελαφρυντικό που μπορεί κανείς να προσφέρει σαν υπεράσπισή του είναι το ότι, τυφλωμένος από τη μανία του φανατισμού, ο Κύριλλος θεωρούσε την Υπατία ως μάγισσα εκπρόσωπο του Κακού.
Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού του 5ου αιώνα Σωκράτη του Σχολαστικού:
"Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Caesarium, την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν."
Οι δολοφόνοι της Υπατίας ήταν Παραβολικοί, φανατικοί μοναχοί της Εκκλησίας του Αγ. Κυρίλλου της Ιερουσαλήμ, πιθανώς υποβοηθούμενοι από Νιτριανούς μοναχούς. Το αν ο Κύριλλος διέταξε ο ίδιος το φόνο παραμένει ανοικτό ερώτημα. Πάντως, δημιούργησε το λιγότερο το πολιτικό κλίμα που επέτρεψε μια τέτοια θηριωδία. Ο Κύριλλος αργότερα ονομάστηκε άγιος.
Ο Ορέστης ανέφερε τη δολοφονία και ζήτησε από τη Ρώμη να ξεκινήσει έρευνες. Αργότερα παραιτήθηκε και έφυγε από την Αλεξάνδρεια. Η έρευνα αναβλήθηκε πολλές φορές λόγω 'έλλειψης μαρτύρων' και τελικά ο Κύριλλος ισχυρίσθηκε ότι η Υπατία ήταν ζωντανή και ζούσε στην Αθήνα.
Έτσι χάθηκε το 415 η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου και μαζί της έπεσε και η Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Η μνήμη της Υπατίας πιθανώς τιμάται από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στο πρόσωπο της Αγ. Αικατερίνης της Αλεξάνδρειας. Κατά άλλους αυτή είναι διαφορετικό πρόσωπο, μια άλλη χριστιανή Αλεξανδρινή διανοούμενη που δολοφονήθηκε ένα μήνα πριν την Υπατία.
Με την εξάπλωση του Χριστιανισμού, η έρευνα έδωσε τη θέση της στην εμφάνιση πολλών θρησκευτικών λατρειών και μεγάλο θρησκευτικό χάος και ενδιαφέρον για την αστρολογία και το μυστικισμό. Το 640 εισέβαλαν οι ’ραβες στην Αλεξάνδρεια και ό,τι είχε απομείνει από το Μουσείο καταστράφηκε. Αλλά αν και η Ευρώπη είχε μπει στους σκοτεινούς χρόνους του Μεσαίωνα, η ελληνική επιστήμη επρόκειτο να επιβιώσει στο Βυζάντιο και να ανθίσει στον Αραβικό κόσμο.
Πηγή: www.esoterica.gr
"Η Υπατία ήταν ένα πρόσωπο που χώριζε την κοινωνία σε δύο μέρη:
αυτούς που την θεωρούσαν θαύμα του φωτός
και αυτούς που την έβλεπαν σαν απόστολο του σκότους." (Elbert Hunnard)
Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν ο χώρος μιας μικρής επιστημονικής αναγέννησης και αυτή φωτίστηκε από την πιο διάσημη ανάμεσα στις γυναίκες επιστήμονες και φιλοσόφους. Για δεκαπέντε αιώνες η Υπατία θεωρείται ότι ήταν η μόνη γυναίκα επιστήμονας στην ιστορία. Ακόμα και σήμερα συχνά είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενής γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες παγανιστές.
Η Ζωή της
Όταν γεννήθηκε η Υπατία το 370 μ.Χ., η διανοητική ζωή της Αλεξάνδρειας βρισκόταν σε κατάσταση επικίνδυνης σύγχυσης. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γινόταν χριστιανική και όλο και πιο συχνά δεν ήταν μόνο ο χριστιανός ζηλωτής που έβλεπε αιρέσεις και σατανισμό στα μαθηματικά και στην επιστήμη: "οι μαθηματικοί έπρεπε να κατασπαραχθούν από θηρία ή να καούν ζωντανοί" (McCabe). Μερικοί από τους χριστιανούς Πατέρες αναβίωσαν τις θεωρίες της επίπεδης γης και του σύμπαντος ως στερέωμα. Στην Αλεξάνδρεια ο Θεόφιλος, Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, υποκινούσε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ παγανιστών, Εβραίων και Χριστιανών. Δεν ήταν μια και τόσο ευμενής εποχή για να είναι κανείς επιστήμονας, ή φιλόσοφος.
Ο πατέρας της Υπατίας, ο Θέων, ήταν μαθηματικός και αστρονόμος στο Μουσείο. Επέβλεπε από κοντά κάθε πλευρά της εκπαίδευσης της κόρης του. Σύμφωνα με το μύθο, ήταν αποφασισμένος να γίνει η κόρη του ένα 'τέλειο ανθρώπινο ον' - ήταν η εποχή που οι γυναίκες θεωρούνταν κάτι παρακάτω από άνθρωποι Ήταν προσωπική μαθήτρια του μάγου Πλούταρχου και ανατράφηκε στις θεμελιώδεις αρχές της Πλατωνικής Σχολής. Η Υπατία ήταν πραγματικά μια ξεχωριστή νέα. Ταξίδεψε στην Αθήνα και την Ιταλία και εντυπωσίαζε όσους συναντούσε με την εξυπνάδα και την ομορφιά της.
Σπούδασε στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας στην Αθήνα. Την εποχή εκείνη υπήρχε διάκριση μεταξύ των νεοπλατωνικών σχολών της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας. Η σχολή της Αθήνας τόνιζε περισσότερο τη μαγεία και την απόκρυφη επιστήμη. Αλλά για τους Χριστιανούς, όλοι οι Πλατωνιστές ήταν επικίνδυνοι αιρετικοί.
Όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έγινε δασκάλα των μαθηματικών και της φιλοσοφίας. Το Μουσείο είχε χάσει την υπεροχή του και η Αλεξάνδρεια τώρα είχε ξεχωριστά σχολεία για παγανιστές, για Εβραίους και για Χριστιανούς. Ωστόσο, η Υπατία δίδασκε σε ανθρώπους κάθε θρησκείας και μετά τον πατέρα της ανέλαβε μια Έδρα Φιλοσοφίας στην πόλη. Σύμφωνα με τον βυζαντινό εγκυκλοπαιδιστή Σουίδα, 'ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κ.ά.". Πολλοί μαθητές ερχόταν στην Αλεξάνδρεια ειδικά για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις της για τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη φιλοσοφία και τη μηχανική. Το σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων και συγκέντρωνε σχολαστικιστές που συζητήσουν επιστημονικά και φιλοσοφικά ερωτήματα.
Ο Elbert Hubbard δίνει ένα φαιδρό πορτραίτο για την Υπατία. Ακολουθώντας τον Ιωάννη το Νίκιο, ένα κόπτη Επίσκοπο που διαστρέβλωνε την ιστορία για να την ταιριάσει με το χριστιανισμό, ο Hubbard βεβαιώνει ότι η Υπατία υπνώτιζε τους μαθητές της με σατανικές μεθόδους. ’λλοι συγγραφείς την ανέφεραν σαν αλχημίστρια.
Ο Charles Kingsley, γνωστός μυθιστοριογράφος του 19ου αιώνα, σκιαγράφησε φανταστικά τη ζωή της Υπατίας. Ο Kingsley την βάζει να σκοτώνεται στην ηλικία των 25 αντί των 45 και την φαντάστηκε σαν φανατική νεοπλατωνική που ανακατεύτηκε σε πολιτικές διαμάχες. Η Υπατία δεν παντρεύτηκε ποτέ και για αιώνες οι ιστορικοί αναρωτιόταν για την αγνότητά της.
Χωρίς εξαίρεση, οι ελάχιστες ιστορικές αναφορές σε αυτή την παρθένο φιλόσοφο βεβαιώνουν την αρετή της, την ακεραιότητά της και την απόλυτη αφοσίωσή της στα ιδεώδη της Αλήθειας και του Δίκαιου.
Τα Έργα της
Με επιχειρήματα και δημόσια αναγνώριση και σεβασμό η Υπατία επισκίαζε κάθε αντίπαλο των Χριστιανικών δογμάτων της Βόρειας Αιγύπτου. Ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσης της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά την καλούσαν ως σύμβουλο οι άρχοντες της πόλης.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια σύγχρονών της συγγραφέων. Η Υπατία έγραψε σχόλια για την Αριθμητική του Διόφαντου, επίσης για τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου και ακόμα για τις Κωνικές Τομές του Απολλώνιου της Πέργα.
Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει διασωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανό τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από δασωμένα γράμματα του μαθητή και φίλου της Συνέσιου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαϊδας. Κάποτε ο Συνέσιος, Επίσκοπος και γνωστός για τη μόρφωσή του, της έγραψε ζητώντας τη βοήθειά της στην κατασκευή ενός αστρολάβου και ενός υδροσκοπίου, αναγνωρίζοντας τη μοναδική υπεροχή του νου της.
Το σημαντικότερο έργο της Υπατίας ήταν στην άλγεβρα. Έγραψε σχόλια στην Αριθμητική του Διόφαντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί 'πατέρας της άλγεβρας'. Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. (Ένα συνηθισμένο παράδειγμα προβλημάτων αυτού του τύπου είναι το πώς μπορούμε να μετατρέψουμε ένα κατοστάρικο σε νομίσματα χρησιμοποιώντας διαφορετικά νομίσματα, 50άρικα, 20άρικα κλπ.). Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διόφαντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλώνιου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας ήταν ένας αλεξανδρινός γεωμέτρης του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι την αρχή του 17ου αιώνα όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές πλανητών, περιγραφόταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της γεωμετρίας του Ευκλείδη και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σε αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα έγραψε μαζί του τουλάχιστον μία διατριβή για τον Ευκλείδη. Η Υπατία επίσης έγραψε τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. ’ραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest ('Μέγα Βιβλίο"). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο τον 16ο αιώνα. Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, ο Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο, ή ήταν ξεχωριστό έργο.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβάνοντας έναν αστρολάβο (Ο αστρολάβος χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανερχόμενου ζωδίου του ζωδιακού).
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Η Υπατία ήταν ο τελευταίος παγανιστής επιστήμονας του δυτικού κόσμου και ο θάνατός της συνέπεσε με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και αφού από τότε δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλο τη Δύση για άλλα 1000 χρόνια, η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Μετά την Υπατία ήρθε το χάος και ο βαρβαρισμός των Σκοτεινών Χρόνων.
Αρκετοί συγγραφείς μνημονεύουν τις διδασκαλίες της Υπατίας σαν Χριστιανικές στο πνεύμα. Πραγματικά, η Υπατία αφαίρεσε το πέπλο μυστηρίου με το οποίο είχε καλυφθεί αυτή η νέα θρησκεία, συζητώντας με τέτοια ευκρίνεια για τις πιο πολύπλοκες αρχές της ώστε πολλοί νεοφώτιστοι στη Χριστιανική πίστη εγκατέλειψαν το Χριστιανισμό για να γίνουν μαθητές της. Η Υπατία αποδείκνυε λογικά την παγανιστική καταγωγή της Χριστιανικής πίστης, αλλά και εξέθετε τα υποτιθέμενα θαύματα που οι Χριστιανοί πρόβαλαν σαν σημάδια "θείας προτίμησης", αναλύοντας τους φυσικούς νόμους που διέπουν τα φαινόμενα.
Ο Θάνατος της
Το ότι η Υπατία ανακατεύτηκε στα πολιτικά θέματα της Αλεξάνδρειας είναι αδιαμφισβήτητο. Ο μαθητής της Ησύχιος ο Εβραίος έγραφε:
΄Κρατώντας το μανδύα του φιλοσόφου και περπατώντας μέσα στην πόλη, εξηγούσε δημόσια τα γραπτά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και άλλων φιλοσόφων σε όλους όσους ήθελαν να ακούσουν... Οι ήθελαν να συμβουλευθούν αυτήν πρώτα για τα θέματα διοίκησης της πόλης.'
Σαν παγανίστρια, που ασπάστηκε την ελληνική επιστημονική σκέψη και σαν πολιτικό πρόσωπο με επιρροή, η Υπατία βρέθηκε σε πολύ επικίνδυνη θέση σε μια όλο και πιο χριστιανική πόλη. Το 412 ο Κύριλλος, ένας φανατικός χριστιανός, έγινε Πατριάρχης της Αλεξάνδρειας και μεγάλη εχθρότητα αναπτύχθηκε μεταξύ του Κυρίλλου και του Ορέστη, του Ρωμαίου Κυβερνήτη της Αιγύπτου, ενός παλιού μαθητή και καλού φίλου της Υπατίας. Αμέσως μόλις πήρε την εξουσία, ο Κύριλλος άρχισε να διώκει τους εβραίους, διώχνοντας χιλιάδες από αυτούς από την πόλη. Έπειτα, παρά τη σφοδρή αντίθεση του Ορέστη, έστρεψε την προσοχή του στο να καθαρίσει την πόλη από του νεοπλατωνιστές. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του Ορέστη, η Υπατία αρνήθηκε να απαρνηθεί τις ιδέες της και να ασπασθεί το Χριστιανισμό.
Ο Κύριλλος, ο οποίος αργότερα αναγορεύτηκε ο πατέρας τους δόγματος της Χριστιανικής Τριάδας και αγιοποιήθηκε για το ζήλο του, έβλεπε στην Υπατία μια συνεχή απειλή για τη διάδοση της Χριστιανικής πίστης, ο Κύριλλος, τουλάχιστον έμμεσα, ήταν η αιτία του τραγικού της θανάτου. Παρά κάθε επόμενη προσπάθεια να τον απαλλάξουν από το στίγμα του δολοφόνου, το αδιαμφισβήτητο γεγονός παραμένει ότι δεν έκανε καμία προσπάθεια να αποτρέψει το αποτρόπαιο και βίαιο έγκλημα. Το μόνο ελαφρυντικό που μπορεί κανείς να προσφέρει σαν υπεράσπισή του είναι το ότι, τυφλωμένος από τη μανία του φανατισμού, ο Κύριλλος θεωρούσε την Υπατία ως μάγισσα εκπρόσωπο του Κακού.
Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού του 5ου αιώνα Σωκράτη του Σχολαστικού:
"Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Caesarium, την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν."
Οι δολοφόνοι της Υπατίας ήταν Παραβολικοί, φανατικοί μοναχοί της Εκκλησίας του Αγ. Κυρίλλου της Ιερουσαλήμ, πιθανώς υποβοηθούμενοι από Νιτριανούς μοναχούς. Το αν ο Κύριλλος διέταξε ο ίδιος το φόνο παραμένει ανοικτό ερώτημα. Πάντως, δημιούργησε το λιγότερο το πολιτικό κλίμα που επέτρεψε μια τέτοια θηριωδία. Ο Κύριλλος αργότερα ονομάστηκε άγιος.
Ο Ορέστης ανέφερε τη δολοφονία και ζήτησε από τη Ρώμη να ξεκινήσει έρευνες. Αργότερα παραιτήθηκε και έφυγε από την Αλεξάνδρεια. Η έρευνα αναβλήθηκε πολλές φορές λόγω 'έλλειψης μαρτύρων' και τελικά ο Κύριλλος ισχυρίσθηκε ότι η Υπατία ήταν ζωντανή και ζούσε στην Αθήνα.
Έτσι χάθηκε το 415 η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου και μαζί της έπεσε και η Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Η μνήμη της Υπατίας πιθανώς τιμάται από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στο πρόσωπο της Αγ. Αικατερίνης της Αλεξάνδρειας. Κατά άλλους αυτή είναι διαφορετικό πρόσωπο, μια άλλη χριστιανή Αλεξανδρινή διανοούμενη που δολοφονήθηκε ένα μήνα πριν την Υπατία.
Με την εξάπλωση του Χριστιανισμού, η έρευνα έδωσε τη θέση της στην εμφάνιση πολλών θρησκευτικών λατρειών και μεγάλο θρησκευτικό χάος και ενδιαφέρον για την αστρολογία και το μυστικισμό. Το 640 εισέβαλαν οι ’ραβες στην Αλεξάνδρεια και ό,τι είχε απομείνει από το Μουσείο καταστράφηκε. Αλλά αν και η Ευρώπη είχε μπει στους σκοτεινούς χρόνους του Μεσαίωνα, η ελληνική επιστήμη επρόκειτο να επιβιώσει στο Βυζάντιο και να ανθίσει στον Αραβικό κόσμο.
Πηγή: www.esoterica.gr
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
δεν το λες ακριβως βιογραφια..αλλα σκεψεις..
για τον σαλβαδορ νταλι..
παιζει με τις γραμμες..και βγαζει κοροιδευτικα τη γλωσσα του,στην εκπληξη μου..
κοιτά με τοσο θρασος τον κόσμο..!
οι γραμμες σχηματιζουν εικονες..κι οι εικονες σχηματιζουν ονειρα εν εξελιξει.
οι εικονες ειναι εν τελει ενσαρκωσεις των αισθησεων..ισως και των συναισθηματων..δεν ξερω,με εχει μπερδεψει.
οι ''ενσαρκωσεις'' εναλασσονται περιπαικτικα.
λεγεται πως ηταν ανεραστος..επιζητουσε τη συμμετοχη της συζυγου του,σε σεξουαλικα οργια..και ο ιδιος παρακολουθουσε αμετοχος.
απολυτως συμβατο με την αντισυμβατικη του τεχνη,ακουγεται..
απολυτως συμβατο με το υπερρεαλιστικο του βλεμμα,που ξεγυμνωνει τον κοσμο..
αναρχικος..κομμουνιστης..και στο τελος υποστηρικτης του τοτε φασιστικου καθεστωτος της ισπανιας.
ενα ακομα παιχνιδι προκλησης..ή μηπως ενας απληστος για δολλαρια?
ισως..
τελικα εκδιωχθηκε , απ το κινημα των σουρρεαλιστων..και δηλωσε
''δεν μπορειτε να με διαγραψετε απ τον σουρρεαλισμο..εγω ειμαι ο σουρρεαλισμος''
με την ιδια επαρση που καποτε αρνηθηκε να βαθμολογηθει απ τους δασκαλους του,θεωρωντας αυτους κατωτερους,να κρινουν την τεχνη του..
διανοια..ή τρελος...???
ο ιδιος δηλωνε πως η μονη του διαφορα με εναν τρελο,ηταν το γεγονος πως ο ιδιος δεν ηταν τρελος..
σαλβαδορ νταλι
για τον σαλβαδορ νταλι..
παιζει με τις γραμμες..και βγαζει κοροιδευτικα τη γλωσσα του,στην εκπληξη μου..
κοιτά με τοσο θρασος τον κόσμο..!
οι γραμμες σχηματιζουν εικονες..κι οι εικονες σχηματιζουν ονειρα εν εξελιξει.
οι εικονες ειναι εν τελει ενσαρκωσεις των αισθησεων..ισως και των συναισθηματων..δεν ξερω,με εχει μπερδεψει.
οι ''ενσαρκωσεις'' εναλασσονται περιπαικτικα.
λεγεται πως ηταν ανεραστος..επιζητουσε τη συμμετοχη της συζυγου του,σε σεξουαλικα οργια..και ο ιδιος παρακολουθουσε αμετοχος.
απολυτως συμβατο με την αντισυμβατικη του τεχνη,ακουγεται..
απολυτως συμβατο με το υπερρεαλιστικο του βλεμμα,που ξεγυμνωνει τον κοσμο..
αναρχικος..κομμουνιστης..και στο τελος υποστηρικτης του τοτε φασιστικου καθεστωτος της ισπανιας.
ενα ακομα παιχνιδι προκλησης..ή μηπως ενας απληστος για δολλαρια?
ισως..
τελικα εκδιωχθηκε , απ το κινημα των σουρρεαλιστων..και δηλωσε
''δεν μπορειτε να με διαγραψετε απ τον σουρρεαλισμο..εγω ειμαι ο σουρρεαλισμος''
με την ιδια επαρση που καποτε αρνηθηκε να βαθμολογηθει απ τους δασκαλους του,θεωρωντας αυτους κατωτερους,να κρινουν την τεχνη του..
διανοια..ή τρελος...???
ο ιδιος δηλωνε πως η μονη του διαφορα με εναν τρελο,ηταν το γεγονος πως ο ιδιος δεν ηταν τρελος..
σαλβαδορ νταλι
Santa Teresa de Jesus d Avila
Η Ισπανία τον 16ο αιώνα, στα σύνορα με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αποτελούνταν από αρκετές ομάδες με διαφορετική εθνικότητα. Χρειάστηκαν 700 χρόνια για να καταφέρει ν αποκτήσει την ενότητα και την εθνική της ταυτότητα, μέσα από μάχες που έδωσε εναντίον των Μουσουλμάνων εισβολέων, κάτω από την ένωση της Καστίλλης και της Αραγονίας.
Επιβλήθηκε η απέλαση των Μαυριτανών και των Εβραίων, από την Ισαβέλλα και τον Φερνάντο, στ όνομα της υπεράσπισης της Χριστιανικής πίστης ενάντια στις ξένες αιρέσεις. Τα κάστρα και τα μοναστήρια αποτέλεσαν ντόπια σύμβολα ενός έθνους υπό διαμόρφωση. Ήταν παράδοξο, κι όμως, ο 16ος αιώνας ονομάστηκε «Χρυσός Αιώνας» της λογοτεχνίας, της πίστης και της φιλοσοφίας. Ήταν η εποχή που η Ισπανία έδωσε στον κόσμο τόσο διάσημους μυστικιστές όπως: ο ’γιος Ιωάννης του Σταυρού (St. John of the Cross), ο Fray Luis de Leon και η Αγία Τερέζα του Ιησού (St. Teresa de Jesus).
Ο Ισπανικός Μυστικισμός (16ος αι.) αποτέλεσε το σπουδαιότερο επίτευγμα της Ρωμαιοκαθολικής Μεταρρύθμισης, που πραγματοποιήθηκε ως ανταπάντηση στην Προτεσταντική Μεταρρύθμιση (Λούθηρος). Ως μέρος της γενικής αλλαγής του Καθολικισμού, που αποσκοπούσε όχι μόνο ν ανανεωθεί η δομή της εκκλησίας αλλά και το πνεύμα της, ο Ισπανικός Μυστικισμός κατάφερε το αδύνατο, δηλαδή να εκφράσει με λόγια την εμπειρία της μυστικής σχέσης με το Χριστό. Οι εκπρόσωποί του ήταν σαν μια γέφυρα ανάμεσα στην απλή γλώσσα και στην αρχή της υψηλής αισθητικής του μπαρόκ. Τα γραπτά τους ήταν εμπνευσμένα από την πίστη τους στο Θεό, που βασιζόταν στην επιθυμία κι όχι στην υποχρέωση.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Στις 28 Μαρτίου του 1515 γεννήθηκε στην ’βιλα της Παλιάς Καστίλης, στην Ισπανία, η Τερέζα ντε Θεπέδα (Teresa de Cepeda y Ahumada), που αργότερα ονομάστηκε Αγία Τερέζα του Ιησού. Οι ρίζες της οικογένειας της προέρχονταν από το Τολέδο και το Ολμέδο. Ήταν ένα από τα έντεκα παιδιά του Don Alonzo de Cepeda και της Dona Beatriz Ahumada, μορφωμένα μέλη «χαμηλής» αριστοκρατικής τάξης. Από μικρή ηλικία της εμφύσησαν βαθύτατα ευσεβή και ασκητικά ιδανικά, κατά το πρότυπο Αγίων και Μαρτύρων. Ήταν μετρίου αναστήματος, με μαύρες μπούκλες, άσπρο μέτωπο, φωτεινά μάτια και κινήσεις με φυσική χάρη και αξιοπρέπεια.
Η προσωπικότητα της χαρακτηρίζονταν από εξωστρέφεια, ζωηράδα, προσαρμοστικότητα σε κάθε περίπτωση, δεξιοτεχνία σε καθετί που καταπιανόταν, ενθουσιασμό και γενναιότητα. Απόδειξη αυτού ήταν ότι σε ηλικία επτά ετών πήρε τον αδερφό της Rodrigo κι έφυγαν από το σπίτι, προκειμένου ν αναζητήσουν και να συναντήσουν τους Μαυριτανούς στην Αφρική και να πεθάνουν με μαρτυρικό τρόπο. Ευτυχώς, που ένας θείος τους ματαίωσε αυτό το ηρωικό σχέδιο, αφού τους εντόπισε έξω από την πόλη και τους πήρε πίσω μαζί του. Επίσης, είχε ευπαθή υγεία, σπάνια ήταν χωρίς πυρετό, που τις περισσότερες φορές κατέληγε σε προσωρινή παράλυση και μερικές φορές σε παραμιλητά.
Στα δώδεκά της μειώθηκε η θέρμη της ευσέβειας της. ’ρχισε να ενδιαφέρεται περισσότερο για την εμφάνισή της και για τα ιπποτικά βιβλία, παρακινούμενη σ΄ αυτό από κάποιους συγγενείς της, καθώς και για το γάμο. Φοβερά ενοχλημένος ο πατέρας της με όλα αυτά, παρόλο που της είχε αδυναμία, της εναντιώθηκε. Σ αυτή την άσχημη περίοδο, και σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών, πέθανε η μητέρα της κι εκείνη απελπισμένη στράφηκε στην μητρική εικόνα της Παρθένου. Ήταν μεγάλο πλήγμα για την μικρή Τερέζα αυτό, γιατί αγαπούσε πολύ την μητέρα της. Ο πατέρας της πέθανε όταν εκείνη ήταν τριάντα τριών χρόνων. Το 1531 εστάλη στις Αυγουστιανές μοναχές, αλλά εξαιτίας μιας αρρώστιας της επέστρεψε σπίτι της. Σε ηλικία, πια, είκοσι ετών έφυγε κρυφά από το σπίτι της και εισήλθε στο μοναστήρι της «Ενσαρκώσεως», των Καρμελιτών μοναχών στην ’βιλα (εστιάζουν στην περισυλλογή μέσα από την προσευχή, ο Προφήτης Ηλίας και η Παρθένος θεωρούνται οι ιδρυτές ή εμπνευστές του τάγματος).
ΜΟΝΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ
Στο μοναστήρι της «Ενσαρκώσεως» (1535) υπέφερε πολύ από διάφορες ασθένειες. Έπεσε μέχρι και σε κώμα. Έπειτα είχε πρόβλημα και με το πόδι της. Για δεκαοχτώ χρόνια τυραννιόταν και δεν σημείωνε καμία πνευματική πρόοδο, πέρα από κάποια πνευματικά οράματα. Παρολαυτά προσπάθησε να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο μέσω της προσευχής και τότε άρχισε να έχει μεταφυσικές εμπειρίες, που αρχικά τόσο η ίδια όσο και οι παπάδες νόμιζαν ότι είχαν να κάνουν με πλάνες και φαντασιοπληξίες. Ήρθε, φυσικά, η ώρα που θεώρησε τα οράματά της αληθινές αποκαλύψεις, που ήθελαν να την πείσουν για ένα πράγμα: ότι ήταν υποχρεωμένη να εργασθεί σκληρά για να σώσει ψυχές και να συμβάλλει στην στερέωση του Χριστιανισμού.
Ωστόσο, δύο Ιησουΐτες εξομολογητές της πείστηκαν για τις πνευματικές της εμπειρίες και την ενθάρρυναν να τις ενδυναμώσει διαμέσου της προσευχής και της εξάσκησης της αρετής. H ίδια αναφέρει στην αυτοβιογραφία της: «Δεν ξέρω πώς να προχωρήσω στην προσευχή ή πώς να την ξαναθυμηθώ, κι έτσι παίρνω μεγαλύτερη ευχαρίστηση απ αυτό και αποφάσισα ν ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι με όλη μου τη δύναμη». Κι έτσι βίωσε περιόδους πνευματικής έκστασης, χρησιμοποιώντας ένα βιβλίο «Abecedario espiritual», την «πνευματική αλφάβητο». Αυτό το βιβλίο, ακολουθώντας το παράδειγμα παρόμοιων έργων μεσαιωνικών μυστικιστών, αποτελούνταν από οδηγίες για έλεγχο της συνείδησης, πνευματική αυτοσυγκέντρωση και ενδοσκόπηση, καθώς και άλλα θρησκευτικά πονήματα. Μέσα από τις εκστάσεις τις κατανόησε και συσχέτισε διάφορά πράγματα. Ένιωθε μέσα από την προσευχή να της δίνει ο Θεός πνευματική ευχαρίστηση, να κυριεύει τις αισθήσεις της, να «λιώνει» η ψυχή της μπροστά στη λάμψη του. Μερικές φορές το σώμα της σηκωνόταν από το έδαφος, κι όταν το ένιωθε να ελαφραίνει πολύ επέστρεφε στη γη και καλούσε τις καλογριές να καθίσουν επάνω της, για να μην συμβεί ξανά. Παρακαλούσε το Θεό να μην της συμβαίνουν αυτά μπροστά στον κόσμο.
Ο ισχυρισμός διαφόρων φίλων της ότι οι υπερφυσικές της εμπειρίες είχαν να κάνουν με κάτι διαβολικό κι όχι με θεία εύνοια, πράγμα που ολοένα αυξανόταν, την οδήγησε σε σκληρά, επιβαλλόμενα από την ίδια μαρτύρια που υπερέβαιναν κατά πολύ τον συνηθισμένο ασκητικό τρόπο ζωής της. Μέχρι που την καθησύχασε ο Francis Borgia στον οποίο και εξομολογήθηκε.
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Από το 1558 εκείνη άρχισε να ασχολείται με ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο, που θα επανέφερε το καρμηλιτικό τάγμα στην αυστηρή και πνευματική ζωή από την οποία είχε απομακρυνθεί τον 14ο και 15ο αιώνα. Σκέφθηκε να επιβάλλει στον εαυτό της και σε όσους θα ήταν πρόθυμοι ν ακολουθήσουν το παράδειγμα της την πιο αυστηρή αυτοπειθαρχία. Κι αποφάσισε να αναμορφώσει το τάγμα των Καρμελιτών και των Καρμελιτισσών. Υπερνικώντας τις αντιδράσεις της ηγουμένης και των περισσότερων αδελφών της Μονής ίδρυσε, μέσα στο ίδιο το τάγμα των Καρμελιτισσών (όπως είχε γίνει με τους Καπουτσίνος μέσα στο τάγμα των Φραγκισκανών), ένα αυστηρότερο και ασκητικότερο «τάγμα». Το «τάγμα των Ανυπόδητων» όπως ονομάστηκε, τα μέλη του οποίου φορούσαν σανδάλια αντί για παπούτσια.
Έπειτα αποφάσισε να ιδρύσει ένα δικό της μοναστήρι, για την πραγματοποίηση του οποίου δέχτηκε την οικονομική στήριξη μιας φίλης της. Με την εξουσιοδότηση του Πάπα Πίου Δ΄ η Τερέζα ίδρυσε το 1562 την μονή του Αγίου Ιωσήφ, το πρώτο μοναστήρι όπου εφαρμόστηκε η Καρμηλιτική Μεταρρύθμιση. Με μεγάλο σθένος η Τερέζα εφάρμοσε αυτό που είχε αποφασίσει. Η απόλυτη πενία της νέας μονής προκάλεσε σκάνδαλο στους κατοίκους, αρχικά, και στη συνέχεια στις αρχές τη ’βιλα, και έφτασε στον κίνδυνο του διωγμού για την Τερέζα. Όμως, με την προστασία του επισκόπου αυτό ξεπεράστηκε. Εκεί τα πέντε πρώτα χρόνια ήταν σε απομόνωση κι έγραψε το πρώτο σημαντικό έργο της, την «Αυτοβιογραφία» της, κείμενο από τα πιο σπάνια, ύστερα από διαταγή. Εκεί απεικονίζει τα διαφορετικά στάδια της προσευχής, με μεταφορές παρμένες από τον τρόπο που εξασφαλίζει κάποιος νερό για να ποτίσει έναν κήπο. Το ύφος της ήταν μειλίχιο και ταπεινό, προκειμένου να μην στρέψει εναντίον της την Ιερά Εξέταση. Οι μυστικιστικές εμπειρίες, που περιγράφει, οδηγούν τον αναγνώστη σε ποιητική συγκίνηση, ξυπνούν μέσα του τον ποιητή, αν υπάρχει.
Το 1567 ο επικεφαλής του καρμηλιτικού τάγματος, Ιωάννης Βαπτιστής Ρόσι, ενέκρινε τη μεταρρύθμιση, δίνοντας εντολή στην Τερέζα να ιδρύσει κι άλλα γυναικεία μοναστήρια και ανδρικά. Ήταν 51 ετών, αλλά αυτό δεν σταματούσε την δράση της, που την υποχρέωνε να ταξιδεύει συνέχεια σε διάφορα μέρη της Ισπανίας. Κατά τη διάρκεια της θεμελίωσης άλλης μιας μονής, στην Medina del Campo, η Τερέζα γνώρισε έναν νεαρό Καρμηλίτη ιερέα, τον Fray John of St. Matias, τον μετέπειτα ποιητή και μυστικιστή Ιωάννη του Σταυρού (Juan de la Cruz), στο πρόσωπο του οποίου είδε έναν εξομολογητή, έναν αδελφό και πατέρα Τότε η Τερέζα έγραψε το έργο «Ο δρόμος της Τελειότητας», όπου απευθύνεται στις μοναχές της διδάσκοντας τους τις βασικές αρετές, που απαιτούν προσπάθεια από μέρους τους, διαφωτίζοντας την πρακτική της προσευχής. . Έργο οδηγό για την πνευματική πειθαρχία. Ο ’γιος Ιωάννης αγκάλιασε με βαθύ πάθος τη μορφή της Τερέζας, έγινε μαθητής της και προσπάθησε να εξαπλώσει τις ιδέες της, πράγμα που τον οδήγησε στη φυλακή του Τολέδο (1577), από την οποία δραπέτευσε, αλλά σύντομα οι διώξεις τον έκαμψαν και πέθανε σε ηλικία σαράντα εννιά ετών. Η Αγία Τερέζα της ’βιλα και ο Ιωάννης του Σταυρού, σύμφωνα με διάφορες πηγές, καθώς και προγενέστεροι Καθολικοί μοναχοί και μύστες δέχονταν τις Νεοπλατωνικές αντιλήψεις περί μετενσάρκωσης, είτε αποδεχόμενοι τις απόψεις άλλων μυστών, είτε από προσωπική εμπειρία που απέκτησαν με προσευχή, εσωστροφή και διαλογισμό. Ήταν οι μέγιστοι μύστες του Χριστιανισμού στην Ισπανία του 16ου αιώνα.
Παρά την ευαίσθητη υγεία της και τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε η Τερέζα πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της ιδρύοντας και οργανώνοντας άλλες 16 μονές σε διάφορες περιοχές της Ισπανίας. Το 1575 ο Πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ΄, ως αρχηγός των Καρμελιτών, απαγόρευσε την συνέχιση της δραστηριότητας της, κι έτσι ξέσπασε μια διοικητικού χαρακτήρα διένεξη ανάμεσα στους «Ενυπόδητους» Καρμελίτες και στους «Ανυπόδητους». Αυτό το περίμενε η Τερέζα, αλλά δεν ήξερε πώς να το αποτρέψει. Όμως, στα εξήντα της χρόνια είχε αναπτύξει μέσα της πείρα, βούληση και πείσμα, που δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στη νίκη. Παρά τη συμμαχία της με τον Φίλιππο τον Β΄ και τον Δούκα της ’λβα φυλακίστηκε στο Τολέδο για δύο χρόνια. Τελικά, ύστερα από επίμονες διαπραγματεύσεις ο Φίλιππος ο Β΄ ανέλαβε την διοικητική αυτονομία του τάγματος των «Ανυπόδητων» Καρμελιτών. Το 1977 έγραψε «Το Εσωτερικό Κάστρο», ένα ώριμο έργο που αποτυπώνει τον τρόπο μετατροπής της προσευχής από την έκσταση στον πνευματικό γάμο με το Χριστό και το Θεό. Το εσωτερικό κάστρο είναι η ψυχή, στης οποίας τον πυρήνα κατοικεί η Τριάδα. Η εξέλιξη στην προσευχή επιτρέπει στο άτομο ν αποκτήσει μεγαλύτερη οικειότητα με το Θεό. Η οικειότητα αυτή σηματοδοτείται από ένα προοδευτικό ταξίδι μέσα απ τα δωμάτια του κάστρου, από το πιο απομακρυσμένο στο πιο κεντρικό και φωτεινό. Καθένα από τα δωμάτια του κάστρου διακρίνεται από ένα διαφορετικό στάδιο εξέλιξης της προσευχής, με τις ακόλουθες επιδράσεις σε κάθε φάση στην ζωή του ατόμου.
ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ
Οι διδαχές της Τερέζας διακρίνονταν από έναν όμορφο συνδυασμό απλότητας και βάθους παράλληλα. Η Τερέζα έλεγε ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορεί κάποιος ν απομονωθεί και να έχει χρόνο να βρεθεί με αυτόν που ξέρουμε ότι μας αγαπάει. Επίσης, έλεγε, ότι δεν είναι σημαντικό να σκέφτεται κάποιος πολύ, αλλά ν αγαπάει πολύ, κι έτσι να κάνει το καλύτερο που τον παρακινεί στην αγάπη.
Η αγάπη, επισήμαινε, δεν είναι σπουδαία ευχαρίστηση, αλλά επιθυμία να ευχαριστήσεις το Θεό για καθετί. Για εκείνη η πνευματική ζωή ήταν μια στάση ζωής κι όχι ένας κανόνας. Μας λέει ποιος είναι ο δρόμος που οδηγεί στην ένωση της ψυχής με τον Θεό, μέσω κάποιων σταδίων (ευσεβής διαλογισμός ή συγκέντρωση, απόσυρση της ψυχής από εξωτερικά ερεθίσματα, ευσεβής αναλογισμός των μαρτυρίων του Χριστού και της μετάνοιας). Παρόλ αυτά διακήρυττε την φτώχεια, πίστευε στην εργασία κι όχι στην ζητιανιά. Πίστευε στην υπακοή στο Θεό περισσότερο από την ποινή της μετάνοιας, κι έλεγε: «Αν κάνεις κάτι λάθος, μην τιμωρείς τον εαυτό σου, άλλαξε». Όταν κάποιος ένιωθε δυστυχισμένος η συμβουλή της ήταν: «Να πας σ ένα μέρος που θα μπορείς να βλέπεις τον ουρανό, να κάνεις μια βόλτα». Επίσης, κάποιοι έμεναν άναυδοι όταν πήγαινε να φάει καλά κι εκείνη απαντούσε: «Υπάρχει ένας χρόνος για πέρδικα και ένας χρόνος για μετάνοια». Στ αδέρφιά της, που επιθυμούσαν να διαλογιστούν πάνω στην κόλαση, η απάντησή της ήταν: «Μην το κάνεις».
Η Αγία Τερέζα απεικονίστηκε πάνω σε διάφορους πίνακες καθώς και σε πολλά μνημεία. Επίσης, το έργο της εξυμνήθηκε από πολλούς σύγχρονους της και μη, ένας εκ των οποίων ήταν και ο Φραγκίσκος της Ασίζης.
Επίσης, εκτός όσων αναφέρθηκαν παραπάνω έγραψε ακόμα τα εξής: «Πνευματικές σχέσεις», Κραυγές της ψυχής προς τον Θεό», Αντιλήψεις σχετικά με την Αγάπη του Θεού», «Το βιβλίο των Βάσεων», 458 επιστολές και πολλά ποιήματα. Δρόμο προς την ποίηση άνοιξε η Τερέζα κι όχι ο Ιγνάτιος Λογιόλα, όπως θεωρείται από πολλούς. Παρακάτω είναι ένα από τα πολλά ποιήματα της, πολύ δημοφιλές, που το χρησιμοποιούσε ως «σελιδοδείκτη» στα βιβλία της. Βρέθηκε στο βιβλίο των προσευχών της μετά το θάνατο της στις 4 Οκτωβρίου 1582 στην ’λβα της Σαλαμάνκα. Όσια έγινε στις 24 Απριλίου 1614, από τον Πάπα Παύλο V και Αγία στις 12 Μαρτίου 1622, από τον Πάπα Γρηγόριο XV. Σύμβολα της είναι η καρδιά, το βέλος, το φτερό, το βιβλίο και το ράσο των «Ανυπόδητων» Καρμελιτών. Θεωρήθηκε το 1970 ως μία από τους τριάντα τρεις γιατρούς της εκκλησίας, για τα γραπτά της και τις διδαχές της στην προσευχή.
Παρακολουθώντας ολόκληρη τη ζωή της Αγίας Τερέζας μπορούμε να συμπεράνουμε ότι όταν ο άνθρωπος ενωθεί με το Θεό, στο βαθμό που του επιτρέπεται σ΄ αυτόν τον κόσμο, τότε βρίσκεται στο «κέντρο» του εαυτού του. Με άλλα λόγια, κατακτά την ακεραιότητα ενός παιδιού του Θεού, κι ενός ανθρώπινου όντος, που έχει εκπληρώσει το σκοπό της -τωρινής του- ύπαρξης.
Μην αφήσεις τίποτα να σε ταράξει, τίποτα να σε φοβίσει.
Όλα τα πράγματα περνάνε. Ο Θεός ποτέ δεν αλλάζει.
Η υπομονή οδηγεί στην απόκτηση των πάντων.
Όποιος έχει το Θεό μέσα του δεν χρειάζεται τίποτα άλλο.
Μόνο ο Θεός αρκεί
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, κεφ.60ο Ισπανικός Μυστικισμός
2. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, Τόμος 57
3. Journal of Religion and Phsychical, British Library, www.bl.uk
4. www.wf-f.org
5. www.wikipedia.org
6. www.theosophy.gr
7. www.poetseers.org
8. www.karmel.at/eng
9. www.ourgardenofcarmel.org
Η Ισπανία τον 16ο αιώνα, στα σύνορα με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αποτελούνταν από αρκετές ομάδες με διαφορετική εθνικότητα. Χρειάστηκαν 700 χρόνια για να καταφέρει ν αποκτήσει την ενότητα και την εθνική της ταυτότητα, μέσα από μάχες που έδωσε εναντίον των Μουσουλμάνων εισβολέων, κάτω από την ένωση της Καστίλλης και της Αραγονίας.
Επιβλήθηκε η απέλαση των Μαυριτανών και των Εβραίων, από την Ισαβέλλα και τον Φερνάντο, στ όνομα της υπεράσπισης της Χριστιανικής πίστης ενάντια στις ξένες αιρέσεις. Τα κάστρα και τα μοναστήρια αποτέλεσαν ντόπια σύμβολα ενός έθνους υπό διαμόρφωση. Ήταν παράδοξο, κι όμως, ο 16ος αιώνας ονομάστηκε «Χρυσός Αιώνας» της λογοτεχνίας, της πίστης και της φιλοσοφίας. Ήταν η εποχή που η Ισπανία έδωσε στον κόσμο τόσο διάσημους μυστικιστές όπως: ο ’γιος Ιωάννης του Σταυρού (St. John of the Cross), ο Fray Luis de Leon και η Αγία Τερέζα του Ιησού (St. Teresa de Jesus).
Ο Ισπανικός Μυστικισμός (16ος αι.) αποτέλεσε το σπουδαιότερο επίτευγμα της Ρωμαιοκαθολικής Μεταρρύθμισης, που πραγματοποιήθηκε ως ανταπάντηση στην Προτεσταντική Μεταρρύθμιση (Λούθηρος). Ως μέρος της γενικής αλλαγής του Καθολικισμού, που αποσκοπούσε όχι μόνο ν ανανεωθεί η δομή της εκκλησίας αλλά και το πνεύμα της, ο Ισπανικός Μυστικισμός κατάφερε το αδύνατο, δηλαδή να εκφράσει με λόγια την εμπειρία της μυστικής σχέσης με το Χριστό. Οι εκπρόσωποί του ήταν σαν μια γέφυρα ανάμεσα στην απλή γλώσσα και στην αρχή της υψηλής αισθητικής του μπαρόκ. Τα γραπτά τους ήταν εμπνευσμένα από την πίστη τους στο Θεό, που βασιζόταν στην επιθυμία κι όχι στην υποχρέωση.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Στις 28 Μαρτίου του 1515 γεννήθηκε στην ’βιλα της Παλιάς Καστίλης, στην Ισπανία, η Τερέζα ντε Θεπέδα (Teresa de Cepeda y Ahumada), που αργότερα ονομάστηκε Αγία Τερέζα του Ιησού. Οι ρίζες της οικογένειας της προέρχονταν από το Τολέδο και το Ολμέδο. Ήταν ένα από τα έντεκα παιδιά του Don Alonzo de Cepeda και της Dona Beatriz Ahumada, μορφωμένα μέλη «χαμηλής» αριστοκρατικής τάξης. Από μικρή ηλικία της εμφύσησαν βαθύτατα ευσεβή και ασκητικά ιδανικά, κατά το πρότυπο Αγίων και Μαρτύρων. Ήταν μετρίου αναστήματος, με μαύρες μπούκλες, άσπρο μέτωπο, φωτεινά μάτια και κινήσεις με φυσική χάρη και αξιοπρέπεια.
Η προσωπικότητα της χαρακτηρίζονταν από εξωστρέφεια, ζωηράδα, προσαρμοστικότητα σε κάθε περίπτωση, δεξιοτεχνία σε καθετί που καταπιανόταν, ενθουσιασμό και γενναιότητα. Απόδειξη αυτού ήταν ότι σε ηλικία επτά ετών πήρε τον αδερφό της Rodrigo κι έφυγαν από το σπίτι, προκειμένου ν αναζητήσουν και να συναντήσουν τους Μαυριτανούς στην Αφρική και να πεθάνουν με μαρτυρικό τρόπο. Ευτυχώς, που ένας θείος τους ματαίωσε αυτό το ηρωικό σχέδιο, αφού τους εντόπισε έξω από την πόλη και τους πήρε πίσω μαζί του. Επίσης, είχε ευπαθή υγεία, σπάνια ήταν χωρίς πυρετό, που τις περισσότερες φορές κατέληγε σε προσωρινή παράλυση και μερικές φορές σε παραμιλητά.
Στα δώδεκά της μειώθηκε η θέρμη της ευσέβειας της. ’ρχισε να ενδιαφέρεται περισσότερο για την εμφάνισή της και για τα ιπποτικά βιβλία, παρακινούμενη σ΄ αυτό από κάποιους συγγενείς της, καθώς και για το γάμο. Φοβερά ενοχλημένος ο πατέρας της με όλα αυτά, παρόλο που της είχε αδυναμία, της εναντιώθηκε. Σ αυτή την άσχημη περίοδο, και σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών, πέθανε η μητέρα της κι εκείνη απελπισμένη στράφηκε στην μητρική εικόνα της Παρθένου. Ήταν μεγάλο πλήγμα για την μικρή Τερέζα αυτό, γιατί αγαπούσε πολύ την μητέρα της. Ο πατέρας της πέθανε όταν εκείνη ήταν τριάντα τριών χρόνων. Το 1531 εστάλη στις Αυγουστιανές μοναχές, αλλά εξαιτίας μιας αρρώστιας της επέστρεψε σπίτι της. Σε ηλικία, πια, είκοσι ετών έφυγε κρυφά από το σπίτι της και εισήλθε στο μοναστήρι της «Ενσαρκώσεως», των Καρμελιτών μοναχών στην ’βιλα (εστιάζουν στην περισυλλογή μέσα από την προσευχή, ο Προφήτης Ηλίας και η Παρθένος θεωρούνται οι ιδρυτές ή εμπνευστές του τάγματος).
ΜΟΝΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ
Στο μοναστήρι της «Ενσαρκώσεως» (1535) υπέφερε πολύ από διάφορες ασθένειες. Έπεσε μέχρι και σε κώμα. Έπειτα είχε πρόβλημα και με το πόδι της. Για δεκαοχτώ χρόνια τυραννιόταν και δεν σημείωνε καμία πνευματική πρόοδο, πέρα από κάποια πνευματικά οράματα. Παρολαυτά προσπάθησε να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο μέσω της προσευχής και τότε άρχισε να έχει μεταφυσικές εμπειρίες, που αρχικά τόσο η ίδια όσο και οι παπάδες νόμιζαν ότι είχαν να κάνουν με πλάνες και φαντασιοπληξίες. Ήρθε, φυσικά, η ώρα που θεώρησε τα οράματά της αληθινές αποκαλύψεις, που ήθελαν να την πείσουν για ένα πράγμα: ότι ήταν υποχρεωμένη να εργασθεί σκληρά για να σώσει ψυχές και να συμβάλλει στην στερέωση του Χριστιανισμού.
Ωστόσο, δύο Ιησουΐτες εξομολογητές της πείστηκαν για τις πνευματικές της εμπειρίες και την ενθάρρυναν να τις ενδυναμώσει διαμέσου της προσευχής και της εξάσκησης της αρετής. H ίδια αναφέρει στην αυτοβιογραφία της: «Δεν ξέρω πώς να προχωρήσω στην προσευχή ή πώς να την ξαναθυμηθώ, κι έτσι παίρνω μεγαλύτερη ευχαρίστηση απ αυτό και αποφάσισα ν ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι με όλη μου τη δύναμη». Κι έτσι βίωσε περιόδους πνευματικής έκστασης, χρησιμοποιώντας ένα βιβλίο «Abecedario espiritual», την «πνευματική αλφάβητο». Αυτό το βιβλίο, ακολουθώντας το παράδειγμα παρόμοιων έργων μεσαιωνικών μυστικιστών, αποτελούνταν από οδηγίες για έλεγχο της συνείδησης, πνευματική αυτοσυγκέντρωση και ενδοσκόπηση, καθώς και άλλα θρησκευτικά πονήματα. Μέσα από τις εκστάσεις τις κατανόησε και συσχέτισε διάφορά πράγματα. Ένιωθε μέσα από την προσευχή να της δίνει ο Θεός πνευματική ευχαρίστηση, να κυριεύει τις αισθήσεις της, να «λιώνει» η ψυχή της μπροστά στη λάμψη του. Μερικές φορές το σώμα της σηκωνόταν από το έδαφος, κι όταν το ένιωθε να ελαφραίνει πολύ επέστρεφε στη γη και καλούσε τις καλογριές να καθίσουν επάνω της, για να μην συμβεί ξανά. Παρακαλούσε το Θεό να μην της συμβαίνουν αυτά μπροστά στον κόσμο.
Ο ισχυρισμός διαφόρων φίλων της ότι οι υπερφυσικές της εμπειρίες είχαν να κάνουν με κάτι διαβολικό κι όχι με θεία εύνοια, πράγμα που ολοένα αυξανόταν, την οδήγησε σε σκληρά, επιβαλλόμενα από την ίδια μαρτύρια που υπερέβαιναν κατά πολύ τον συνηθισμένο ασκητικό τρόπο ζωής της. Μέχρι που την καθησύχασε ο Francis Borgia στον οποίο και εξομολογήθηκε.
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Από το 1558 εκείνη άρχισε να ασχολείται με ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο, που θα επανέφερε το καρμηλιτικό τάγμα στην αυστηρή και πνευματική ζωή από την οποία είχε απομακρυνθεί τον 14ο και 15ο αιώνα. Σκέφθηκε να επιβάλλει στον εαυτό της και σε όσους θα ήταν πρόθυμοι ν ακολουθήσουν το παράδειγμα της την πιο αυστηρή αυτοπειθαρχία. Κι αποφάσισε να αναμορφώσει το τάγμα των Καρμελιτών και των Καρμελιτισσών. Υπερνικώντας τις αντιδράσεις της ηγουμένης και των περισσότερων αδελφών της Μονής ίδρυσε, μέσα στο ίδιο το τάγμα των Καρμελιτισσών (όπως είχε γίνει με τους Καπουτσίνος μέσα στο τάγμα των Φραγκισκανών), ένα αυστηρότερο και ασκητικότερο «τάγμα». Το «τάγμα των Ανυπόδητων» όπως ονομάστηκε, τα μέλη του οποίου φορούσαν σανδάλια αντί για παπούτσια.
Έπειτα αποφάσισε να ιδρύσει ένα δικό της μοναστήρι, για την πραγματοποίηση του οποίου δέχτηκε την οικονομική στήριξη μιας φίλης της. Με την εξουσιοδότηση του Πάπα Πίου Δ΄ η Τερέζα ίδρυσε το 1562 την μονή του Αγίου Ιωσήφ, το πρώτο μοναστήρι όπου εφαρμόστηκε η Καρμηλιτική Μεταρρύθμιση. Με μεγάλο σθένος η Τερέζα εφάρμοσε αυτό που είχε αποφασίσει. Η απόλυτη πενία της νέας μονής προκάλεσε σκάνδαλο στους κατοίκους, αρχικά, και στη συνέχεια στις αρχές τη ’βιλα, και έφτασε στον κίνδυνο του διωγμού για την Τερέζα. Όμως, με την προστασία του επισκόπου αυτό ξεπεράστηκε. Εκεί τα πέντε πρώτα χρόνια ήταν σε απομόνωση κι έγραψε το πρώτο σημαντικό έργο της, την «Αυτοβιογραφία» της, κείμενο από τα πιο σπάνια, ύστερα από διαταγή. Εκεί απεικονίζει τα διαφορετικά στάδια της προσευχής, με μεταφορές παρμένες από τον τρόπο που εξασφαλίζει κάποιος νερό για να ποτίσει έναν κήπο. Το ύφος της ήταν μειλίχιο και ταπεινό, προκειμένου να μην στρέψει εναντίον της την Ιερά Εξέταση. Οι μυστικιστικές εμπειρίες, που περιγράφει, οδηγούν τον αναγνώστη σε ποιητική συγκίνηση, ξυπνούν μέσα του τον ποιητή, αν υπάρχει.
Το 1567 ο επικεφαλής του καρμηλιτικού τάγματος, Ιωάννης Βαπτιστής Ρόσι, ενέκρινε τη μεταρρύθμιση, δίνοντας εντολή στην Τερέζα να ιδρύσει κι άλλα γυναικεία μοναστήρια και ανδρικά. Ήταν 51 ετών, αλλά αυτό δεν σταματούσε την δράση της, που την υποχρέωνε να ταξιδεύει συνέχεια σε διάφορα μέρη της Ισπανίας. Κατά τη διάρκεια της θεμελίωσης άλλης μιας μονής, στην Medina del Campo, η Τερέζα γνώρισε έναν νεαρό Καρμηλίτη ιερέα, τον Fray John of St. Matias, τον μετέπειτα ποιητή και μυστικιστή Ιωάννη του Σταυρού (Juan de la Cruz), στο πρόσωπο του οποίου είδε έναν εξομολογητή, έναν αδελφό και πατέρα Τότε η Τερέζα έγραψε το έργο «Ο δρόμος της Τελειότητας», όπου απευθύνεται στις μοναχές της διδάσκοντας τους τις βασικές αρετές, που απαιτούν προσπάθεια από μέρους τους, διαφωτίζοντας την πρακτική της προσευχής. . Έργο οδηγό για την πνευματική πειθαρχία. Ο ’γιος Ιωάννης αγκάλιασε με βαθύ πάθος τη μορφή της Τερέζας, έγινε μαθητής της και προσπάθησε να εξαπλώσει τις ιδέες της, πράγμα που τον οδήγησε στη φυλακή του Τολέδο (1577), από την οποία δραπέτευσε, αλλά σύντομα οι διώξεις τον έκαμψαν και πέθανε σε ηλικία σαράντα εννιά ετών. Η Αγία Τερέζα της ’βιλα και ο Ιωάννης του Σταυρού, σύμφωνα με διάφορες πηγές, καθώς και προγενέστεροι Καθολικοί μοναχοί και μύστες δέχονταν τις Νεοπλατωνικές αντιλήψεις περί μετενσάρκωσης, είτε αποδεχόμενοι τις απόψεις άλλων μυστών, είτε από προσωπική εμπειρία που απέκτησαν με προσευχή, εσωστροφή και διαλογισμό. Ήταν οι μέγιστοι μύστες του Χριστιανισμού στην Ισπανία του 16ου αιώνα.
Παρά την ευαίσθητη υγεία της και τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε η Τερέζα πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της ιδρύοντας και οργανώνοντας άλλες 16 μονές σε διάφορες περιοχές της Ισπανίας. Το 1575 ο Πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ΄, ως αρχηγός των Καρμελιτών, απαγόρευσε την συνέχιση της δραστηριότητας της, κι έτσι ξέσπασε μια διοικητικού χαρακτήρα διένεξη ανάμεσα στους «Ενυπόδητους» Καρμελίτες και στους «Ανυπόδητους». Αυτό το περίμενε η Τερέζα, αλλά δεν ήξερε πώς να το αποτρέψει. Όμως, στα εξήντα της χρόνια είχε αναπτύξει μέσα της πείρα, βούληση και πείσμα, που δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στη νίκη. Παρά τη συμμαχία της με τον Φίλιππο τον Β΄ και τον Δούκα της ’λβα φυλακίστηκε στο Τολέδο για δύο χρόνια. Τελικά, ύστερα από επίμονες διαπραγματεύσεις ο Φίλιππος ο Β΄ ανέλαβε την διοικητική αυτονομία του τάγματος των «Ανυπόδητων» Καρμελιτών. Το 1977 έγραψε «Το Εσωτερικό Κάστρο», ένα ώριμο έργο που αποτυπώνει τον τρόπο μετατροπής της προσευχής από την έκσταση στον πνευματικό γάμο με το Χριστό και το Θεό. Το εσωτερικό κάστρο είναι η ψυχή, στης οποίας τον πυρήνα κατοικεί η Τριάδα. Η εξέλιξη στην προσευχή επιτρέπει στο άτομο ν αποκτήσει μεγαλύτερη οικειότητα με το Θεό. Η οικειότητα αυτή σηματοδοτείται από ένα προοδευτικό ταξίδι μέσα απ τα δωμάτια του κάστρου, από το πιο απομακρυσμένο στο πιο κεντρικό και φωτεινό. Καθένα από τα δωμάτια του κάστρου διακρίνεται από ένα διαφορετικό στάδιο εξέλιξης της προσευχής, με τις ακόλουθες επιδράσεις σε κάθε φάση στην ζωή του ατόμου.
ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ
Οι διδαχές της Τερέζας διακρίνονταν από έναν όμορφο συνδυασμό απλότητας και βάθους παράλληλα. Η Τερέζα έλεγε ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορεί κάποιος ν απομονωθεί και να έχει χρόνο να βρεθεί με αυτόν που ξέρουμε ότι μας αγαπάει. Επίσης, έλεγε, ότι δεν είναι σημαντικό να σκέφτεται κάποιος πολύ, αλλά ν αγαπάει πολύ, κι έτσι να κάνει το καλύτερο που τον παρακινεί στην αγάπη.
Η αγάπη, επισήμαινε, δεν είναι σπουδαία ευχαρίστηση, αλλά επιθυμία να ευχαριστήσεις το Θεό για καθετί. Για εκείνη η πνευματική ζωή ήταν μια στάση ζωής κι όχι ένας κανόνας. Μας λέει ποιος είναι ο δρόμος που οδηγεί στην ένωση της ψυχής με τον Θεό, μέσω κάποιων σταδίων (ευσεβής διαλογισμός ή συγκέντρωση, απόσυρση της ψυχής από εξωτερικά ερεθίσματα, ευσεβής αναλογισμός των μαρτυρίων του Χριστού και της μετάνοιας). Παρόλ αυτά διακήρυττε την φτώχεια, πίστευε στην εργασία κι όχι στην ζητιανιά. Πίστευε στην υπακοή στο Θεό περισσότερο από την ποινή της μετάνοιας, κι έλεγε: «Αν κάνεις κάτι λάθος, μην τιμωρείς τον εαυτό σου, άλλαξε». Όταν κάποιος ένιωθε δυστυχισμένος η συμβουλή της ήταν: «Να πας σ ένα μέρος που θα μπορείς να βλέπεις τον ουρανό, να κάνεις μια βόλτα». Επίσης, κάποιοι έμεναν άναυδοι όταν πήγαινε να φάει καλά κι εκείνη απαντούσε: «Υπάρχει ένας χρόνος για πέρδικα και ένας χρόνος για μετάνοια». Στ αδέρφιά της, που επιθυμούσαν να διαλογιστούν πάνω στην κόλαση, η απάντησή της ήταν: «Μην το κάνεις».
Η Αγία Τερέζα απεικονίστηκε πάνω σε διάφορους πίνακες καθώς και σε πολλά μνημεία. Επίσης, το έργο της εξυμνήθηκε από πολλούς σύγχρονους της και μη, ένας εκ των οποίων ήταν και ο Φραγκίσκος της Ασίζης.
Επίσης, εκτός όσων αναφέρθηκαν παραπάνω έγραψε ακόμα τα εξής: «Πνευματικές σχέσεις», Κραυγές της ψυχής προς τον Θεό», Αντιλήψεις σχετικά με την Αγάπη του Θεού», «Το βιβλίο των Βάσεων», 458 επιστολές και πολλά ποιήματα. Δρόμο προς την ποίηση άνοιξε η Τερέζα κι όχι ο Ιγνάτιος Λογιόλα, όπως θεωρείται από πολλούς. Παρακάτω είναι ένα από τα πολλά ποιήματα της, πολύ δημοφιλές, που το χρησιμοποιούσε ως «σελιδοδείκτη» στα βιβλία της. Βρέθηκε στο βιβλίο των προσευχών της μετά το θάνατο της στις 4 Οκτωβρίου 1582 στην ’λβα της Σαλαμάνκα. Όσια έγινε στις 24 Απριλίου 1614, από τον Πάπα Παύλο V και Αγία στις 12 Μαρτίου 1622, από τον Πάπα Γρηγόριο XV. Σύμβολα της είναι η καρδιά, το βέλος, το φτερό, το βιβλίο και το ράσο των «Ανυπόδητων» Καρμελιτών. Θεωρήθηκε το 1970 ως μία από τους τριάντα τρεις γιατρούς της εκκλησίας, για τα γραπτά της και τις διδαχές της στην προσευχή.
Παρακολουθώντας ολόκληρη τη ζωή της Αγίας Τερέζας μπορούμε να συμπεράνουμε ότι όταν ο άνθρωπος ενωθεί με το Θεό, στο βαθμό που του επιτρέπεται σ΄ αυτόν τον κόσμο, τότε βρίσκεται στο «κέντρο» του εαυτού του. Με άλλα λόγια, κατακτά την ακεραιότητα ενός παιδιού του Θεού, κι ενός ανθρώπινου όντος, που έχει εκπληρώσει το σκοπό της -τωρινής του- ύπαρξης.
Μην αφήσεις τίποτα να σε ταράξει, τίποτα να σε φοβίσει.
Όλα τα πράγματα περνάνε. Ο Θεός ποτέ δεν αλλάζει.
Η υπομονή οδηγεί στην απόκτηση των πάντων.
Όποιος έχει το Θεό μέσα του δεν χρειάζεται τίποτα άλλο.
Μόνο ο Θεός αρκεί
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, κεφ.60ο Ισπανικός Μυστικισμός
2. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, Τόμος 57
3. Journal of Religion and Phsychical, British Library, www.bl.uk
4. www.wf-f.org
5. www.wikipedia.org
6. www.theosophy.gr
7. www.poetseers.org
8. www.karmel.at/eng
9. www.ourgardenofcarmel.org
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
Μην αφήσεις τίποτα να σε ταράξει, τίποτα να σε φοβίσει.
Όλα τα πράγματα περνάνε. Ο Θεός ποτέ δεν αλλάζει.
Η υπομονή οδηγεί στην απόκτηση των πάντων.
Όποιος έχει το Θεό μέσα του δεν χρειάζεται τίποτα άλλο.
Μόνο ο Θεός αρκεί






Το ΦΩΣ η ΑΓΑΠΗ και η ΔΥΝΑΜΗ αποκαθησούν το σχέδιο πάνω στη γή
Πολέμα και Οραματίσου !!!
Πολέμα και Οραματίσου !!!
Πολύ αγαπημένη μου μορφή!!!με αγγίζει ιδιαίτερα!!





Η πληγωμένη καρδιά μπορεί να Ερωτευθεί
Η προστατευμένη καρδιά δεν μπορεί
Πολέμα και Οραματίσου.

Reiki Center - Ρεικι
Η προστατευμένη καρδιά δεν μπορεί
Πολέμα και Οραματίσου.
Reiki Center - Ρεικι
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ: Ο ΙΔΕΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Και ποια είναι η πιο αψηλή εντολή; Ν αρνηθείς όλες τις παρηγοριές-θεούς, πατρίδες, ηθικές, αλήθειες - ν απομείνεις μόνος και ν αρχίσεις να πλάθεις εσύ, με μοναχά τη δύναμή σου, έναν κόσμο που να μην ντροπιάζει την καρδιά σου... Ποια ναι η πιο αντρίκια χαρά; Ν αναλαβαίνεις την πάσα ευθύνη.
Πρώτα βήματα
Χάνδακας 1883. Προσκυνητές των μεγάλων παθών τους όλοι οι Κρήτες απ άκρη εις άκρη του νησιού υπομένουν με στωικότητα τον Τούρκο κατακτητή. Χρόνια σκλαβιάς, ατίμωσης, υποταγής και σκληρότητας, με τον πόθο της λευτεριάς άσβεστο να σιγοκαίει στα σπλάχνα του υπερήφανου λαού της Κρήτης. Το όραμα της απελευθέρωσης ζωντανό, καθημερινή ανάγκη και στόχος ιερός για μια χούφτα ανθρώπους ξεχασμένους από την υπόλοιπη Ελλάδα και ηθελημένα άγνωστους για τις τότε μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη. Ανήμποροι πολιτικά αλλά ταυτόχρονα δυνατοί και ρωμαλέοι στην ψυχή τους, που αιώνες τώρα έχουν αποδείξει ότι είναι το εισιτήριο τους για τα πιο σπουδαία θαύματα της ανθρώπινης δεινότητας και θέλησης. Μέσα στην ασυγκράτητη φλόγα της επιθυμίας για απελευθέρωση και τις σχεδιαζόμενες επαναστατικές κινήσεις των Κρητών έρχεται στον κόσμο ο Νίκος Καζαντζάκης. Είναι 18 του Φλεβάρη, ημέρα Παρασκευή(των Ψυχών), γεγονός που ερμηνεύτηκε από τη μαμή ως σημάδι ότι ο Καζαντζάκης θα γινόταν Δεσπότης....
Ανησυχίες και απαντήσεις.
Μεγαλώνοντας σ ένα περιβάλλον αυστηρά θρησκευτικό, σχεδόν θρησκόληπτο, ταυτόχρονα όμως και υπερπατριωτικό, εμπνευσμένο από το όραμα της απελευθέρωσης της Κρήτης από τους Τούρκους ο Νίκος Καζαντζάκης οδηγήθηκε στον ιδεαλισμό κι έκανε στόχο της ζωής του την αναζήτηση της αλήθειας, όποιο κι αν θα ήταν το τίμημα. Η αναζήτηση κάποιου σκοπού, ενός νοήματος, απετέλεσε το κύριο μέλημά του, όταν οι άλλοι νέοι της ηλικίας του χαιρόντουσαν τη ζωή με το δικό τους νεανικό και ανέμελο τρόπο. Γράφει στο έργο του Βραχόκηπος:Ποιος είναι ο δρόμος για την εκπλήρωση του δικού μου του νόμου; Να διαταράξω την τάξη, να συντρίψω το πρωτόκολλο, να ξεστρατίσω από τους προγόνους. Να αλητεύσω στ απαγορευμένα, στις αγέρωχες κι επικίντυνες περιοχές του αβέβαιου. Να δέχουμε ατάραχος ακόμη περισσότερο: σαν ευλογία την κατάρα του πατέρα και της μάνας. Να έχω το θάρρος να είμαι μόνος....
Ο πατριωτισμός του Καζαντζάκη
Ο πατριωτισμός του Καζαντζάκη φάνηκε από πολύ νωρίς στη ζωή του, εγγίζοντας τα όρια της αυτοθυσίας, του υπερβάλλοντα ζήλου και της προσήλωσης στο ιδανικό της ελευθερίας. Δε χύνεται ποτέ άδικα το αίμα. Δεν το χεις ακουστά πως ένας σπόρος είναι η λευτεριά, μα δεν ποτίζεται αυτός με νερό για να πιάσει, παρά με αίμα, δήλωνε με έμφαση. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, εφόσον μπροστά στο διψασμένο βλέμμα του καθημερινά ορθωνόταν το παράστημα του πατέρα του ως πρότυπο σοβινισμού και παλικαριάς: όλη η ζωή και η σκέψη του συντονίζονται μ αυτήν την έμμονη ιδέα της σκλαβιάς της Κρήτης, με την οποία και αρνείται να συμβιβασθεί....
Το αποτύπωμα του Θεού
Στο Παρίσι ο Καζαντζάκης κοινώνησε τη φιλοσοφία του Ουίλιαμ Τζαίημς, του Ανρί Μπερξόν και του Νίτσε. Από τον Τζαίημς έμαθε να απορρίπτει την ύπαρξη του δεδομένου και του τελεσίδικου στην καθημερινή μας ζωή και από τον Μπερξόν εμπνεύστηκε το όραμα του αγωνιζόμενου Θεού, την βαθύτερη επιδίωξη να γίνουμε οι άνθρωποι μέσα στην καθημερινότητά μας Σωτήρες του Θεού(Salvatores Dei), με την έννοια της προσωπικής μας λύτρωσης από δεσμά και πρέπει, από ανταμοιβές σε μια μεταθανάτια ζωή για όσα πράττουμε τώρα -αγνάντεψε γύρα σου.Όλα τούτα τα κορμιά που κοιτάς θα σαπίσουν. Σωτηρία δεν υπάρχει έλεγε- αποδεσμεύουν το Δικό τους Θεό από δάφνες, στεφάνια και μετάλλια υπεροχής και τον αγγίζουν με τα αισθητήρια της ψυχής τους κάνοντάς τον σύμμαχο, συμπαραστάτη, συνοδοιπόρο στα δύσκολα και κακοτράχαλα μονοπάτια της ζωής τους. Οι άνθρωποι, ο καθένας χωριστά, λυτρώνουν το Θεό τους, γίνονται Σωτήρες του Θεού, έλεγε ο ίδιος ο Καζαντζάκης. Αυτή τη φιλοσοφική ενατένισή του συναντάμε στο έργο του με τον ομώνυμο τίτλο Salvatores Dei ή Ασκητική όπως τελικά κατέληξε να το ονομάσει. Ο Μπερξόν στάθηκε ίσως ο πιο σημαντικός δάσκαλος για τον Καζαντζάκη και από τον Νίτσε, στον οποίο μάλιστα αφιέρωσε τη διδακτορική του διατριβή-με τίτλο Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη φιλοσοφία του δικαίου και της πολιτείας-, καθώς φαίνεται ότι ολόκληρο το έργο του διαπνέεται από τον βιταλισμό του δασκάλου του αλλά και από τον ιδιότυπο θεϊσμό του ιδιαίτερα μετά τα μηνύματα που δέχεται μελετώντας Νίτσε. Ο Νίτσε μετέδωσε στον Καζαντζάκη την κοσμοθεωρία του για την ύπαρξη και την ενσάρκωση του Αντίχριστου, ενίσχυσε την προγενέστερη δυσπιστία του στη μεταθανάτια ζωή, έσπειρε την αμφιβολία στην νόηση και στην ψυχή του Έλληνα λογοτέχνη για το δικό του Θεό, εκείνον που διδάχθηκε από την πολυαγαπημένη του μητέρα στην τρυφερή ηλικία της παιδικότητας και τελικά τον έπεισε να αποδεχθεί από το τρίπτυχο της χριστιανικής διδασκαλίας Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη μόνον την αγάπη. Ο Νίτσε με δίδαξε...πως δεν πρέπει ποτέ να χεις μια αντίληψη για τη ζωή που να σου επιτρέπει ελπίδες και ανταμοιβές. Είσαι ελεύθερος άνθρωπος, όχι μισθοφόρος...Να παλεύεις χωρίς να καταδέχεσαι να ζητάς ανταμοιβή, [αυτό] είναι η αληθινή ελευθερία, σημείωνε με έμφαση ο ίδιος....
Η δύναμη της φιλίας
Τα πρόσωπα άλλωστε που έμειναν φίλοι πραγματικοί για τον Καζαντζάκη μέχρι το τέλος της πολυτάραχης ζωής του ήταν λίγα, διότι ο Καζαντζάκης ήταν ένας ιδιόρρυθμος άνθρωπος που έβρισκε ευχαρίστηση στην ακατάπαυτη εργασία, στον μόχθο και την ατέρμονη προσπάθεια. Απομονωνόταν για πολύ καιρό για ν αφιερωθεί στην πιο μεγάλη αγάπη της ζωής του, τη συγγραφή και τη μελέτη. Αναφέρει χαρακτηριστικά σε κάποιο από τα έργα του:Μια από τις πιο νόμιμες χαρές του ανθρώπου είναι, θαρρώ, να μοχτάει και να βλέπει πως ο μόχτος του φέρνει καρπό....
Οι γυναίκες
Εξίσου σημαντικό ρόλο με τους φίλους διαδραμάτισαν και οι γυναίκες στη ζωή του Έλληνα λογοτέχνη, παρά τις κακόβουλες επικρίσεις που δέχθηκε περί της υποτιθέμενης σεξουαλικής του ανικανότητας σε προσπάθεια των αντιπάλων του να δικαιολογήσουν με βλοσυρό και άνανδρο τρόπο την ατεκνία του. Η πρώτη γυναίκα που μπήκε στη ζωή του ήταν η συμπατριώτισσά του Γαλάτεια Αλεξίου, με την οποία συνδέθηκε ερωτικά στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου και έμεινε μαζί της για είκοσι περίπου χρόνια. Μετά από έναν χρόνο συμβίωσης παντρεύτηκαν το 1911 στο νεκροταφειακό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου στο Ηράκλειο. Δυστυχώς, ο γάμος τους δεν ήταν ιδιαίτερα ευτυχισμένος, ίσως διότι ο νεαρός τότε Καζαντζάκης βρισκόταν στα πιο γόνιμα χρόνια της εσωτερικής του αναζήτησης και να έβλεπε το γάμο σαν μια δέσμευση που του στερούσε το πολύτιμο για τη ζωή του οξυγόνο, την αχαλίνωτη περιπλάνηση στα μονοπάτια του αβέβαιου της ανθρώπινης ζωής.....
Η πολιτική ταυτότητα ενός ανήσυχου πνεύματος
Αν κάποιος προσπαθήσει να σκιαγραφήσει το πορτρέτο του Καζαντζάκη παραλείποντας να αναφερθεί στην πολιτική του οντότητα ως λογοτέχνη αλλά και στην πολιτική του σταδιοδρομία ως ανθρώπου, τότε σίγουρα θα έχει αποτυχεί, διότι ο Καζαντζάκης ήταν μια βαθύτατα πολιτική ύπαρξη που χάραξε μια εξέχουσα πορεία στην ιστορία των πολιτικών θεσμών της Ελλάδας. Μπροστά στα μάτια του αποθεώνεται το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας, εμπνευστής του οποίου είναι ο Ελευθέριος Βενιζέλος και παίρνει σάρκα και οστά ο πόθος για το Μεγάλο Ξημέρωμα όπως χαρακτηρίζει τη Μεγάλη Ιδέα. Ο Καζαντζάκης τρέφει αισθήματα θαυμασμού για το Βενιζέλο, τον οποίο είχε την ευκαιρία να ζήσει από κοντά όταν υπηρετούσε στο ιδιαίτερο γραφείο του ως εθελοντής στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Τον θεωρούσε ικανό και άξιο να πραγματώσει το μεγάλο ιδεώδες. Δε θα υπηρετούσε άλλωστε στην κυβέρνησή του το 1919 ως Γενικός Διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως ούτε θα αναλάμβανε τη βαριά ευθύνη να μεταφέρει τους Έλληνες του Καυκάσου στη χώρα μας. Μετά τον όλεθρο της Μικρασιατικής Καταστροφής ο Καζαντζάκης θρηνεί στα συντρίμμια της λαβωμένης αξιοπρέπειας των Ελλήνων και απογοητευμένος καθώς είναι ρίχνει τις ευθύνες στο Βενιζέλο. Το 1922 μυείται στον Σοσιαλισμό και δύο χρόνια αργότερα, το 1924, ιδρύει την πρώτη Πολιτική Σοσιαλιστική Ομάδα στο Ηράκλειο και κάνει έμβλημα της δράσης του το τρίπτυχο της πολιτικής του φιλοσοφίας: Ελευθερία Δημοκρατία - Σοσιαλισμός. Συλλαμβάνεται, όμως, ως κομμουνιστής λόγω του γενικότερου αναβρασμού που επικρατεί μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακολουθεί από το 1929 κι εξής μια περίοδος πολιτικού αποπροσανατολισμού για τον Καζαντζάκη μέχρι τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο που βιώνει έντονα έναν ώριμο εθνικισμό κατά τον πολιτικό συγγραφέα Bien.....
Ταξιδιώτης του πνεύματος
Ο Καζαντζάκης υπηρέτησε πολλούς χώρους εξίσου επάξια και με την ίδια αγάπη και αφοσίωση. Δεν ήταν μόνον ένας λαμπρός συγγραφέας και ποιητής, ένας οξυδερκής πολιτικός, ένας τιμητής του πνεύματος αλλά κι ένας σημαντικός δημοσιογράφος, καθώς εργάστηκε μεταξύ 1924 και 1937 ως ανταποκριτής μεγάλων εφημερίδων της εποχής. Δεν οδηγήθηκε στην ενασχόληση με τη δημοσιογραφία ωθούμενος μόνον από βιοποριστικούς λόγους-διότι η αφοσίωση του στη πνευματική παραγωγή απαιτούσε να χει εξασφαλίσει πρωτύτερα τα δέοντα προς το ζην- αλλά από την πολύ πιο ουσιαστική ανάγκη του να πραγματώνει τον πολυπράγμονα και πολυδιάστατο εαυτό του, να βρίσκει διεξόδους έκφρασης στη δημιουργικότητά του, να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες. Είναι, βέβαια, αλήθεια πως η αμοιβή του δεν ήταν σ εκείνους τους δύσκολους καιρούς γενναιόδωρη και αντίστοιχη της εμβέλειας της προσωπικότητας και των ικανοτήτων του, αλλά του εξασφάλιζε παράλληλα με άλλες δραστηριότητές του, όπως η συγγραφή σχολικών εγχειριδίων και λεξικών ή οι μεταφράσεις, μια αξιοπρεπή διαβίωση. Σταθμοί στη δημοσιογραφική καρριέρα του στάθηκαν αφενός οι ταξιδιωτικές του περιηγήσεις που δημοσίευε σε μεγάλες εφημερίδες, όπως η Καθημερινή και ο Ελεύθερος Λόγος, αφετέρου οι συνεντεύξεις που πήρε από εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής του, αν και κατηγορήθηκε από τους επικριτές του, γιατί το εστιακό πεδίο τους ήταν η πολιτική σε ιδιαίτερα ταραγμένες ιστορικοπολιτικά περιόδους. Πιο συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 1926 πήρε συνέντευξη από τον Ισπανό δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα και τον Οκτώβριο του ίδιου του χρόνου από τον Μουσολίνι στην Ρώμη. Δέκα χρόνια αργότερα, ως πολεμικός ανταποκριτής πια συναντά και παίρνει συνέντευξη από τους Φράνκο και Ουναμούνο....
Ποιος ήταν τελικά ο Νίκος Καζαντζάκης;
Ο Μιχάλης και η Μαριγώ Καζαντζάκη πρόλαβαν πριν πεθάνουν να πληροφορηθούν ότι ο γιος τους ήταν αναρχικός, κομμουνιστής, άθεος, μηδενιστής, που όταν έφτανε για επίσκεψη στην Κρήτη πρώτο μέλημα της αστυνομίας ήταν να τον καλεί και να του κάνει συστάσεις, για να μη δημιουργήσει κι εκεί προβλήματα. Μάλιστα σε μια από τις επισκέψεις του στην Κρήτη του ζήτησαν να κάνει και γραπτή δήλωση για την ως τότε δράση του και να εκθέσει τα κοινωνικά του φρονήματα. Το μόνο που ποθούσε βαθιά μες την ψυχή του ο Καζαντζάκης δεν ήταν τίποτε άλλο παρά αυτό που έγραφε στο φίλο του Δημήτριο Καλογερόπουλο το 1908 από το Παρίσι: Θέλω να σχηματίσω μια ατομική, δική μου αντίληψη της ζωής, μια θεωρία του κόσμου και του προορισμού τ ανθρώπου και σύμφωνα μ αυτήν, συστηματικά και με ορισμένο τρόπο και πρόγραμμα, να γράφω ό,τι γράφω. Γι αυτό ο Καζαντζάκης έγινε πολίτης του κόσμου. Δεν τον χωρούσε ο τόπος, όπου κι αν πήγαινε. Έψαχνε, αναζητούσε, δεν ησύχαζε ποτέ. Κέρδισε επάξια τον τίτλο του cosmopolitism universalis, ποτέ όμως δεν αποποιήθηκε την ταυτότητα του Έλληνα, κυρίως δε του Κρητικού. Λέγεται ότι σ όποιο μέρος του κόσμου κι αν ταξίδευε, κρατούσε πάντα μια χούφτα χώμα από τη γη που τον γέννησε. Όπου παώ κρατώ πάντα ανάμεσα στα δόντια μου σα φύλλο δάφνης την Ελλάδα, έλεγε με υπερηφάνεια.
Ο Νίκος Καζαντζάκης προτίμησε τον άχαρο και μη αποδεκτό ρόλο του αιώνιου αναζητητή και στοχαστή× αποδέχτηκε τις συνέπειες επιφυλάσσοντας στον εαυτό του μια προμηθεϊκά απάνθρωπη μεταχείριση, σαν ισοβίτης σε μια φυλακή δικής του επινόησης, με αόρατα δεσμά. Μοναχικός και κάποιες φορές εξαιρετικά ενδοστρεφής. Πικραμένος από την απόρριψη όσων εθελοτυφλούσαν μπροστά στο εξαίρετο έργο ενός λαμπρού επιστήμονα, τιμητή του πνεύματος, λάτρη της αναζήτησης της αλήθειας, σπουδαίο άνθρωπο, κήρυκα της ελευθερίας....
Πηγή: http://www.stigmes.gr
΄Εργα του
Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946)
Ο καπετάν Μιχάλης (1953)
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1954)[5]
Ο τελευταίος πειρασμός (1955)[6]
Τόντα-Ράμπα (1956)[7]
Ο Φτωχούλης του Θεού (1956)
Ο βραχόκηπος (1960)[8]
Αναφορά στον Γκρέκο (1961)
Οι αδερφοφάδες. θέλει, λέει, να 'ναι λεύτερος, σκοτώστε τον! (1963)
Συμπόσιον (1971)
Στα παλάτια της Κνωσού (1981)
Καθαρά να ξεχωρίσεις κι ηρωικά να δεχτείς τις πικρές γόνιμες τούτες, ανθρώπινες, σάρκα από τη σάρκα μας, αλήθειες:
α) Ο νους του ανθρώπου φαινόμενα μονάχα μπορεί να συλλάβει, ποτέ την ουσία'
β) κι όχι όλα τα φαινόμενα, παρά μονάχα τα φαινόμενα της ύλης'
γ) κι ακόμα στενώτερα: όχι καν τα φαινόμενα τούτα της ύλης, παρά μονάχα τους μεταξύ τους συνειρμούς'
δ) κι οι συνειρμοί τούτοι δεν είναι πραγματικοί, ανεξάρτητοι από τον άνθρωπο' είναι κι αυτοί γεννήματα του ανθρώπου'
ε) και δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ανθρώπινοι' παρά μονάχα οι πιο βολικοί για τις πραχτικές και νοητικές του ανάγκες.
Μέσα στα σύνορα τούτα, ο νους είναι ο νόμιμος απόλυτος μονάρχης. Καμιά άλλη εξουσία στο βασίλειο του δεν υπάρχει.
Αναγνωρίζω τα σύνορα τούτα, τα δέχουμαι μ' εγκαρτέρηση, γενναιότητα κι αγάπη, κι αγωνίζουμαι μέσα στην περιοχή τους άνετα σα να 'μουν ελεύτερος.
Υποτάζω την ύλη, την αναγκάζω να γίνει καλός αγωγός του μυαλού μου. Χαίρουμαι τα φυτά, τα ζώα, τους ανθρώπους, τους θεούς σαν παιδιά μου. Όλο το Σύμπαντο το νιώθω να σοφιλιάζει απάνω μου και να με ακλουθάει σα σώμα.
Ασκητική
Και ποια είναι η πιο αψηλή εντολή; Ν αρνηθείς όλες τις παρηγοριές-θεούς, πατρίδες, ηθικές, αλήθειες - ν απομείνεις μόνος και ν αρχίσεις να πλάθεις εσύ, με μοναχά τη δύναμή σου, έναν κόσμο που να μην ντροπιάζει την καρδιά σου... Ποια ναι η πιο αντρίκια χαρά; Ν αναλαβαίνεις την πάσα ευθύνη.
Πρώτα βήματα
Χάνδακας 1883. Προσκυνητές των μεγάλων παθών τους όλοι οι Κρήτες απ άκρη εις άκρη του νησιού υπομένουν με στωικότητα τον Τούρκο κατακτητή. Χρόνια σκλαβιάς, ατίμωσης, υποταγής και σκληρότητας, με τον πόθο της λευτεριάς άσβεστο να σιγοκαίει στα σπλάχνα του υπερήφανου λαού της Κρήτης. Το όραμα της απελευθέρωσης ζωντανό, καθημερινή ανάγκη και στόχος ιερός για μια χούφτα ανθρώπους ξεχασμένους από την υπόλοιπη Ελλάδα και ηθελημένα άγνωστους για τις τότε μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη. Ανήμποροι πολιτικά αλλά ταυτόχρονα δυνατοί και ρωμαλέοι στην ψυχή τους, που αιώνες τώρα έχουν αποδείξει ότι είναι το εισιτήριο τους για τα πιο σπουδαία θαύματα της ανθρώπινης δεινότητας και θέλησης. Μέσα στην ασυγκράτητη φλόγα της επιθυμίας για απελευθέρωση και τις σχεδιαζόμενες επαναστατικές κινήσεις των Κρητών έρχεται στον κόσμο ο Νίκος Καζαντζάκης. Είναι 18 του Φλεβάρη, ημέρα Παρασκευή(των Ψυχών), γεγονός που ερμηνεύτηκε από τη μαμή ως σημάδι ότι ο Καζαντζάκης θα γινόταν Δεσπότης....
Ανησυχίες και απαντήσεις.
Μεγαλώνοντας σ ένα περιβάλλον αυστηρά θρησκευτικό, σχεδόν θρησκόληπτο, ταυτόχρονα όμως και υπερπατριωτικό, εμπνευσμένο από το όραμα της απελευθέρωσης της Κρήτης από τους Τούρκους ο Νίκος Καζαντζάκης οδηγήθηκε στον ιδεαλισμό κι έκανε στόχο της ζωής του την αναζήτηση της αλήθειας, όποιο κι αν θα ήταν το τίμημα. Η αναζήτηση κάποιου σκοπού, ενός νοήματος, απετέλεσε το κύριο μέλημά του, όταν οι άλλοι νέοι της ηλικίας του χαιρόντουσαν τη ζωή με το δικό τους νεανικό και ανέμελο τρόπο. Γράφει στο έργο του Βραχόκηπος:Ποιος είναι ο δρόμος για την εκπλήρωση του δικού μου του νόμου; Να διαταράξω την τάξη, να συντρίψω το πρωτόκολλο, να ξεστρατίσω από τους προγόνους. Να αλητεύσω στ απαγορευμένα, στις αγέρωχες κι επικίντυνες περιοχές του αβέβαιου. Να δέχουμε ατάραχος ακόμη περισσότερο: σαν ευλογία την κατάρα του πατέρα και της μάνας. Να έχω το θάρρος να είμαι μόνος....
Ο πατριωτισμός του Καζαντζάκη
Ο πατριωτισμός του Καζαντζάκη φάνηκε από πολύ νωρίς στη ζωή του, εγγίζοντας τα όρια της αυτοθυσίας, του υπερβάλλοντα ζήλου και της προσήλωσης στο ιδανικό της ελευθερίας. Δε χύνεται ποτέ άδικα το αίμα. Δεν το χεις ακουστά πως ένας σπόρος είναι η λευτεριά, μα δεν ποτίζεται αυτός με νερό για να πιάσει, παρά με αίμα, δήλωνε με έμφαση. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, εφόσον μπροστά στο διψασμένο βλέμμα του καθημερινά ορθωνόταν το παράστημα του πατέρα του ως πρότυπο σοβινισμού και παλικαριάς: όλη η ζωή και η σκέψη του συντονίζονται μ αυτήν την έμμονη ιδέα της σκλαβιάς της Κρήτης, με την οποία και αρνείται να συμβιβασθεί....
Το αποτύπωμα του Θεού
Στο Παρίσι ο Καζαντζάκης κοινώνησε τη φιλοσοφία του Ουίλιαμ Τζαίημς, του Ανρί Μπερξόν και του Νίτσε. Από τον Τζαίημς έμαθε να απορρίπτει την ύπαρξη του δεδομένου και του τελεσίδικου στην καθημερινή μας ζωή και από τον Μπερξόν εμπνεύστηκε το όραμα του αγωνιζόμενου Θεού, την βαθύτερη επιδίωξη να γίνουμε οι άνθρωποι μέσα στην καθημερινότητά μας Σωτήρες του Θεού(Salvatores Dei), με την έννοια της προσωπικής μας λύτρωσης από δεσμά και πρέπει, από ανταμοιβές σε μια μεταθανάτια ζωή για όσα πράττουμε τώρα -αγνάντεψε γύρα σου.Όλα τούτα τα κορμιά που κοιτάς θα σαπίσουν. Σωτηρία δεν υπάρχει έλεγε- αποδεσμεύουν το Δικό τους Θεό από δάφνες, στεφάνια και μετάλλια υπεροχής και τον αγγίζουν με τα αισθητήρια της ψυχής τους κάνοντάς τον σύμμαχο, συμπαραστάτη, συνοδοιπόρο στα δύσκολα και κακοτράχαλα μονοπάτια της ζωής τους. Οι άνθρωποι, ο καθένας χωριστά, λυτρώνουν το Θεό τους, γίνονται Σωτήρες του Θεού, έλεγε ο ίδιος ο Καζαντζάκης. Αυτή τη φιλοσοφική ενατένισή του συναντάμε στο έργο του με τον ομώνυμο τίτλο Salvatores Dei ή Ασκητική όπως τελικά κατέληξε να το ονομάσει. Ο Μπερξόν στάθηκε ίσως ο πιο σημαντικός δάσκαλος για τον Καζαντζάκη και από τον Νίτσε, στον οποίο μάλιστα αφιέρωσε τη διδακτορική του διατριβή-με τίτλο Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη φιλοσοφία του δικαίου και της πολιτείας-, καθώς φαίνεται ότι ολόκληρο το έργο του διαπνέεται από τον βιταλισμό του δασκάλου του αλλά και από τον ιδιότυπο θεϊσμό του ιδιαίτερα μετά τα μηνύματα που δέχεται μελετώντας Νίτσε. Ο Νίτσε μετέδωσε στον Καζαντζάκη την κοσμοθεωρία του για την ύπαρξη και την ενσάρκωση του Αντίχριστου, ενίσχυσε την προγενέστερη δυσπιστία του στη μεταθανάτια ζωή, έσπειρε την αμφιβολία στην νόηση και στην ψυχή του Έλληνα λογοτέχνη για το δικό του Θεό, εκείνον που διδάχθηκε από την πολυαγαπημένη του μητέρα στην τρυφερή ηλικία της παιδικότητας και τελικά τον έπεισε να αποδεχθεί από το τρίπτυχο της χριστιανικής διδασκαλίας Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη μόνον την αγάπη. Ο Νίτσε με δίδαξε...πως δεν πρέπει ποτέ να χεις μια αντίληψη για τη ζωή που να σου επιτρέπει ελπίδες και ανταμοιβές. Είσαι ελεύθερος άνθρωπος, όχι μισθοφόρος...Να παλεύεις χωρίς να καταδέχεσαι να ζητάς ανταμοιβή, [αυτό] είναι η αληθινή ελευθερία, σημείωνε με έμφαση ο ίδιος....
Η δύναμη της φιλίας
Τα πρόσωπα άλλωστε που έμειναν φίλοι πραγματικοί για τον Καζαντζάκη μέχρι το τέλος της πολυτάραχης ζωής του ήταν λίγα, διότι ο Καζαντζάκης ήταν ένας ιδιόρρυθμος άνθρωπος που έβρισκε ευχαρίστηση στην ακατάπαυτη εργασία, στον μόχθο και την ατέρμονη προσπάθεια. Απομονωνόταν για πολύ καιρό για ν αφιερωθεί στην πιο μεγάλη αγάπη της ζωής του, τη συγγραφή και τη μελέτη. Αναφέρει χαρακτηριστικά σε κάποιο από τα έργα του:Μια από τις πιο νόμιμες χαρές του ανθρώπου είναι, θαρρώ, να μοχτάει και να βλέπει πως ο μόχτος του φέρνει καρπό....
Οι γυναίκες
Εξίσου σημαντικό ρόλο με τους φίλους διαδραμάτισαν και οι γυναίκες στη ζωή του Έλληνα λογοτέχνη, παρά τις κακόβουλες επικρίσεις που δέχθηκε περί της υποτιθέμενης σεξουαλικής του ανικανότητας σε προσπάθεια των αντιπάλων του να δικαιολογήσουν με βλοσυρό και άνανδρο τρόπο την ατεκνία του. Η πρώτη γυναίκα που μπήκε στη ζωή του ήταν η συμπατριώτισσά του Γαλάτεια Αλεξίου, με την οποία συνδέθηκε ερωτικά στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου και έμεινε μαζί της για είκοσι περίπου χρόνια. Μετά από έναν χρόνο συμβίωσης παντρεύτηκαν το 1911 στο νεκροταφειακό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου στο Ηράκλειο. Δυστυχώς, ο γάμος τους δεν ήταν ιδιαίτερα ευτυχισμένος, ίσως διότι ο νεαρός τότε Καζαντζάκης βρισκόταν στα πιο γόνιμα χρόνια της εσωτερικής του αναζήτησης και να έβλεπε το γάμο σαν μια δέσμευση που του στερούσε το πολύτιμο για τη ζωή του οξυγόνο, την αχαλίνωτη περιπλάνηση στα μονοπάτια του αβέβαιου της ανθρώπινης ζωής.....
Η πολιτική ταυτότητα ενός ανήσυχου πνεύματος
Αν κάποιος προσπαθήσει να σκιαγραφήσει το πορτρέτο του Καζαντζάκη παραλείποντας να αναφερθεί στην πολιτική του οντότητα ως λογοτέχνη αλλά και στην πολιτική του σταδιοδρομία ως ανθρώπου, τότε σίγουρα θα έχει αποτυχεί, διότι ο Καζαντζάκης ήταν μια βαθύτατα πολιτική ύπαρξη που χάραξε μια εξέχουσα πορεία στην ιστορία των πολιτικών θεσμών της Ελλάδας. Μπροστά στα μάτια του αποθεώνεται το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας, εμπνευστής του οποίου είναι ο Ελευθέριος Βενιζέλος και παίρνει σάρκα και οστά ο πόθος για το Μεγάλο Ξημέρωμα όπως χαρακτηρίζει τη Μεγάλη Ιδέα. Ο Καζαντζάκης τρέφει αισθήματα θαυμασμού για το Βενιζέλο, τον οποίο είχε την ευκαιρία να ζήσει από κοντά όταν υπηρετούσε στο ιδιαίτερο γραφείο του ως εθελοντής στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Τον θεωρούσε ικανό και άξιο να πραγματώσει το μεγάλο ιδεώδες. Δε θα υπηρετούσε άλλωστε στην κυβέρνησή του το 1919 ως Γενικός Διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως ούτε θα αναλάμβανε τη βαριά ευθύνη να μεταφέρει τους Έλληνες του Καυκάσου στη χώρα μας. Μετά τον όλεθρο της Μικρασιατικής Καταστροφής ο Καζαντζάκης θρηνεί στα συντρίμμια της λαβωμένης αξιοπρέπειας των Ελλήνων και απογοητευμένος καθώς είναι ρίχνει τις ευθύνες στο Βενιζέλο. Το 1922 μυείται στον Σοσιαλισμό και δύο χρόνια αργότερα, το 1924, ιδρύει την πρώτη Πολιτική Σοσιαλιστική Ομάδα στο Ηράκλειο και κάνει έμβλημα της δράσης του το τρίπτυχο της πολιτικής του φιλοσοφίας: Ελευθερία Δημοκρατία - Σοσιαλισμός. Συλλαμβάνεται, όμως, ως κομμουνιστής λόγω του γενικότερου αναβρασμού που επικρατεί μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακολουθεί από το 1929 κι εξής μια περίοδος πολιτικού αποπροσανατολισμού για τον Καζαντζάκη μέχρι τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο που βιώνει έντονα έναν ώριμο εθνικισμό κατά τον πολιτικό συγγραφέα Bien.....
Ταξιδιώτης του πνεύματος
Ο Καζαντζάκης υπηρέτησε πολλούς χώρους εξίσου επάξια και με την ίδια αγάπη και αφοσίωση. Δεν ήταν μόνον ένας λαμπρός συγγραφέας και ποιητής, ένας οξυδερκής πολιτικός, ένας τιμητής του πνεύματος αλλά κι ένας σημαντικός δημοσιογράφος, καθώς εργάστηκε μεταξύ 1924 και 1937 ως ανταποκριτής μεγάλων εφημερίδων της εποχής. Δεν οδηγήθηκε στην ενασχόληση με τη δημοσιογραφία ωθούμενος μόνον από βιοποριστικούς λόγους-διότι η αφοσίωση του στη πνευματική παραγωγή απαιτούσε να χει εξασφαλίσει πρωτύτερα τα δέοντα προς το ζην- αλλά από την πολύ πιο ουσιαστική ανάγκη του να πραγματώνει τον πολυπράγμονα και πολυδιάστατο εαυτό του, να βρίσκει διεξόδους έκφρασης στη δημιουργικότητά του, να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες. Είναι, βέβαια, αλήθεια πως η αμοιβή του δεν ήταν σ εκείνους τους δύσκολους καιρούς γενναιόδωρη και αντίστοιχη της εμβέλειας της προσωπικότητας και των ικανοτήτων του, αλλά του εξασφάλιζε παράλληλα με άλλες δραστηριότητές του, όπως η συγγραφή σχολικών εγχειριδίων και λεξικών ή οι μεταφράσεις, μια αξιοπρεπή διαβίωση. Σταθμοί στη δημοσιογραφική καρριέρα του στάθηκαν αφενός οι ταξιδιωτικές του περιηγήσεις που δημοσίευε σε μεγάλες εφημερίδες, όπως η Καθημερινή και ο Ελεύθερος Λόγος, αφετέρου οι συνεντεύξεις που πήρε από εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής του, αν και κατηγορήθηκε από τους επικριτές του, γιατί το εστιακό πεδίο τους ήταν η πολιτική σε ιδιαίτερα ταραγμένες ιστορικοπολιτικά περιόδους. Πιο συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 1926 πήρε συνέντευξη από τον Ισπανό δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα και τον Οκτώβριο του ίδιου του χρόνου από τον Μουσολίνι στην Ρώμη. Δέκα χρόνια αργότερα, ως πολεμικός ανταποκριτής πια συναντά και παίρνει συνέντευξη από τους Φράνκο και Ουναμούνο....
Ποιος ήταν τελικά ο Νίκος Καζαντζάκης;
Ο Μιχάλης και η Μαριγώ Καζαντζάκη πρόλαβαν πριν πεθάνουν να πληροφορηθούν ότι ο γιος τους ήταν αναρχικός, κομμουνιστής, άθεος, μηδενιστής, που όταν έφτανε για επίσκεψη στην Κρήτη πρώτο μέλημα της αστυνομίας ήταν να τον καλεί και να του κάνει συστάσεις, για να μη δημιουργήσει κι εκεί προβλήματα. Μάλιστα σε μια από τις επισκέψεις του στην Κρήτη του ζήτησαν να κάνει και γραπτή δήλωση για την ως τότε δράση του και να εκθέσει τα κοινωνικά του φρονήματα. Το μόνο που ποθούσε βαθιά μες την ψυχή του ο Καζαντζάκης δεν ήταν τίποτε άλλο παρά αυτό που έγραφε στο φίλο του Δημήτριο Καλογερόπουλο το 1908 από το Παρίσι: Θέλω να σχηματίσω μια ατομική, δική μου αντίληψη της ζωής, μια θεωρία του κόσμου και του προορισμού τ ανθρώπου και σύμφωνα μ αυτήν, συστηματικά και με ορισμένο τρόπο και πρόγραμμα, να γράφω ό,τι γράφω. Γι αυτό ο Καζαντζάκης έγινε πολίτης του κόσμου. Δεν τον χωρούσε ο τόπος, όπου κι αν πήγαινε. Έψαχνε, αναζητούσε, δεν ησύχαζε ποτέ. Κέρδισε επάξια τον τίτλο του cosmopolitism universalis, ποτέ όμως δεν αποποιήθηκε την ταυτότητα του Έλληνα, κυρίως δε του Κρητικού. Λέγεται ότι σ όποιο μέρος του κόσμου κι αν ταξίδευε, κρατούσε πάντα μια χούφτα χώμα από τη γη που τον γέννησε. Όπου παώ κρατώ πάντα ανάμεσα στα δόντια μου σα φύλλο δάφνης την Ελλάδα, έλεγε με υπερηφάνεια.
Ο Νίκος Καζαντζάκης προτίμησε τον άχαρο και μη αποδεκτό ρόλο του αιώνιου αναζητητή και στοχαστή× αποδέχτηκε τις συνέπειες επιφυλάσσοντας στον εαυτό του μια προμηθεϊκά απάνθρωπη μεταχείριση, σαν ισοβίτης σε μια φυλακή δικής του επινόησης, με αόρατα δεσμά. Μοναχικός και κάποιες φορές εξαιρετικά ενδοστρεφής. Πικραμένος από την απόρριψη όσων εθελοτυφλούσαν μπροστά στο εξαίρετο έργο ενός λαμπρού επιστήμονα, τιμητή του πνεύματος, λάτρη της αναζήτησης της αλήθειας, σπουδαίο άνθρωπο, κήρυκα της ελευθερίας....
Πηγή: http://www.stigmes.gr
΄Εργα του
Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946)
Ο καπετάν Μιχάλης (1953)
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1954)[5]
Ο τελευταίος πειρασμός (1955)[6]
Τόντα-Ράμπα (1956)[7]
Ο Φτωχούλης του Θεού (1956)
Ο βραχόκηπος (1960)[8]
Αναφορά στον Γκρέκο (1961)
Οι αδερφοφάδες. θέλει, λέει, να 'ναι λεύτερος, σκοτώστε τον! (1963)
Συμπόσιον (1971)
Στα παλάτια της Κνωσού (1981)
Καθαρά να ξεχωρίσεις κι ηρωικά να δεχτείς τις πικρές γόνιμες τούτες, ανθρώπινες, σάρκα από τη σάρκα μας, αλήθειες:
α) Ο νους του ανθρώπου φαινόμενα μονάχα μπορεί να συλλάβει, ποτέ την ουσία'
β) κι όχι όλα τα φαινόμενα, παρά μονάχα τα φαινόμενα της ύλης'
γ) κι ακόμα στενώτερα: όχι καν τα φαινόμενα τούτα της ύλης, παρά μονάχα τους μεταξύ τους συνειρμούς'
δ) κι οι συνειρμοί τούτοι δεν είναι πραγματικοί, ανεξάρτητοι από τον άνθρωπο' είναι κι αυτοί γεννήματα του ανθρώπου'
ε) και δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ανθρώπινοι' παρά μονάχα οι πιο βολικοί για τις πραχτικές και νοητικές του ανάγκες.
Μέσα στα σύνορα τούτα, ο νους είναι ο νόμιμος απόλυτος μονάρχης. Καμιά άλλη εξουσία στο βασίλειο του δεν υπάρχει.
Αναγνωρίζω τα σύνορα τούτα, τα δέχουμαι μ' εγκαρτέρηση, γενναιότητα κι αγάπη, κι αγωνίζουμαι μέσα στην περιοχή τους άνετα σα να 'μουν ελεύτερος.
Υποτάζω την ύλη, την αναγκάζω να γίνει καλός αγωγός του μυαλού μου. Χαίρουμαι τα φυτά, τα ζώα, τους ανθρώπους, τους θεούς σαν παιδιά μου. Όλο το Σύμπαντο το νιώθω να σοφιλιάζει απάνω μου και να με ακλουθάει σα σώμα.
Ασκητική
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι

____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
Πόσο δικιο!Καθαρά να ξεχωρίσεις κι ηρωικά να δεχτείς τις πικρές γόνιμες τούτες, ανθρώπινες, σάρκα από τη σάρκα μας, αλήθειες:
α) Ο νους του ανθρώπου φαινόμενα μονάχα μπορεί να συλλάβει, ποτέ την ουσία'
β) κι όχι όλα τα φαινόμενα, παρά μονάχα τα φαινόμενα της ύλης'
γ) κι ακόμα στενώτερα: όχι καν τα φαινόμενα τούτα της ύλης, παρά μονάχα τους μεταξύ τους συνειρμούς'
δ) κι οι συνειρμοί τούτοι δεν είναι πραγματικοί, ανεξάρτητοι από τον άνθρωπο' είναι κι αυτοί γεννήματα του ανθρώπου'
ε) και δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ανθρώπινοι' παρά μονάχα οι πιο βολικοί για τις πραχτικές και νοητικές του ανάγκες.
Μέσα στα σύνορα τούτα, ο νους είναι ο νόμιμος απόλυτος μονάρχης. Καμιά άλλη εξουσία στο βασίλειο του δεν υπάρχει.
Αναγνωρίζω τα σύνορα τούτα, τα δέχουμαι μ' εγκαρτέρηση, γενναιότητα κι αγάπη, κι αγωνίζουμαι μέσα στην περιοχή τους άνετα σα να 'μουν ελεύτερος.
Υποτάζω την ύλη, την αναγκάζω να γίνει καλός αγωγός του μυαλού μου. Χαίρουμαι τα φυτά, τα ζώα, τους ανθρώπους, τους θεούς σαν παιδιά μου. Όλο το Σύμπαντο το νιώθω να σοφιλιάζει απάνω μου και να με ακλουθάει σα σώμα.

Όμως και θα στο πω, γιατί είναι βιωμένο, μέσα στην ανοιχτή καρδιά, αλλάζουν όλα και όλοι...
Γιατί η ανοιχτή καρδιά ξέρει να συγχωρεί και να προχωράει
Και αυτό από μόνο του είναι Σκοπός!
Γιατί η ανοιχτή καρδιά ξέρει να συγχωρεί και να προχωράει
Και αυτό από μόνο του είναι Σκοπός!