Αυτήν την φορά απλά θα μεταφέρω κάποια λόγια Αγάπης, γραμμένα από έναν αγαπημένο Άνθρωπο...
έναν Άνθρωπο που ακολούθησε πιστά τον Δρόμο Αγάπη-Σοφία...
Και αυτό το "πιστά" μην το παρεξηγήσετε...
Αντέδρασε, θύμωσε, κλωτσησε...όσο κανείς!
Αμφισβήτησε, ερεύνησε, απομακρύνθηκε για λίγο, ίσα για να βρει τις ισορροπίες του, μα πάντα η σκέψη του αγκάλιαζε με Πίστη όσα είχε διδαχτεί σ' αυτόν τον Δρόμο...Στην ουσία, ήταν πάντα Παρών, ακόμα και όταν σιωπούσε...
Δεν άφησε τον Δρόμο αυτόν, να δράσει σαν μια γνώση ακόμα, αλλά χτυπήθηκε μέσα σε κάθε Αλήθεια του...
Χτυπήθηκε από πρότυπα, από ανάγκες, από εξουσίες...
Δεν εγκατέλειψε όμως...
Δεν αναζήτησε άλλες λύσεις, πιο βολικές...
Έμεινε με πείσμα και Θάρρος...
Θεός εσύ? Θεός κι εγώ? Άνθρωπος εσύ? Άνθρωπος κι εγώ...
Η αναζήτηση του Θείου ήταν γι' αυτόν τον Άνθρωπο γολγοθάς, μα και βαθιά λαχτάρα...
Και έτσι για την ιστορία, γνωριστήκαμε το 2006 στο φόρουμ του Εσωτέρικα, όπου εγώ έγραφα τότε σαν Ρωρ...
Κάτι με ρώτησε, κάτι της απάντησα και εξαφανίστηκε από τον ορίζοντά μου...
απαπαπαπαπα...
Και όμως...όταν το Σύμπαν θέλει, θέλουμε κι εμείς...
Μπήκε δειλά δειλά στο φόρουμ (τραβάτε με κι ας κλαίω δηλαδή) και από σύμπτωση!!!!!!!! βρήκε ξανά την Ρωρ...
Πλακωθήκαμε με σεβασμό άπειρες φορές...ούτε που θυμάμαι πόσες...
Γιατί και οι δύο μας Στοχεύαμε τον Θεό...απλά μέχρι να βρει τον Στόχο της με Αλήθεια, στόχευε εμένα!
Μου ζήτησε να γνωρίσει τον Θεό και εγώ της έδειχνα πως να αγαπήσει τον ΄Ανθρωπο...
και Ερωτευθήκαμε... γιατί αυτό σημαίνει Αιώνια Φιλία!
evi έγραψε:Αγαπημένοι μου φίλοι, σήμερα είναι μια καινούρια μέρα.
Μια ημέρα που έχει το άρωμα της ελευθερίας, της απαλλαγής από μια χρόνια τυραννία. Σας ακούγεται λίγο κουλό αλλά μην βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα, θα σας εξηγήσω αμέσως τί εννοώ.
Γνωρίζετε όλοι σας, πώς και γιατί, ποιά ήταν η εσωτερική μου ώθηση και αναζήτηση που με έκανε να μπω σε αυτή την ομάδα. Γνωρίζετε όλοι σας, πως εξ’αρχής αυτό που έψαχνα είναι ο θεός. Η αλήθεια είναι πως δεν είναι ακριβές αυτό. Με την τωρινή μου κατανόηση, αντιλαμβάνομαι πως δεν έψαχνα τον θεό αλλά τον Άνθρωπο. Σαν τον καλό μου φίλο, τον Διογένη…
Ο σκοπός μου ήταν και είναι, να πολεμήσω τον ανθρωπάκο, να ανακαλύψω τον Άνθρωπο μέσα μου και να του επιτρέψω να εκφραστεί.
Χθες το βράδυ, λίγο πριν την αποστολή, ένοιωσα αυτό που λέγεται κατά κόρον και χωρίς βαθειά γνώση τίς περισσότερες φορές, πως «Ο θεός είναι μέσα μας». Πάντα αναρωτιόμουν πώς είναι δυνατόν αυτός ο στριμμένος και λίγο παρανοϊκός γέρος να βρίσκεται μέσα μου. Αυτός είναι αποκομμένος και ζει την νιρβάνα του, πάνω σε λευκά σύννεφα. Κοιτώντας όμως τον κόσμο γύρω μου και αναγνωρίζοντας τα σκοτεινά μου κομμάτια, πειθόμουν πως ο θεός είναι όντως και μέσα μου και γύρω μου. Αλλιώς πώς ο κόσμος είναι τόσο σκατά; Καθ’ εικόνα και ομοίωσή του, όπως λένε κι οι γραφές. Και γι’ αυτό τον πολεμούσα… Δεν αναγνώριζα την εξουσία του, στην οποία όμως, δυστυχώς ήμουν εμπλεγμένη και απολύτως δέσμια. Ήθελα να τον διώξω… να τον αλλάξω. Και όσο τον πολεμούσα, τόσο τον ισχυροποιούσα, διότι δεν είχα καταλάβει πως δίνω εξουσία σε κάτι που δεν είναι νομιμοποιημένο να την έχει. Πως εγώ του έχω παραχωρήσει την δύναμή μου, δεν μου την πήρε αυτός. Εγώ είμαι αυτή που πίστεψα στην ύπαρξη και στην αδιαμφισβήτητη εξουσία του, πάνω σε ζωή και σε θάνατο. Εγώ πίστεψα πως παίζει ζάρια με τις ζωές μας και καθορίζει τις μοίρες μας.
Εγώ τον δημιούργησα κι όχι εκείνος εμένα. Δικό μου δημιούργημα είναι κι όχι εγώ δικό του.
Εγώ ο ανθρωπάκος.
Εγώ ο αδύναμος και βολεμένος.
Εγώ ο υπάκουος.
Εγώ ο φοβισμένος.
Εγώ μαζί με δισεκατομμύρια άλλους ανθρωπάκους, δημιουργήσαμε ένα τέρας, μια τρομερή μηχανή ελέγχου, που τελικά μας έπιασε στα γρανάζια της και μας έκλεισε στα πιο σκοτεινά μπουντρούμια, καταδικασμένους να βλέπουμε όσο φως μας επέτρεπε, μόνο και μόνο για να μην αυτοκτονούμε μαζικά.
Με τα χρόνια, όποια ικμάδα αντίστασης και όποια ανάμνηση του εαυτού μας, αντικαταστάθηκε με την παραίτηση και την αποδοχή. Αυτό τον θεό έχουμε, έτσι πορευόμαστε… Και ζούσαμε με την ελπίδα πως στον άλλον κόσμο τα πράγματα θα ήταν καλύτερα και θα αμειφτούμε για όλα τα δεινά που περνούσαμε εδώ.
Έτσι σκέφτηκε ο ανθρωπάκος και αποφάσισε να μην πολυσκοτίζεται, να γεννάει παιδιά, να τιμάει την μάνα του και τον πατέρα του και να είναι ένας καλός εργάτης και υπηρέτης του συστήματος. Και το σύστημα γιγαντωνόταν, γινόταν όλο και πιο αδηφάγο, όλο και πιο απαιτητικό, έως που του στέρησε ακόμα και την μικρή, μικρούλα χαραμάδα ελπίδας. Και στην σκοτεινιά, ίσως ΜΟΝΟ στην σκοτεινιά, ξεχωρίζουν οι Άνθρωποι από τα ανθρωπάκια.
Γιατί τότε, όταν όλα είναι χαμένα, όλα όσα πίστεψες, όλα μέσα στα οποία ένοιωσες ασφαλής χάνονται… Και απομένεις μόνος σου με τον εαυτό σου. Ποιόν εαυτό; Ποιόν θα αποφασίσεις να αφήσεις να εκφραστεί; Θα θυμηθείς; Θα εμπιστευτείς ή από φόβο για άλλη μια φορά θα προσκολληθείς στο τεράστιο κύμα της μάζας για να νοιώσεις λίγο πιο ασφαλής;
Θα εμπνευστείς από άλλους Ανθρώπους, που ήρθαν κατά καιρούς και αμφισβήτησαν την παντοδυναμία του συστήματος; Που όρθωσαν τον πνεύμα τους, απέναντι στο πολιτικώς ορθό της εκάστοτε εποχής; Που δεν δίστασαν να το κάνουν ακόμα και όταν το τίμημα ήταν βαρύ, για έναν απλό λόγο. Επειδή πίστευαν πως είναι το σωστό.
Το καλό όμως είναι πως όταν γεννήθηκε ο ανθρωπάκος, όταν γεννήθηκα εγώ, γεννήθηκα με τα κλειδιά της φυλακής στο χέρι. Και στην πορεία, μπορεί να ξέχασα πού τα έβαλα, υπήρχε όμως η αμυδρή ανάμνηση της Αλήθειας. Μιας αλήθειας αδιαμφισβήτητης αλλά καλά κρυμμένης. Πως μέσα μου, σε αυτό το σώμα φέρω το Πνεύμα, φέρω αυτό που με διαχωρίζει από τα ζώα και τα έντομα, αυτό που με κάνει Άνθρωπο.
Δεν μπορεί να ήρθα εδώ για να παρακολουθώ τις ειδήσεις, να σκοτώνομαι με τον διπλανό μου, να παλεύω να κρατήσω ό,τι αποκτήματα έχω, να παντρεύομαι, να κάνω παιδιά και να περιμένω την αρρώστια και μετά το θάνατο. Δεν είναι δυνατόν να είναι μόνο αυτό. Υπάρχει και κάτι άλλο. Κάτι που δεν μου έχουν πει αλλά εγώ ήξερα, γνώριζα από πάντα πως υπάρχει. Και αυτό έψαχνα….
Αυτό κατανόησα χθες. Βαθειά… Όχι σαν απλή γνώση, την οποία την είχα…αλλά σαν αλήθεια…
Κατανόησα επίσης πως το έψαχνα έξω. Αλλού… Πως περίμενα κάποιον να μου το πει, κάποιον να μου το δώσει, κάποιον να μου το χαρίσει. Αλλά δεν είναι έτσι. Κανείς δεν μπορεί να μου χαρίσει κάτι που μου ανήκει. Κανείς δεν μπορεί να μου υπαγορέψει πώς να σκέφτομαι, πώς να αποφασίζω και πώς να ζω, αν εγώ δεν του το επιτρέψω. Κανείς δεν μπορεί να μου παραχωρήσει ένα εγγενές μου δικαίωμα. Και κανείς δεν μπορεί να μου το πάρει. Κανείς. Μόνο εάν εγώ, ως ανεύθυνος ανθρωπάκος του το παραχωρήσω.
Βλέπετε, ήμουν ένας ανθρωπάκος, που κάποτε ονειρεύτηκε πως είναι Άνθρωπος.
Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν πως η μάχη έχει χαθεί. Πως το σκοτάδι υπερίσχυσε. Πως η δύναμη του ελέγχου νίκησε το Πνεύμα. Και παρόλα αυτά, αποφασίζουν, να αγωνιστούν να διαφυλάξουν μέσα τους, ο,τι έχει απομείνει.
Εγώ πάλι πιστεύω, πως η μάχη είναι σε κρίσιμο σημείο αλλά δεν έχει χαθεί. Και δεν θα χαθεί όσο υπάρχουν άνθρωποι, που αυτές τις στιγμές, παρόλο που πιστεύουν πως όλα είναι χαμένα και τίποτε δεν έχουν να κερδίσουν, στρέφονται μέσα τους, αφυπνίζονται και αγωνίζονται για το δικαίωμά τους να λέγονται Άνθρωποι.
Καλημέρα σας…Αν με ρωτήσετε ποια είμαι θα σας πω πως είμαι ένας Άνθρωπος που κοιμόταν και πίστευε πως είναι ανθρωπάκος.
Μα τώρα άρχισε να ξυπνάει…
Τώρα μπορώ να το πω. Ο Θεός πέθανε. Ο Θεός δεν υπάρχει... Καλά σαράντα...