Σε μια Ιταλική οικογένεια παντρεύτηκε η κόρη και, ως συνήθως, μετά το γλέντι ο γαμπρός και η νύφη πήγανε στο σπίτι τους.
Η μάνα της νύφης έμενε στον 1ο όροφο και άρχισε να φτιάχνει μία σάλτσα.
Ανακάτευε τη σάλτσα, όταν ξαφνικά έρχεται η κόρη τρέχοντας και λέει στη μητέρα της:
"Μαμά αρχίζει και βγάζει τα ρούχα του, και δε ξέρω τι να κάνω!"
Η μάνα της λέει: "Πήγαινε απάνω και θα μάθεις τι πρέπει να κάνεις."
Συνέχισε να ανακατεύει τη σάλτσα, όταν σε λίγο κατεβαίνει ξανά η κόρη και λέει στη μητέρα της:
"Τώρα θέλει να βγάλω εγώ τα ρούχα μου, και δεν ξέρω τι να κάνω!"
Πάλι η μάνα της λέει:
"Πήγαινε απάνω, και θα μάθεις τι πρέπει να κάνεις."
Η μάνα συνέχισε να ανακατεύει τη σάλτσα, όταν σε λίγο κατεβαίνει πάλι η κόρη και της λέει:
"Μαμά έβγαλε τα ρούχα του και έχει ένα πράγμα ίσα με 25 πόντους, τι να κάνω;!"
Και της απαντάει κι η μάνα της: "Ανακάτεψε εσύ τη σάλτσα, πάω εγώ επάνω."
Αν ο Θεός είναι η πρωταρχική Αιτία η Αγάπη θα είναι το αποτέλεσμα
Πατέρα μου/Μητέρα μου, είναι παιδί της Αλήθειας και μόνο αυτή είναι ο δρόμος ο δικός μου προς εσένα
Πολέμα και Οραματίσου
Σκηνικό: Μέσα στα σπερματοθυλάκια. Τα σπερματοζωάρια έχουν πανηγύρι. Ποτό, μουσική, χορός, βαβούρα, ανέκδοτα. Μονάχα ένα από αυτά, μόνο του στη γωνία, δε συμμετέχει στο ξεφάντωμα και κάνει ασκήσεις. Nα κάμψεις, να τρέξιμο γύρω στη σάλα, να βάρη (σκουώτ, πάγκος, larry scot), να γυμναστική. Κάποια στιγμή, τα άλλα το φωνάζουν να πιει μαζί τους.
- Μήτσο, τι θα γίνει, παράτα τα και έλα να πιεις κάνα ποτήρι.
- Καλά, ξεφαντώστε εσείς. Όταν όμως έρθει η ώρα, ΕΓΩ θα είμαι αυτός που θα φτάσω πρώτος στο ωάριο και θα το γονιμοποιήσω.
Και πριν προλάβει να τελειώσει άλλη μία έλξη στο μονόζυγο, χτυπάει ο συναγερμός. Μια τεράστια προειδοποιητική κόκκινη πινακίδα αναβοσβήνει τα γράμματα "ΟΡΓΑΣΜΟΣ" και ακούγεται μία εκκωφαντική σειρήνα. Τα σπερματοζωάρια, παρατάνε τα πάντα, τρέχουν και στήνονται στην εκκίνηση, έτοιμα για να ξεχυθούν στο διάδρομο. Ο Μήτσος στη πρώτη γραμμή, με μάτι κόκκινο από την αδρεναλίνη, περιμένει μαζί με τους άλλους. Tο πράσινο ανάβει και το τσούρμο αρχίζει το τρέξιμο. Μερικοί τσαλαπατιούνται στη διαδρομή, οι πιο γέροι τα φτύνουν μετά από λίγο, οι πιωμένοι ξερνάνε τα άντερα τους, ο Μήτσος όμως τους έχει αφήσει όλους πίσω. Το τρέξιμο συνεχίζεται (η κάμερα δείχνει τα κεφάλια των δρομέων από πίσω, φωνές πανικού παντού, μη σπρώχνεις ρε, κάνε πιο πέρα μαλάκα, και στο βάθος, ο σωληνοειδής στίβος που πλησιάζει στο τέλος του), με το Μήτσο να προηγείται των άλλων. Φτάνει στην έξοδο, βγάζει το κεφάλι του έξω, σταματάει απότομα, και με πρόσωπο παραμορφωμένο από τον πανικό, φωνάζει στους άλλους, που τον πλησιάζουν ασταμάτητοι:
- Πίσω, πίσω, τσιμπουκι ήτανε.