Πάντα προσέγγιζα την θεραπεία με έναν απλό τρόπο: βάζω τα χέρια μου πάνω στο σώμα κάποιου, η ενέργεια κυλάει και αυτός βοηθιέται. Ήξερα ότι θα βοηθηθεί, γνώριζα την διαδικασία, έχοντας ξεπεράσει πλέον το στάδιο του «πιστεύω». Ένοιωθα την ενέργεια, ενίοτε την «έβλεπα» κιόλας, βίωνα τα χαρακτηριστικά της, έβλεπα τα αποτελέσματά της. Όμως κάπως μέσα μου ένοιωθα ένα κενό.
Πρόσφατα, ένας πολύ κοντινός μου άνθρωπος αρρώστησε (αμυγδαλίτιδα). Πλέον είναι καλά, αλλά την πρώτη βραδιά της ίωσης, ο πυρετός δεν έλεγε να πέσει με τίποτα. Με αντιπυρετικά και το θερμόμετρο κολλημένο στο 39,5. Καθώς περιμέναμε να περάσει λίγο η ώρα για να ξαναβάλει θερμόμετρο, καθόμουνα με το δεξί μου χέρι στην καρδιά του, έτσι όπως ήταν ξαπλωμένος, και του έκανα ρέικι.
Χρησιμοποίησα όλη μου την αυτοσυγκέντρωση, όλες τις τεχνικές, όλα μου τα «κόλπα». Μέσα μου είχε φουντώσει η ανησυχία, φοβόμουν ότι θα πάθει κάτι κακό, φοβόμουν γιατί δεν πέφτει ο πυρετός, βούρκωσα κιόλας κάνα δυο φορές. Και όλα αυτά με έκαναν να θέλω ακόμα πιο πολύ να τον βοηθήσω.
Και ήταν εκείνη την στιγμή που βίωσα για πρώτη μου φορά ένα μαγικό συναίσθημα: ήθελα να τον βοηθήσω επειδή τον αγαπούσα. Αγαπούσα αυτόν τον άνθρωπο, τον έβλεπα να υποφέρει και ήθελα με όλη μου την καρδιά, με όλο μου το είναι, να τον βοηθήσω. Όχι απλά να βάλω τα χέρια μου και να ρέει η ενέργεια. Όχι. Να τον βοηθήσω μέσα από την αγάπη μου.
Από εκείνη την στιγμή προσπαθώ να κάνω την ενέργεια να κυλά μέσα από την καρδιά. Να μην θεραπεύω απλά και μόνο επειδή έχω ρέικι, αλλά επειδή αγαπώ τον συνάνθρωπό μου. Επειδή γνωρίζω ότι είμαστε όλοι μας ψυχές που αναζητάμε την Αγάπη, και που η απομάκρυνσή μας από αυτήν μας κάνει και περιπλανιόμαστε μέσα στο κενό. Και μέσα από την αγάπη, προσπαθώ να βοηθήσω τον συνάνθρωπό μου να γίνουμε μαζί λίγο καλύτεροι. Όχι επειδή είμαι εγώ καλύτερος ή πιο προχωρημένος από αυτόν, όχι με εγωιστικά κίνητρα. Αλλά καθαρά από αγάπη, από την καρδιά.
