ΟΙ 12 ΠΥΛΕΣ ΤΟΥ ΖΩΔΙΑΚΟΥ - ΑΘΛΟΙ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ (ΑΛΙΚΗ ΜΠΕΪΛΗ)

Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

ΟΙ 12 ΠΥΛΕΣ ΤΟΥ ΖΩΔΙΑΚΟΥ - ΑΘΛΟΙ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ (ΑΛΙΚΗ ΜΠΕΪΛΗ)

Δημοσίευση από ARTYADIS »

ΗΡΑΚΛΗΣ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ

Ο Ηρακλής στάθηκε μπροστά στο Δάσκαλο .
Καταλάβαινε αόριστα ότι έμπαινε σε κρίση που θα προκαλούσε αλλαγή
- στην ομιλία
- τη στάση και
- το σχέδιο.


Ο δάσκαλος τον κοίταζε, τον συμπαθούσε.

“Το όνομά σου;” τον ρώτησε και περίμενε την απάντηση.

“Ηρακλής”, ήλθε η απάντηση. “Μου είπαν ότι σημαίνει το κλέος της Ήρας, η ακτινοβολία και η λάμψη της ψυχής.

Τι είναι ψυχή, Δάσκαλε; Πες μου την αλήθεια.”

“Την δική σου την ψυχή θα την ανακαλύψεις κάνοντας το καθήκον σου και θα βρεις και θα ανακαλύψεις την φύση της, που είναι και δική σου.
Ποιοι είναι οι γονείς σου; Πες μου, υιέ μου.”

“Ο Πατέρας μου είναι Θείος. Δεν τον γνωρίζω, αλλά μέσα μου γνωρίζω ότι είμαι υιός Του.
Η μητέρα μου είναι γήινη. Τη γνωρίζω καλά και με έκανε αυτό που βλέπετε.
Επίσης, Δάσκαλε της ζωής μου, είμαι δίδυμος. Υπάρχει και άλλος σαν εμένα. Τον γνωρίζω καλά, αν και δεν τον γνωρίζω.
Ο ένας είναι γήινος, από πηλό, ο άλλος είναι υιός του Θεού.”

“Πώς εκπαιδεύτηκες, Ηρακλή, παιδί μου;
Τι μπορείς να κάνεις και τι διδάχθηκες;”

“Σε κάθε επίτευγμα είμαι ειδικός.
- Διδάχθηκα καλά
- μορφώθηκα καλά
- καθοδηγήθηκα καλά και
- έμαθα καλά.

Γνωρίζω όλα τα βιβλία, καθώς και όλες τις τέχνες και τις επιστήμες.
Οι άθλοι του ανοικτού πεδίου μου είναι γνωστοί, εκτός απο τη γνώση εκείνων που έχουν τα μέσα να ταξιδεύουν και να γνωρίζουν τους ανθρώπους.
Γνωρίζω τον εαυτό μου σαν άνθρωπο που
-σκέπτεται
- νιώθει και
- ζει.”

“Ένα πράγμα, Δάσκαλε, πρέπει να σου πω και αυτό για να μην σ’ εξαπατήσω.
Δεν είναι πολύς καιρός που σκότωσα όλους εκείνους που με δίδαξαν στο παρελθόν. Σκότωσα τους δασκάλους μου στην προσπάθεια για αναζήτηση της ελευθερίας είμαι πια ελεύθερος. Ζητώ να γνωρίσω τον εαυτό μου μέσα στον εαυτό μου και δια του εαυτού μου.”

“Υιέ μου, αυτό ήταν πράξη σοφίας και μπορείς πια να στέκεις ελεύθερος. Προχώρησε τώρα στο έργο και να θυμάσαι κάνοντας το έργο σου, ότι στην τελευταία στροφή του τροχού θα έλθει το μυστήριο του θανάτου. Μην το ξεχνάς. Ποια είναι η ηλικία σου, παιδί μου;”

“Είχαν περάσει δεκαοχτώ καλοκαίρια όταν σκότωσα το λιοντάρι και από τότε φορώ το δέρμα του.
Στα είκοσι ένα συνάντησα τη γυναίκα μου.
Σήμερα στέκω μπροστά σου τριπλά ελεύθερος, ελεύθερος από
- τους γήινους δασκάλους μου
- τον φόβο του φόβου και
- κάθε επιθυμία, πραγματικά.”


“Μην καυχιέσαι, παιδί μου, αλλά δείξε μου την φύση αυτής της ελευθερίας που νιώθεις.
Πάλι στον Λέοντα, θα συναντήσεις το λιοντάρι. Τι θα κάνεις;
Πάλι στους Διδύμους, θα συναντήσεις στην ατραπό τους δασκάλους που σκότωσες. Τους άφησες πραγματικά πίσω; Τι θα κάνεις;
Πάλι στο Σκορπιό θα παλέψεις με την επιθυμία. Θα μείνεις ελεύθερος ή θ’ αντιμετωπίσεις το Φίδι με τα τεχνάσματά του και θα σε τραβήξει κάτω στη γη;
Τι θα κάνεις;
Ετοιμάσου ν’ αποδείξεις τα λόγια σου και την ελευθερία.
Μην κομπάζεις, παιδί μου, αλλά απόδειξέ μου την ελευθερία σου και τη βαθιά σου επιθυμία να υπηρετείς.”

Ο Δάσκαλος έμεινε σιωπηλός και ο Ηρακλής αποσύρθηκε και αντιμετώπισε την πρώτη μεγάλη Πύλη.

Έπειτα ο μεγάλος Προεστός που καθόταν στην Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου, μίλησε στο Δάσκαλο και του πρότεινε να καλέσει τους Θεούς για μάρτυρες στη προσπάθεια και στο ξεκίνημα του νέου μαθητή στο Δρόμο.
Ο Δάσκαλος τους κάλεσε. Οι Θεοί απάντησαν. Ήλθαν και έδωσαν στον Ηρακλή τα δώρα τους και πολλά λόγια σοφών συμβουλών, επειδή γνώριζαν
- τα καθήκοντα και
- τους κινδύνους
του Δρόμου.


Η Αθηνά του έδωσε ένα χιτώνα που η ίδια είχε υφάνει, ένα χιτώνα που του ταίριαζε, σπάνιας ομορφιάς και λεπτότητας. Τον φόρεσε με θρίαμβο και υπερηφάνεια, χαρούμενος για τα νιάτα του.
Έπρεπε να δείξει ποιος είναι.

Ο Ήφαιστος σφυρηλάτησε ένα χρυσό θώρακα για τον Ηρακλή, για να προφυλάσσει την καρδιά του, την πηγή της
- ζωής και
- δύναμης.


Ζώστηκε το χρυσό αυτό δώρο που τον προστάτευε και έτσι ο νέος μαθητής ένιωσε ασφαλής.
Έπρεπε και πάλι ν’ αποδείξει τη δύναμή του.

Ήρθε και ο Ποσειδώνας με ένα ζευγάρι άλογα και τα έδωσε με χαλινάρια στον Ηρακλή.
Ήρθαν κατευθείαν από τον τόπο των υδάτων και είχαν σπάνια ομορφιά και αναμφισβήτητη δύναμη. Και ο Ηρακλής ευχαριστήθηκε, γιατί έπρεπε ξανά ν’ αποδείξει τη δύναμή του καβαλικεύοντας τα ζεμένα άλογα.

Με όμορφα λόγια και λαμπρή ευφυΐα ήρθε ο Ερμής, φέρνοντας ένα σπαθί με σπάνια σκαλίσματα, που το είχε σε ασημένιο θηκάρι για τον Ηρακλή.
Το έδεσε στη μέση του Ηρακλή, ζητώντας του να το διατηρεί κοφτερό και λαμπρό. “Πρέπει να χωρίζει και να κόβει”, είπε ο Ερμής “και πρέπει να κινείται με
- ακρίβεια και
- την απαιτούμενη επιδεξιότητα”.


Και ο Ηρακλής τον ευχαρίστησε με λόγια χαράς.

Έπρεπε ν’ αποδείξει την αξιοσύνη του για την οποία καυχιόταν.

Με τον ήχο σαλπίγγων και ορμητικά ποδοκροτήματα άστραψε το άρμα του Θεού Ηλίου. Ο Απόλλων έφτασε και με το Φως και τη χάρη του επευφήμησε τον Ηρακλή, δίνοντάς του ένα τόξο, ένα φωτεινό τόξο.

Μέσα από εννέα ορθάνοιχτες Πύλες πρέπει να περάσει ο μαθητής πριν αποκτήσει αρκετή επιδεξιότητα για να τεντώσει το τόξο.
Τόσο χρόνο χρειάζεται για ν’ αποδειχθεί Τοξότης.

Και όμως όταν του δόθηκε το δώρο, ο Ηρακλής το πήρε με πίστη για την δύναμή του, μια δύναμη που μέχρι τώρα ήταν αναπόδεικτη.
Και έτσι στάθηκε αρματωμένος.

Οι Θεοί στάθηκαν γύρω στο Δάσκαλό του και παρατηρούσαν τα καμώματά του και τη χαρά του.
Έπαιζε μπροστά στους Θεούς και έκανε επίδειξη της ανδρείας του, καυχώμενος για τη δύναμή του.
Ξαφνικά σταμάτησε και σκέφθηκε βαθιά επί πολύ χρόνο.
Έπειτα έδωσε τα άλογα σ’ ένα φίλο να τα κρατά, το σπαθί σ’ έναν άλλο και το τόξο σ’ έναν τρίτο.
Και τρέχοντας, εξαφανίσθηκε στο γειτονικό δάσος.
Οι Θεοί περίμεναν την επιστροφή του με απορία και αμηχανία για την παράξενη συμπεριφορά του.
Γύρισε από το δάσος, κρατώντας ψηλά ένα ξύλινο ρόπαλο κομμένο από ένα ρωμαλέο νέο δένδρο.

“Αυτό είναι δικό μου”, φώναξε, “Κανείς δεν μου το έδωσε.
Αυτό μπορώ να το χρησιμοποιήσω με δύναμη.
Θεοί, παρακολουθείτε και συμπαρασταθείτε στα μεγάλα έργα μου”.

Και τότε και μόνο τότε ο Δάσκαλος είπε:

“Προχώρησε στους άθλους”.
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Επισκέπτης

Δημοσίευση από Επισκέπτης »

Ομορφο :x
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

Ο πρώτος άθλος του Ηρακλή "Τα άλογα του Διομήδη"

Η πρώτη μεγάλη Πύλη άνοιξε διάπλατα και από μέσα ακούστηκε μια φωνή:

“Ηρακλή, γιέ μου, προχώρησε.

Να περάσεις μέσα από την Πύλη και να προχωρήσεις στο Δρόμο.
Να εκτελέσεις τον άθλο σου και να γυρίσεις πίσω σε μένα και να μου αναφέρεις, τι έκανες”.

Με κραυγές θριάμβου ο Ηρακλής όρμησε, τρέχοντας ανάμεσα στις στήλες της Πύλης, γεμάτος πίστη και σιγουριά για τη δύναμή του.

Έτσι, ξεκίνησε για τον πρώτο άθλο και η πρώτη μεγάλη πράξη υπηρεσίας άρχισε.

Η ιστορία αυτή αποτελεί διδασκαλία για τους Υιούς των ανθρώπων, που είναι Yιοί του Θεού.

Ο γιός του ’ρη, ο φημισμένος Διομήδης, βασίλευε στη Χώρα πέρα από την Πύλη και εκεί έτρεφε άλογα και πολεμικές φοράδες, μέσα στους βάλτους της χώρας του.

’γρια ήταν αυτά τα άλογα και θηριώδεις οι φοράδες και όλοι οι άνθρωποι έτρεμαν στο άκουσμά τους, γιατί αφάνιζαν τη χώρα,

- προκαλώντας μεγάλες ζημιές και
- σκοτώνοντας όλους τους υιούς των ανθρώπων που βρίσκονταν στο πέρασμά τους,
γιατί γεννούσαν όλο και πιο άγρια και μοχθηρά άλογα.

“Πιάσε αυτές τις φοράδες και σταμάτησε το κακό”, ήταν η εντολή που αντήχησε στα αυτιά του Ηρακλή.

“Πήγαινε, λύτρωσε αυτή τη μακρινή χώρα και όσους ζουν σ’ αυτή.”

“’βδηρε, έλα και βοήθησέ με σ’ αυτό το έργο”, φώναξε ο Ηρακλής,

καλώντας τον πολυαγαπημένο φίλο που πάντα τον ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινε.

Και ο ’βδηρος ήρθε και πήρε θέση δίπλα στο φίλο του και μαζί του ανέλαβε το έργο.
Καταστρώνοντας με προσοχή τα σχέδια τους και οι δύο ακολούθησαν τα άλογα, που περιφέρονταν στις κοιλάδες και τους βάλτους της περιοχής εκείνης.

Τελικά, περιόρισε τις άγριες αυτές φοράδες σε ένα χώρο μέσα στον οποίο δεν μπορούσαν πια να κινηθούν και εκεί τις έπιασε και τις έδεσε.


Με αλαλαγμούς χαράς πανηγύρισε την επιτυχία του.

Τόσο μεγάλη ήταν η χαρά του για την αξιοσύνη που έδειξε, ώστε πίστεψε ότι ήταν κατώτερο από την αξία του να κρατήσει ο ίδιος τις φοράδες ή να τις οδηγήσει στο Δρόμο για το Διομήδη.

Φώναξε το φίλο του λέγοντάς του: “’βδηρε, έλα και οδήγησε αυτά τα άλογα μέσα από την Πύλη”.

Και έπειτα, κάνοντας μεταβολή, βάδισε περήφανα προς τα εμπρός.

Αλλά ο ’βδηρος

- ήταν αδύναμος και

- φοβήθηκε το έργο.

Δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τις φοράδες ή να τις χαλιναγωγήσει ή να τις οδηγήσει μέσα από την Πύλη στα αχνάρια του φίλου του.

Αυτές στράφηκαν πάνω του, τον ποδοπάτησαν και τον ξέσκισαν.

Τον σκότωσαν και ξεχύθηκαν στους άγριους τόπους του Διομήδη.

- Σοφότερος

- φοβισμένος

- ταπεινωμένος
και

- αποθαρρυμένος


ο Ηρακλής ξαναγύρισε στο έργο του.

Κυνήγησε πάλι τις φοράδες εδώ και εκεί, αφήνοντας το φίλο του νεκρό πάνω στο χώμα.

Μόνος του ξανάπιασε τα άλογα και τα οδήγησε μέσα από την Πύλη, ο ’βδηρος όμως ήταν νεκρός.

Ο Δάσκαλος τον κοίταξε με προσοχή και έστειλε τα άλογα σε τόπο ειρήνης για

- να εξημερωθούν και

- να καταπονηθούν στο έργο τους.

Ο λαός εκείνης της χώρας, απαλλαγμένος από το φόβο, καλωσόρισε τον ελευθερωτή, ζητωκραυγάζοντας τον Ηρακλή σαν Σωτήρα της χώρας.

Ο ’βδηρος όμως ήταν νεκρός.

Ο Δάσκαλος στράφηκε στον Ηρακλή και είπε:

“Ο πρώτος άθλος τελείωσε. Το έργο περατώθηκε, αλλά έγινε με άσχημο τρόπο.

- Πάρε το αληθινό μάθημα από το έργο σου αυτό και έπειτα

- προχώρησε για μεγαλύτερη υπηρεσία προς τους συνανθρώπους σου.

Πήγαινε στη χώρα που φρουρείται από τη δεύτερη Πύλη, για να βρεις και να πιάσεις τον ιερό Ταύρο μέσα στον ’γιο Τόπο”.
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Valia

Δημοσίευση από Valia »

Αχ, Δημητρούλα μου, πολύ μου αρέσουν οι άθλοι! >:d<
Σε ευχαριστούμε :x
Επισκέπτης

Δημοσίευση από Επισκέπτης »

Θα εχουμε και συνεχεια υποθετω :D >:d<
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

:-D :-D :-D Και βέβαια θα έχει συνέχεια!!!


Ο δεύτερος άθλος του Ηρακλή "Η σύλληψη του Ταύρου της Κρήτης"

Ο Προεστός μίλησε στο Δάσκαλο του ανθρώπου και το Φως του έλαμψε μεταξύ των υιών των ανθρώπων που είναι Υιοί του Θεού.

“Πού είναι ο άνθρωπος που

- στάθηκε δυναμικά μπροστά στους Θεούς
- πήρε τα δώρα τους και
- πέρασε μέσα από την πρώτη ορθάνοιχτη Πύλη για να εκτελέσει το έργο του;”

“Αναπαύεται, μεγάλε Προεστέ και αναλογίζεται την αποτυχία του, θρηνεί για τον ’βδηρο και ζητά βοήθεια από τον ίδιο τον εαυτό του .”

“Καλά. Τα δώρα της αποτυχίας εγγυώνται επιτυχία, όταν κατανοηθούν σωστά.
Να επαναλάβει το έργο άλλη μια φορά, να περάσει τη δεύτερη Πύλη και να γυρίσει πίσω, τελειώνοντας γρήγορα.”

Η δεύτερη Πύλη ήταν ορθάνοιχτη και από το Φως που έπεφτε στη μακρινή σκηνή, ακούστηκε μια φωνή που έλεγε:

“Πέρασε μέσα από την Πύλη, προχώρησε στο δρόμο σου, εκτέλεσε τον άθλο σου και γύρισε πίσω σε μένα για να αναφέρεις τι έκανες”.

Ο Ηρακλής
- μόνος και περίλυπος
- με συνείδηση της ανάγκης και
- βυθισμένος σε βαθιά στενοχώρια,

πέρασε αργά από τις Στήλες της Πύλης προς το Φως που λάμπει εκεί που μένει ο Ιερός Ταύρος.

Στον ορίζοντα πρόβαλε το ωραίο νησί που έμενε ο ταύρος, εκεί που μόνο τολμηροί άνδρες μπορούσαν να μπουν, στον μεγάλο αυτό λαβύρινθο που σε σαστίζει και σε φέρνει σε αμηχανία, το λαβύρινθο του Μίνωα, του βασιλιά της Κρήτης, του φύλακα του ταύρου.

Διασχίζοντας τον ωκεανό προς το ηλιόλουστο νησί, αν και δε μας λένε με πιο τρόπο, ο Ηρακλής άρχισε το έργο του:
να ψάξει για να βρει τον ταύρο και να τον οδηγήσει στον Ιερό Τόπο, όπου κατοικούν οι μονόφθαλμοι άνθρωποι.

Από τόπο σε τόπο κυνήγησε τον Ταύρο, οδηγημένος από το λαμπερό άστρο που φεγγοβολούσε στο μέτωπο του Ταύρου, ένα λαμπρό Φως σε ένα σκοτεινό τόπο.

Το Φως αυτό αλλάζοντας θέση με τις κινήσεις του Ταύρου, τον οδηγούσε από το ένα σημείο στο άλλο.

Μόνος του
- αναζήτησε τον ταύρο
- τον κυνήγησε στο άντρο του
- τον έπιασε και ανέβηκε στη ράχη του.

Γύρω του στέκονταν οι επτά Αδελφές, παροτρύνοντάς τον στο Δρόμο του. Και μέσα στο Φως που έλαμπε ο Ηρακλής καβαλίκεψε τον Ταύρο, διασχίζοντας τα φεγγαρόλουστα νερά προς το νησί της Κρήτης, τη χώρα που κατοικούσαν οι τρεις Κύκλωπες.

Αυτοί οι τρεις μεγάλοι Υιοί του Θεού, περίμεναν την επιστροφή του, παρακολουθώντας την πορεία του μέσα από τα κύματα.

Καβαλίκεψε τον ταύρο σαν να ήταν άλογο και με το τραγούδι των Αδελφών στο δρόμο του, πλησίασε στην ξηρά.

“Έρχεται με δύναμη”, είπε ο Βρόντος και πήγε να τον συναντήσει στην ακτή.

“Καβαλικεύει μέσα στο Φως”, είπε ο Στερώπις, “το εσώτερο Φως του θα γίνει λαμπρότερο”. Και το Φως φούντωσε και έγινε, αιφνίδια, φλόγα.

“Έρχεται γρήγορα”, είπε ο ’ργος, “καβαλικεύει μέσα από τα κύματα”.

Ο Ηρακλής πλησίασε,

- παρορμώντας τον Ιερό Ταύρο πάνω στο Δρόμο
- ρίχνοντας Φως στην ατραπό που οδηγούσε από την Κρήτη στο Ναό του Κυρίου, στην πόλη των μονόφθαλμων ανθρώπων.

Στη στεριά, στην άκρη των υδάτων, στάθηκαν οι τρεις αυτοί άνθρωποι και άρπαξαν τον Ταύρο, απομακρύνοντάς τον από τον Ηρακλή.

“Τι έχεις εδώ;” είπε ο Βρόντος, σταματώντας τον Ηρακλή πάνω στο Δρόμο.

“Τον Ιερό Ταύρο, Αγιώτατε.”

“Ποιος είσαι; Πες μας τώρα το όνομά σου”, είπε ο Στερώπις.

“Είμαι ο Υιός της Ήρας, ένας υιός του ανθρώπου, αλλά και ένας Υιός του Θεού.

Εκτέλεσα το έργο μου.

Πάρε τώρα τον Ταύρο στον Ιερό Τόπο και σώσε τον από βέβαιο θάνατο γιατί ο Μίνωας επιθυμεί να τον θυσιάσει.”

“Ποιος σου είπε ν’ αναζητήσεις και να σώσεις τον Ταύρο;” είπε ο ’ργος, πηγαίνοντας στον Ιερό Τόπο.

“Αισθάνθηκα μια εσωτερική παρόρμηση και ζήτησα το Δάσκαλό μου.

Το είπε ο μεγάλος Προεστός, Αυτός με έστειλε στο Δρόμο και ύστερα από πολλές αναζητήσεις και πολλούς κόπους βρήκα τον Ταύρο.

Βοηθούμενος από το άγιο Φως του, τον οδήγησα από τη θάλασσα που μας χωρίζει και τον έφερα στον Ιερό τούτο Τόπο.”

“Πήγαινε με ειρήνη, υιέ μου, το έργο σου εκτελέστηκε.”

Από τα νερά ακούστηκαν οι φωνές των επτά Αδελφών που τραγουδούσαν γύρω στον Ταύρο και ακόμη από πιο κοντά η ψαλμωδία των μονόφθαλμων ανθρώπων μέσα από το Ναό του Κυρίου, ψηλά στον Ιερό Τόπο.

Ο Δάσκαλος τον είδε να έρχεται και πήγε να τον συναντήσει στον Δρόμο.

“Ήλθες με άδεια χέρια, Ηρακλή”, είπε ο Δάσκαλος.

“Έχω άδεια χέρια, γιατί εκπλήρωσα το έργο που μου ανατέθηκε.

Ο Ιερός Ταύρος σώθηκε, ασφαλής με τους Τρεις.

Τι απομένει;”

“Στο Φως θα δεις Φως. Περπάτα μέσα σε αυτό το Φως και εκεί θα δεις Φως.

Το Φως σου πρέπει να Φωτίσει εντονότερα.

Ο Ταύρος βρίσκεται στον Ιερό Τόπο.”

Ο Ηρακλής ξάπλωσε στη χλόη και αναπαύθηκε από τον μόχθο του.

Αργότερα ο Δάσκαλος στράφηκε στον Ηρακλή και είπε: “Ο δεύτερος άθλος εκτελέστηκε και το έργο ήταν εύκολο.

Μάθε από αυτό το έργο το μάθημα της αναλογίας.

Χρειάζεται δύναμη για να εκτελέσεις τολμηρό έργο.

Η προθυμία για να κάνεις το καθήκον σου δεν επιβαρύνει τις δυνάμεις σου.

Αυτά είναι τα δύο μαθήματα που έμαθες.

Σήκω αμέσως και αναζήτησε τη Χώρα που φρουρείται από την Τρίτη Πύλη και βρες τα χρυσά μήλα. Φέρε τα εδώ”.
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

Ο τρίτος άθλος του Ηρακλή "Τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων"


Ο Μεγάλος Προεστός μέσα από την Αίθουσα του Συμβουλίου του Κυρίου, παρακολούθησε τους άθλους του υιού του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού.

Αυτός και ο Δάσκαλος είδαν την τρίτη μεγάλη Πύλη ν’ ανοίγει μπροστά στον υιό του ανθρώπου και ν’ αποκαλύπτει μια νέα ευκαιρία για να βαδίσει το Δρόμο. Σημείωσαν πώς σηκώθηκε ο Εργάτης και πώς προετοιμάστηκε για ν’ αρχίσει το έργο του.

Πέρα, σε μια μακρινή χώρα, μεγάλωνε το Ιερό Δέντρο, το Δέντρο της Σοφίας που πάνω του βρίσκονταν τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων.
Η φήμη των γλυκών αυτών καρπών είχε φτάσει σε μακρινές χώρες και όλοι οι υιοί των ανθρώπων που αναγνώριζαν τους εαυτούς των σαν Υιούς του Θεού, επιθυμούσαν τους καρπούς αυτούς.

Έτσι δόθηκε τα μήνυμα:

“Διαμήνυσε να φυλαχθεί το Ιερό Δέντρο.
Ο Ηρακλής
- να αναπτύξει τη δύναμή του για έρευνα
- με θάρρος
- χωρίς ψευδαισθήσεις και
- χωρίς μεγάλη σπουδή
- να δείξει καρτερικότητα.

Μέχρι τώρα καλά τα κατάφερε.”

Ο Ηρακλής ήξερε γι’ αυτούς τους καρπούς και όταν του δόθηκε το μήνυμα να τους ψάξει, αναζήτησε το Δάσκαλο, ρωτώντας Τον για το δρόμο που έπρεπε να πάρει για να βρει το Ιερό Δένδρο και να κόψει τα μήλα.

“Δείξε μου το Δρόμο, Δάσκαλε της ψυχής μου. Ζητώ να βρω τα μήλα, τα χρειάζομαι γρήγορα για μένα τον ίδιο. Δείξε μου τον πιο σύντομο δρόμο και θα τον ακολουθήσω!”

“Δεν είναι έτσι, υιέ μου”, απάντησε ο Δάσκαλος, “ο δρόμος είναι μακρύς. Δύο μόνο πράγματα θα σου εμπιστευτώ και έπειτα από εσένα εξαρτάται ν’ αποδείξεις την αλήθεια των λόγων μου.

Να θυμάσαι ότι το Ιερό Δένδρο φρουρείται καλά.

Τρεις ωραίες παρθένες φροντίζουν το δένδρο και προστατεύουν καλά τους καρπούς του. Ένας δράκοντας με εκατό κεφάλια προστατεύει τις παρθένες και το δένδρο.

Φυλάξου καλά

- από τη δύναμη αυτή που είναι πολύ μεγάλη για σένα και
- από τα πολύ έξυπνα τεχνάσματα που ξεπερνούν την αντίληψή σου.
Πρόσεξε πολύ.

Το δεύτερο πράγμα που θέλω να σου πω, είναι ότι η έρευνά σου θα σε φέρει εκεί όπου μέσα στο Δρόμο σου θα συναντήσεις, πέντε μεγάλες δοκιμασίες.
Καθεμιά θα σου προσφέρει τα μέσα για να εκτελέσεις το σκοπό σου με

- σοφία
- κατανόηση
- επιδεξιότητα και
- ευκαιρία.

Πρόσεχε καλά.

Φοβάμαι, υιέ μου, ότι δεν θα πετύχεις να αναγνωρίσεις αυτά τα σημεία στο Δρόμο σου.

Όμως μόνο ο χρόνος θα δείξει.

Ο Θεός ας ευοδώσει την έρευνά σου.”

Ο Ηρακλής με πίστη, γιατί μόνο επιτυχίες είχε μέχρι τώρα συναντήσει, προχώρησε στο Δρόμο βέβαιος για

- τον εαυτό του

- τη σύνεσή του
και

- τη δύναμή του.

Πέρασε την τρίτη Πύλη, πηγαίνοντας βόρεια.

Διέσχισε τη χώρα ζητώντας το Ιερό Δένδρο, αλλά δεν το βρήκε.

Ρωτούσε όλους τους ανθρώπους που συναντούσε, αλλά κανένας δεν μπορούσε να τον οδηγήσει στο δρόμο του.

Κανένας δε γνώριζε τον τόπο.

Πέρασε καιρός και ακόμη έψαχνε, περιπλανώμενος από τόπο σε τόπο και γυρίζοντας συχνά στην τρίτη Πύλη.

Λυπημένος και αποθαρρυμένος συνεχίζει με κάθε τρόπο την έρευνά του.
Ο Δάσκαλος που παρακολουθούσε από μακριά, έστειλε το Νηρέα να δει αν μπορούσε να βοηθήσει.

Πήγε πολλές φορές

- με διαφορετική μορφή και

- με διάφορα λόγια αλήθειας,

ο Ηρακλής όμως δεν ανταποκρινόταν γιατί δεν ήξερε ποιος ήταν ο απεσταλμένος.

Ο Νηρέας απέτυχε, αν και ήταν

- επιδέξιος στο λόγο και

- σώφρων με τη βαθιά σοφία ενός Υιού του Θεού,

γιατί ο Ηρακλής ήταν τυφλός.

Ο Ηρακλής δεν αναγνώρισε τη βοήθεια, που με τόσο έντεχνο τρόπο του προσφέρθηκε.

Με λύπη επέστρεψε ο Νηρέας στο Δάσκαλο για ν’ αναφέρει την αποτυχία με κάθε λεπτομέρεια.

Ο Δάσκαλος απάντησε:

“Η πρώτη από τις πέντε δοκιμασίες πέρασε και στο στάδιο αυτό σημειώθηκε αποτυχία.

Ας προχωρήσει ο Ηρακλής”.

Μη βρίσκοντας ο Ηρακλής το Ιερό Δέντρο στο Δρόμο προς Βορρά, στράφηκε προς το Νότο και στον τόπο αυτού του σκότους συνέχισε την έρευνά του.

Στην αρχή ονειρεύτηκε μια σύντομη επιτυχία,

αλλά ο Ανταίος, ο όφις, τον συνάντησε σ’ αυτό το Δρόμο και πάλεψε μαζί του, νικώντας τον σε κάθε σημείο.

“Αυτός φυλάει το δέντρο”, είπε ο Ηρακλής, “έτσι μου είπαν, το δέντρο πρέπει να είναι κοντά.
Πρέπει να εξουδετερώσω το φύλακα και εξοντώνοντάς τον, να ρίξω τους καρπούς και να τους μαζέψω”.

Όμως, αν και πάλεψε με μεγάλη δύναμη, δεν τον νίκησε.

“Πού είναι το λάθος μου;” είπε ο Ηρακλής.
“Γιατί ο Ανταίος μπορεί να με νικήσει;
Μήπως δεν ήμουν παιδί όταν σκότωσα ένα φίδι στην κούνια μου;
Μόνο με τα χέρια μου δεν το στραγγάλισα;
Γιατί τώρα αποτυγχάνω;”

Παλεύοντας ξανά με όλη του τη δύναμη άρπαξε το φίδι με τα δύο του χέρια, το σήκωσε ψηλά στον αέρα, κρατώντας το αρκετά πάνω από το έδαφος.

Και να! Το έργο έγινε!

Ο Ανταίος νικημένος, είπε: “Θα έλθω ξανά με άλλο παρουσιαστικό στην όγδοη Πύλη. Ετοιμάσου να παλέψουμε πάλι”.

Ο Δάσκαλος, παρακολουθώντας από μακριά, είδε ό,τι συνέβη και ανέφερε το γεγονός στο μεγάλο Προεστό που κάθεται στην Αίθουσα του Συμβουλίου του Κυρίου.

“Η δεύτερη δοκιμασία πέρασε. Ο κίνδυνος ξεπεράστηκε.
Σ’ αυτό το σημείο η επιτυχία στεφανώνει το δρόμο του.”

Και ο μεγάλος Προεστός απάντησε: “Ας προχωρήσει”.

Ευτυχισμένος και σίγουρος ο Ηρακλής προχώρησε

- βέβαιος για τον εαυτό του και
- με νέο θάρρος για έρευνα.

Τώρα στράφηκε στη Δύση και γυρίζοντας προς τα εκεί συνάντησε την καταστροφή.

Μπήκε χωρίς σκέψη στην τρίτη μεγάλη δοκιμασία και αντιμετώπισε αποτυχία που καθυστέρησε για πολύ τα βήματά του.
Γιατί εκεί συνάντησε τον Βούσιρι, τον μεγάλο ’ρχοντα της Πλάνης, γιό των υδάτων και στενό συγγενή του Ποσειδώνα.

Το έργο του Βούσιρι είναι να προκαλεί
- σύγχυση και
- παραπλάνηση

στους υιούς των ανθρώπων με λόγια που φαίνονται σοφά.

Ισχυρίζεται ότι κατέχει την αλήθεια και με ευκολία τον πιστεύουν.

Μιλάει με ωραία λόγια λέγοντας:

“Είμαι ο Δάσκαλος, σε μένα δόθηκε η γνώση της Αλήθειας και για μένα θυσιαστείτε.
Ακολουθήστε τον δρόμο της Ζωής μέσα από μένα.
Γνωρίζω όσα κανείς άλλος.
Η αλήθεια μου είναι η σωστή.
Όλες οι άλλες αλήθειες είναι λανθασμένες και σφαλερές.
Προσέξετε τα λόγια μου, ελάτε μαζί μου και θα σωθείτε”.

Και ο Ηρακλής υπάκουσε.

Καθημερινά αδυνάτιζε η αρχική του προσπάθεια, τρίτη δοκιμασία, μην ψάχνοντας πια το Ιερό Δένδρο.
Η δύναμή του εξασθενούσε.
Αγαπούσε και θαύμαζε τον Βούσιρι και δεχόταν όσα έλεγε.

Αδυνάτιζε μέρα με τη μέρα, παρέμενε εκεί, ώσπου ήρθε η μέρα που ο αγαπημένος του Δάσκαλος, τον έδεσε σ’ ένα βωμό και τον κράτησε εκεί δεμένο επί ένα ολόκληρο χρόνο.

Ξαφνικά μια μέρα, καθώς αγωνιζόταν να ελευθερωθεί και κατανοώντας σιγά-σιγά τι ήταν ο Βούσιρις, ήλθαν στο νου του τα λόγια που είχε πει κάποτε ο Νηρέας:

“Η Αλήθεια βρίσκεται μέσα σου.

Μέσα σου υπάρχει

- μια ανώτερη δύναμη

- μια εξουσία και

- μια σοφία.

Στρέψου προς τα μέσα και επικαλέσου την ισχύ σου, τη δύναμη που είναι η κληρονομιά όλων των ανθρώπων που είναι Υιοί του Θεού”.

Ο Ηρακλής για έναν ολόκληρο χρόνο αμίλητος, καθόταν φυλακισμένος στο Βωμό, δεμένος στις τέσσερις γωνίες Του.

Έπειτα με την δύναμη που είναι η δύναμη όλων των Υιών του Θεού,

- έσπασε τα δεσμά του

- άρπαξε τον ψευτοδάσκαλο, που του είχε φανεί τόσο σοφός και

- τον έδεσε στο Βωμό στη θέση που ήταν αυτός ο ίδιος.

Δεν μίλησε καθόλου, αλλά τον άφησε εκεί για να διδαχθεί.

Ο Δάσκαλος που παρακολουθούσε από μακριά, σημείωσε τη στιγμή της αποδέσμευσης και γυρίζοντας στο Νηρέα είπε:

“Η τρίτη μεγάλη δοκιμασία τελείωσε.

Τον δίδαξες πώς να την αντιμετωπίσει και επωφελήθηκε την κατάλληλη στιγμή.
Ας προχωρήσει στο Δρόμο και ας μάθει το μυστικό της επιτυχίας”.

Ο Ηρακλής

- εξαγνισμένος αλλά

- γεμάτος με αμφισβητούμενη ανακούφιση

- συνέχισε την έρευνά του και

- περιπλανήθηκε μακριά.

Είχε διδαχθεί πολλά από το χρόνο που πέρασε δεμένος πάνω στο Βωμό.

Προχωρούσε πια με μεγαλύτερη σύνεση στο Δρόμο του.

Ξαφνικά σταμάτησε.

Μια κραυγή βαθιάς απόγνωσης αντήχησε στα αυτιά του.

Μερικοί γύπες, που φτερούγιζαν κυκλικά πάνω από ένα μακρινό βράχο τράβηξαν την προσοχή του. Τότε αντήχησε πάλι η κραυγή.

Έπρεπε να συνεχίσει το δρόμο του ή ν’ αναζητήσει εκείνον που ζητούσε βοήθεια και έτσι να καθυστερήσει στο δρόμο του;

Σκέφθηκε βαθιά το πρόβλημα της καθυστέρησης. Είχε χάσει ένα χρόνο και ένιωθε ότι έπρεπε να βιαστεί.

Και πάλι ακούστηκε η κραυγή και ο Ηρακλής με γοργά βήματα έτρεξε να βοηθήσει τον αδελφό του.

Βρήκε τον Προμηθέα αλυσοδεμένο σ’ ένα βράχο, να αγωνιά και να υποφέρει από φρικτούς πόνους που του προξενούσαν οι γύπες τρώγοντας το συκώτι του, σκοτώνοντάς τον έτσι σιγά-σιγά.

Ο Ηρακλής έσπασε τις αλυσίδες και ελευθέρωσε τον Προμηθέα, κυνήγησε τους γύπες στις μακρινές φωλιές τους.

Περιποιήθηκε τον άρρωστο, μέχρις ότου ανάρρωσε από τις πληγές του.

Κατόπιν, με αρκετή απώλεια χρόνου, συνέχισε το δρόμο του.

Ο Δάσκαλος, παρακολουθώντας από μακριά, μίλησε στον ανήσυχο μαθητή, με αυτά τα ξεκάθαρα λόγια, τα πρώτα λόγια που του είπε από τότε που αυτός άρχισε την έρευνά του:

“Το τέταρτο στάδιο στο δρόμο προς το Ιερό Δέντρο τελείωσε.
Δεν σημειώθηκε καθυστέρηση.

Ο κανόνας πάνω στην Ατραπό που διάλεξες, που φέρνει γρήγορα κάθε επιτυχία είναι:

“Μάθε να υπηρετείς”.

Ο Μέγας Προεστός μέσα από το Δώμα του Συμβουλίου του Κυρίου παρατήρησε:

“ Καλώς έπραξε, ας συνεχιστούν οι δοκιμασίες”.

Η έρευνα προχώρησε προς όλες τις κατευθύνσεις.

Από Βορρά και Νότο και από Ανατολή και Δύση, ζητούσε να βρει το Ιερό Δένδρο, αλλά δεν το έβρισκε.

Ήρθε μια μέρα όπου, κουρασμένος από το φόβο και την οδοιπορία, έφτασε μια φήμη από έναν περαστικό προσκυνητή στο Δρόμο, ότι το Δένδρο βρισκόταν κοντά σ’ ένα μακρινό βουνό.

Ήταν η πρώτη αληθινή πληροφορία που του δόθηκε ως τώρα.

Έτσι στράφηκε προς τα ψηλά βουνά της Ανατολής και μια λαμπρή και ηλιόλουστη μέρα αντίκρισε το αντικείμενο της έρευνάς του και αμέσως επιτάχυνε τα βήματά του.

“Τώρα θα αγγίξω το Ιερό Δένδρο”, φώναξε μέσα στη χαρά του,
“θα κατανικήσω τον Δράκο που το φυλάει.
Θα δω τις πολυφημισμένες ωραίες παρθένες και θα κόψω τα μήλα”.

Πάλι όμως ένοιωσε μια αίσθηση βαθιάς στενοχώριας.

Ο ’τλας τον αντιμετώπιζε κλονισμένος από το φορτίο των κόσμων που κρατούσε πάνω στη ράχη του.

Στο πρόσωπό του φαινόταν χαραγμένος ο πόνος.
Τα πόδια του και τα χέρια του λύγιζαν από το βάρος.
Τα μάτια του είχαν κλείσει από την αγωνία.

Δεν ζητούσε βοήθεια.

Δεν είδε τον Ηρακλή, αλλά στεκόταν λυγισμένος από το βάρος, το βάρος των κόσμων.

Ο Ηρακλής παρατηρούσε τρέμοντας και λογάριαζε

- το βάρος του φορτίου και

- τον κόπο του ’τλαντα.

Είχε ξεχάσει την έρευνά του.

Το Ιερό Δέντρο και τα μήλα έσβησαν από τη μνήμη του.

Το μόνο που ήθελε, ήταν να βοηθήσει το γίγαντα και αυτό χωρίς καθυστέρηση.

Ώρμησε μπροστά και με ευκολία μετακίνησε το φορτίο, σηκώνοντάς το από τους ώμους του αδελφού του, στην δική του ράχη, παίρνοντάς το ο ίδιος στους ώμους του το φορτίο των κόσμων.

Έκλεισε τα μάτια του τονώνοντας τον εαυτό του με μια προσπάθεια, και …. Να!

Το φορτίο κύλησε και ο Ηρακλής στάθηκε ελεύθερος. Το ίδιο και ο ’τλας.

Μπροστά του στεκόταν ο γίγαντας και στο χέρι του κρατούσε τα χρυσά μήλα, προσφέροντάς τα με αγάπη στον Ηρακλή.

Η έρευνα είχε τελειώσει.

Οι τρεις αδελφές κρατούσαν και άλλα χρυσά μήλα και τα έβαλαν στα χέρια του Ηρακλή.

Η Αίγλη, η ωραία αυτή παρθένα, που είναι η δόξα του Ήλιου που βασιλεύει, βάζοντάς του ένα μήλο στο χέρι του είπε:

“Ο Δρόμος που οδηγεί σε μας πάντοτε φέρει την σφραγίδα της υπηρεσίας.
Πράξεις αγάπης είναι τα ορόσημα του Δρόμου μας”.

Τότε η Ερύθεια που φυλά την πύλη από την οποία πρέπει όλοι να περάσουν, προτού σταθούν μόνοι ενώπιον του μεγάλου Προεστού, του έδωσε ένα μήλο πάνω στο οποίο ήταν χαραγμένη με Φως η χρυσή λέξη ΥΠΗΡΕΣΙΑ.

“Να το θυμάσαι αυτό”, είπε, “μην το ξεχνάς”.

Τελευταία εμφανίστηκε η Εσπερίς, το θαύμα του Εσπερινού ’στρου και του είπε με αγνότητα και αγάπη:

“Προχώρει και πρόσφερε υπηρεσία, βάδισε τώρα και πάντα τον δρόμο όλων των εξυπηρετητών του κόσμου”.

“Τότε, δίνω πίσω αυτά τα μήλα για εκείνους που ακολουθούν”, είπε ο Ηρακλής και επέστρεψε εκεί απ’ όπου ήρθε.

Έπειτα, στάθηκε μπροστά στο Δάσκαλο και λογοδότησε για όλα όσα έκανε.

Τότε ο Δάσκαλος του έδωσε τη λέξη της χαράς και με το δάκτυλό του έδειξε την τέταρτη Πύλη και είπε:

“Πέρασε από αυτή την Πύλη, πιάσε την ελαφίνα και έλα άλλη μια φορά στον Ιερό Τόπο”.
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Valia

Δημοσίευση από Valia »

πόσο με αγγίζουν αυτά τα λόγια τη δεδομένη στιγμή :x :x
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

Ο τέταρτος άθλος του Ηρακλή
"Η ελαφίνα της Αρτέμιδας"


Ο Μεγάλος Προεστός που εδρεύει μέσα στο Δώμα του Συμβουλίου του Κυρίου, μίλησε στον Δάσκαλο, που καθόταν δίπλα του:

“Πού είναι ο υιός του ανθρώπου που είναι ο Υιός του Θεού;
Πώς ζει;
Ποιες δοκιμασίες πέρασε και ποια υπηρεσία του έχει ανατεθεί τώρα;”

Ο Δάσκαλος, ρίχνοντας τα μάτια του στον υιό του ανθρώπου που είναι και Υιός του Θεού, είπε:

“Τίποτε προς το παρόν, Μεγάλε Προεστέ. Η τρίτη μεγάλη δοκιμασία δίδαξε πολλά σ’ ένα μαθητή σαν και αυτόν.
Σκέπτεται πολύ βαθιά και συλλογίζεται”.

“Δώσε του μια δοκιμασία, που μόνος του θα βρει την πιο σοφή λύση.
Στείλε τον να εργαστεί σ’ ένα πεδίο που μόνος του θα αποφασίσει σε ποια φωνή, απ’ όλες τις πολλές φωνές θα ακούσει η καρδιά του.
Ανάθεσέ του επίσης μια πολύ απλή δοκιμασία στο εξωτερικό πεδίο, αλλά μια δοκιμασία που θα αφυπνίσει, από εσωτερικής πλευρά της ζωής, ολόκληρη την σοφία του, δίνοντας την πιο σωστή λύση που φτάνει η δύναμή του.

Ας προχωρήσει στην τέταρτη δοκιμασία.”

Ο Ηρακλής στάθηκε μπροστά στην τέταρτη μεγάλη Πύλη, ένας υιός του ανθρώπου αλλά και ένας Υιός του Θεού.

Στην αρχή υπήρχε βαθιά σιωπή. Δεν άρθρωσε καμιά λέξη. Δεν έκανε κάποιο θόρυβο.

Πέρα από την Πύλη απλωνόταν μια εκτεταμένη πεδιάδα και στον μακρινό ορίζοντα ορθωνόταν ο Ναός του Κυρίου, το Ιερό του Θεού Ηλίου, με επάλξεις που λαμποκοπούσαν.
Κοντά, πάνω στον λόφο, στεκόταν ένα λυγερό ελαφάκι.
Και καθώς ο Ηρακλής, που είναι υιός του ανθρώπου, αλλά και Υιός του Θεού,

- παρατηρούσε και
- αφουγκραζόταν με προσοχή,
μια φωνή αντήχησε.

Η φωνή ήρθε από το λαμπρό κύκλο της σελήνης που είναι η κατοικία της Αρτέμιδας. Και η ωραία ’ρτεμις είπε προειδοποιητικά λόγια, μίλησε στον υιό του ανθρώπου.

“Η ελαφίνα είναι δική μου, γι’ αυτό μην την αγγίζεις”, είπε. “Για πολλά χρόνια την ανέθρεφα και την περιποιόμουν όταν ήταν μικρή. Η ελαφίνα είναι δική μου και δική μου πρέπει να μείνει.”

Έπειτα φάνηκε η Διάνα, η Κυνηγός των Ουρανών, η κόρη του Ήλιου.

Πηδούσε με τα σανδάλια στα πόδια, προς την ελαφίνα και ισχυριζόταν επίσης ότι η ελαφίνα είναι δική της.

“Δεν είναι έτσι, ωραία μου ’ρτεμις”, είπε η Διάνα, “η ελαφίνα είναι δική μου και πρέπει να μείνει δική μου. Μέχρι σήμερα ήταν πολύ μικρή, τώρα μόλις μπορώ να την χρησιμοποιήσω.
Η χρυσοκέρατη ελαφίνα είναι δική μου, όχι δική σου και θα μείνει δική μου.”

Ο Ηρακλής στέκονταν μεταξύ των δύο στηλών της Πύλης,

- άκουγε με προσοχή και
- παρακολουθούσε τον καυγά,

απορώντας που οι δύο κόρες διεκδικούσαν την κατοχή της ελαφίνας.

Μια άλλη φωνή, πήρε το αυτί του, που με επιτακτικό τόνο έλεγε:

“Η ελαφίνα δεν ανήκει σε καμιά κόρη, Ηρακλή, αλλά μόνο στον Θεό, του οποίου το Ιερό βλέπεις στο πέρα βουνό.

Πήγαινε, απελευθέρωσέ την και φέρε την στην ασφαλή θέση του Ιερού και άφησέ την εκεί.
Ένα απλό πράγμα θα κάνεις, υιέ του ανθρώπου, και σκέψου βαθιά τα λόγια μου, γιατί είσαι και Υιός του Θεού, έτσι θα μπορέσεις να

- αναζητήσεις και
- πιάσεις την ελαφίνα.
Προχώρησε.”

Ο Ηρακλής ξεπετάχτηκε μέσα από την τέταρτη Πύλη, εγκαταλείποντας πίσω του τα πολλά δώρα που πήρε για να μη τον εμποδίζουν στο γρήγορο κυνήγι που ανέλαβε, αφήνοντας το τόξο του και το θηκάρι με τα βέλη. Έτσι ξελάφρωσε και άρχισε το κυνήγι του πρόθυμα.

Οι διαπληκτιζόμενες κόρες τον παρακολουθούσαν από μια απόσταση.

Η ωραία ’ρτεμις έσκυβε από τη Σελήνη και η όμορφη Διάνα, η κυνηγός των δασών του Θεού, ακολουθούσε τις κινήσεις της ελαφίνας.

Σε κάθε αφορμή που παρουσιαζόταν, κάθε μια τους παραπλανούσε τον Ηρακλή, επιδιώκοντας να ματαιώσει τα σχέδιά του.

Κυνηγούσε την ελαφίνα από σημείο σε σημείο και κάθε μια τους με έξυπνα τεχνάσματα εξαπατούσε τον Ηρακλή.
Και αυτό το έκαναν συνεχώς.

Έτσι, για έναν ολόκληρο χρόνο, ο υιός του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού ακολουθούσε την ελαφίνα από τόπο σε τόπο, πιάνοντας φευγαλέα τη μορφή της και τούτο μόνο για ν’ ανακαλύψει ότι με την γρηγοράδα της χανόταν μέσα στα πυκνά δάση.

Από λόφο σε λόφο και από δάσος σε δάσος, ο Ηρακλής την κυνήγησε ώσπου, κοντά σε μια ήσυχη λιμνούλα, την είδε ξαπλωμένη πάνω στην απάτητη χλόη να κοιμάται, αποκαμωμένη από το τρέξιμο.

Με

- αθόρυβο βήμα
- τεντωμένα χέρια και
- σταθερά μάτια

ο Ηρακλής, έστειλε ένα βέλος στην ελαφίνα και την πλήγωσε στο πόδι.

Με όλη του τη δύναμη σύρθηκε κοντά στην ελαφίνα, αυτή όμως δεν κουνήθηκε.
Τότε σύρθηκε πιο κοντά της και την αγκάλιασε, σφίγγοντάς την πάνω στην καρδιά του.

Η ’ρτεμις και η ωραία Διάνα παρακολουθούσαν.

“Η έρευνα τελείωσε”, έψαλλε με δυνατή φωνή ο Ηρακλής.

“Οδηγήθηκα στο σκοτάδι του βορρά και δεν βρήκα την ελαφίνα.
Στα πυκνά και σκοτεινά δάση, αγωνίστηκα να βρω τον δρόμο μου και δεν βρήκα την ελαφίνα.
Αγωνίστηκα στα ζοφερά λειβάδια και στις πετρώδεις και άγριες ερημιές για την ελαφίνα και δεν τη βρήκα.
Σε κάθε σημείο που έφτανα, οι κόρες έστρεφαν πίσω τα βήματά μου, παρ’ όλα όμως αυτά επέμεινα πολύ και τώρα η ελαφίνα είναι δική μου!
Η ελαφίνα είναι δική μου!”

“Όχι έτσι Ηρακλή”, ήρθε στα αυτιά του η φωνή εκείνου που στέκει κοντά στο Μεγάλο Προεστό μέσα στην Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου.

“Η ελαφίνα δεν ανήκει σε ένα υιό του ανθρώπου έστω και αν είναι Υιός του Θεού.
Φέρε στο Ιερό του Θεού την ιερή ελαφίνα, και άφησέ την εκεί κοντά τους.”

“Γιατί, σοφέ Δάσκαλε; Η ελαφίνα είναι δική μου, δική μου ύστερα από μακρόχρονη αναζήτηση και περιπλάνηση και δική μου γιατί ακόμη την κρατώ πάνω στην καρδιά μου.”

Ο Δάσκαλος είπε:

“ Και δεν είσαι Υιός του Θεού, αν και είσαι υιός του ανθρώπου;
Και δεν είναι το Ιερό και εξ ίσου δική σου κατοικία;
Και δεν μοιράζεσαι τη ζωή όλων όσων κατοικούν μέσα σε αυτό;
Φέρε στο ιερό του Θεού την ιερή ελαφίνα και άφησέ την εκεί, Υιέ του Θεού.”

Ύστερα από αυτά ο Ηρακλής έφερε την ελαφίνα στο άγιο Ιερό των Μυκηνών μεταφέροντας αυτή στο κέντρο του Ιερού Τόπου και την άφησε εκεί.

Καθώς την άφηνε μπροστά στον Κύριο, παρατήρησε στο πόδι της, την πληγή που της έκανε ένα δικό του βέλος από το τόξο που είχε χρησιμοποιήσει.

Η ελαφίνα του ανήκε

- με το δικαίωμα της δικής του έρευνας
- χάρη στην
- επιδεξιότητά του και
- παληκαριά του.

“Γι’ αυτό η ελαφίνα είναι διπλά δική μου”, φώναξε.




Η ’ρτεμη όμως, καθισμένη στην εξωτερική αυλή του Πανίερου Τόπου, άκουσε τη δυνατή νικητήρια φωνή του και είπε:

“Δεν είναι έτσι. Η ελαφίνα είναι δική μου και πάντα ήταν δική μου.

Είδα τη μορφή της να καθρεφτίζεται στα νερά. ’κουσα τα βήματά της στους δρόμους της γης. Ξέρω ότι η ελαφίνα είναι δική μου, γιατί κάθε μορφή είναι δική μου”.

Ο Θεός - Ήλιος μίλησε έξω από τον Ιερό Τόπο.

“Η ελαφίνα είναι δική μου, όχι δική σου ’ρτεμη.
Το πνεύμα της βρίσκεται μαζί μου αιώνες, στο κέντρο αυτού του Σεπτού Ιερού. Εσύ, δεν μπορείς να μπεις εδώ, ’ρτεμις, αλλά μάθε ότι λέγω την αλήθεια.

Η Διάνα, αυτή η ωραία Κυνηγός του Κυρίου, μπορεί να μπει για λίγο και να σου πει τι βλέπει.”

Για μια σύντομη στιγμή η Κυνηγός του Κυρίου πέρασε μέσα στο Ιερό και είδε τη μορφή εκείνου που ήταν η ελαφίνα, να κείτεται μπροστά στο βωμό σαν πεθαμένη.

Και με λύπη είπε: “Αν όμως το πνεύμα της μείνει μαζί σου, μεγάλε Απόλλωνα, ευγενικέ Υιέ του Θεού, τότε μάθε ότι η ελαφίνα είναι νεκρή.
Η ελαφίνα σκοτώθηκε από τον άνθρωπο που είναι υιός του ανθρώπου, έστω και αν είναι Υιός του Θεού.
Αλλά, γιατί αυτός μπορεί να περάσει μέσα στο Ιερό και εμείς να περιμένουμε την ελαφίνα εδώ έξω;”

“Γιατί έφερε την ελαφίνα στην αγκαλιά του, κοντά στην καρδιά του και η ελαφίνα αναπαύεται στον Ιερό Τόπο, όπως και ο άνθρωπος.
Όλοι οι άνθρωποι είναι δικοί μου.
Και η ελαφίνα επίσης είναι δική μου.

Ούτε δική σου είναι, ούτε του ανθρώπου, αλλά δική μου”, είπε ο Θεός Ήλιος.

Και ο Ηρακλής, επιστρέφοντας από τη δοκιμασία, πέρασε πάλι μέσα από την Πύλη και βρήκε το δρόμο του πίσω στο δάσκαλο της ζωής του.

“Εκτέλεσα το έργο, που μου ανέθεσε ο Μεγάλος Προεστός.

Ήταν απλό, εκτός από
- το μάκρος του χρόνου και
- την κούραση της έρευνας.

Δεν άκουσα εκείνους που διεκδικούσαν, ούτε δίστασα στο Δρόμο.

Η ελαφίνα είναι στον Ιερό Τόπο, κοντά στην καρδιά του Θεού, όπως επίσης, σε ώρα ανάγκης, κοντά και στη δική μου καρδιά.”

“Πήγαινε να ξαναδείς, Ηρακλή υιέ μου, μέσα από τις στήλες της Πύλης.”

Ο Ηρακλής υπάκουσε.

Πέρα από την Πύλη η πεδιάδα απλωνόταν μέσα σε ένα ωραίο πλαίσιο και στο μακρινό ορίζοντα ορθωνόταν ο Ναός του Κυρίου, το Ιερό του Θεού - Ηλίου, με επάλξεις που λαμποκοπούσαν, ενώ σ’ έναν κοντινό λόφο στεκόταν, ένα λυγερό ελαφάκι.

“Εκτέλεσα το έργο, σοφέ μου Δάσκαλε;

Είναι το ελαφάκι πίσω, πάνω στο λόφο όπου το είδα πρωτύτερα να στέκεται;”

Από την Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου, όπου κάθεται ο Μεγάλος Προεστός, ήρθε μια φωνή:

“Όλοι οι υιοί των ανθρώπων που είναι Υιοί του Θεού πρέπει συνεχώς να
- ψάχνουν για το ελαφάκι με τα χρυσά κέρατα και
- το φέρνουν στον Ιερό Τόπο, ξανά και ξανά”.


Έπειτα ο Δάσκαλος, είπε στον υιό του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού:

“Ο Τέταρτος άθλος τελείωσε, και από τη φύση της

- δοκιμασίας και
- ελαφίνας

η αναζήτηση και η έρευνα πρέπει να επαναλαμβάνεται.

Αυτό μην το ξεχνάς και σκέψου βαθιά πάνω στο μάθημα που έμαθες.”
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Άβαταρ μέλους
Vasoula
Site Admin
Δημοσιεύσεις: 88472
Εγγραφή: 24 Απρ 2007 11:47 am
Τοποθεσία: Σείριος

Δημοσίευση από Vasoula »

Δημητρούλα...ευχαριστούμε! >:d< >:d<
H Aγάπη μου για εσάς έχει χρώμα Λευκό

Εικόνα
____________________________________________
Reiki Center - Ρεικι
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

Παρακαλώ Βασούλα μου! @};-

Φυσικά έπεται και συνέχεια! Ελπίζω να κάνετε λίγη υπομονή έτσι? :-D :-D :-D :-D
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!
Άβαταρ μέλους
Danielli
Site Admin
Δημοσιεύσεις: 23105
Εγγραφή: 31 Οκτ 2007 4:53 pm
Τοποθεσία: Κέρκυρα

Δημοσίευση από Danielli »

:-D :-D
Όμως και θα στο πω, γιατί είναι βιωμένο, μέσα στην ανοιχτή καρδιά, αλλάζουν όλα και όλοι...
Γιατί η ανοιχτή καρδιά ξέρει να συγχωρεί και να προχωράει
Και αυτό από μόνο του είναι Σκοπός!
Valia

Δημοσίευση από Valia »

ναι ναι έχουμε :x
Άβαταρ μέλους
Δωρουλα
Site Admin
Δημοσιεύσεις: 33489
Εγγραφή: 27 Απρ 2007 4:23 pm
Τοποθεσία: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Δημοσίευση από Δωρουλα »

Φυσικά Δημητρούλα!!! :x :x
Η πληγωμένη καρδιά μπορεί να Ερωτευθεί
Η προστατευμένη καρδιά δεν μπορεί


Πολέμα και Οραματίσου.

Εικόνα

Reiki Center - Ρεικι
Άβαταρ μέλους
ARTYADIS
Δημοσιεύσεις: 14369
Εγγραφή: 24 Μαρ 2009 12:36 pm
Τοποθεσία: Universe

Δημοσίευση από ARTYADIS »

Ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή
"Ο λέων της Νεμέας"


Ο Mεγάλος Προεστός καθόταν μέσα στο Δώμα του Συμβουλίου του Κυρίου και συζητούσε το Σχέδιο του Θεού για όλους τους υιούς των ανθρώπων που είναι Υιοί του Θεού.

Ο Δάσκαλος στεκόταν στα δεξιά Του κι άκουγε με προσοχή τα λόγια του.

Ο Ηρακλής αναπαυόταν από τους άθλους του.


Και ο Μεγάλος Προεστός στην Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου

- παρατηρούσε τον κουρασμένο πολεμιστή ν’ αναπαύεται και
- παρακολουθούσε τις σκέψεις του.

Έπειτα, είπε στο Δάσκαλο που στεκόταν κοντά του μέσα στο Δώμα του Συμβουλίου του Κυρίου:

“Ήρθε η ώρα για ένα φοβερό άθλο.

Ο άνθρωπος αυτός που είναι υιός του ανθρώπου αλλά και Υιός του Θεού πρέπει να προετοιμαστεί.

- Ας εξετάσει τα όπλα που έχει
- ας γυαλίσει την ασπίδα του και
- ας βουτήξει τα βέλη του σε θανατηφόρο δηλητήριο γιατί είναι φρικτός και φοβερός ο άθλος που τον περιμένει!
- Ας προετοιμαστεί ”.

Ο Ηρακλής όμως, που αναπαυόταν από τους άθλους του,

- δεν γνώριζε τη δοκιμασία που τον περίμενε
- ένιωθε το θάρρος του μεγάλο.

Αφού αναπαύθηκε επί αρκετό χρόνο, πέρασε την τέταρτη Πύλη, όπου κυνήγησε αποτελεσματικά την ιερή ελαφίνα προς το Ναό του Κυρίου.

Έφτασε ο καιρός που η δειλή ελαφίνα
- γνώρισε καλά τον κυνηγό που την κυνήγησε και
- υποτάχθηκε με καλοσύνη στις προσταγές του.

Έτσι, με την πάροδο του χρόνου, ο Ηρακλής
- έβαλε την ελαφίνα πάνω στην καρδιά του και
- έψαξε να βρει το Ναό του Κυρίου.

Έτσι ξεκουράστηκε.

Ο Ηρακλής στάθηκε μπροστά στην Πέμπτη Πύλη, οπλισμένος μέχρι τα νύχια με όλα τα πολεμικά δώρα και καθώς στεκόταν, οι Θεοί που τον παρακολουθούσαν σημείωσαν

- το σταθερό του βήμα
- το άγρυπνο μάτι του και
- το έτοιμο χέρι του.


Αλλά βαθιά μέσα στην καρδιά του αναρωτιόταν.

“Τι κάνω εδώ;” είπε. “Ποια είναι η δοκιμασία και προς τα πού πρέπει να πάω για να περάσω την Πύλη;”

Μονολογώντας έτσι, και περιμένοντας άκουσε μια φωνή.

“Τι κάνω εδώ, Δάσκαλε της ζωής μου, φορτωμένος, όπως βλέπεις, με όλη την πολεμική πανοπλία; Τι κάνω εδώ;”

“Μια κλήση αντήχησε, Ηρακλή, μια κλήση γεμάτη απόγνωση. Τα εξωτερικά σου αυτιά δεν την άκουσαν, τα εσωτερικά σου όμως γνωρίζουν καλά τον λόγο για τον οποίο ακούστηκε η φωνή.

Ναι, πολλές φωνές ακούστηκαν, που

- σου μίλησαν για την ανάγκη και
- σε παρότρυναν να τολμήσεις.


Ο λαός της Νεμέας

- ζητά τη βοήθειά σου
- βρίσκεται σε βαθιά απόγνωση.

Η φήμη της ανδρείας σου απλώθηκε.
Ο λαός λέγει ότι εσύ πρέπει να σκοτώσεις το λιοντάρι που ερημώνει τη χώρα τους, παίρνοντας το φόρο του σε ανθρώπους.”

“Είναι αυτός ο άγριος ήχος που ακούω;” ρώτησε ο Ηρακλής.
“Είναι το μούγκρισμα του λιονταριού που ακούω στο βραδινό αεράκι;”

Ο Δάσκαλος είπε: “Πήγαινε να ψάξεις το λιοντάρι που

- αφανίζει τη χώρα και
- βρίσκεται στην άλλη πλευρά της Πέμπτης Πύλης.

Ο λαός της έρημης αυτής χώρας

- ζει σιωπηλά πίσω από κλειδωμένες πόρτες
- δεν τολμά να
- βγει για τις δουλειές του ούτε
- καλλιεργήσει ή
- σπείρει τη γη.

Από Βορρά σε Νότο, από Ανατολή σε Δύση το λιοντάρι

- τριγυρνά και
- αρπάζει όλους όσους συναντά στο πέρασμά του.

Το τρομακτικό του μούγκρισμα ακούγεται μέσα στη νύχτα και όλοι τρέμουν πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες.
Τι θα κάνεις, Ηρακλή; Τι θα κάνεις;”

Ο Ηρακλής, ακούγοντας προσεκτικά, ανταποκρίθηκε στην ανάγκη.

Στην πλησιέστερη πλευρά της μεγάλης Πύλης, που φρουρούσε αυστηρά τη χώρα της Νεμέας, ο Ηρακλής πέταξε την πολεμική πανοπλία, κρατώντας για χρήση του το ρόπαλο, που είχε κόψει με τα χέρια του από ένα νεαρό ζωντανό δέντρο.

“Τι κάνεις τώρα, υιέ του ανθρώπου, που μοιάζεις σαν Υιός του Θεού;

Πού είναι

- τα άρματά σου και
- η ισχυρή σου άμυνα;”

Ο Ηρακλής απάντησε:

“Είναι όμορφη αυτή η πανοπλία, αλλά

- βαραίνει εμένα
- δυσκολεύει τις κινήσεις μου και
- εμποδίζει το ξεκίνημά μου στο Δρόμο.


Δεν έχω ανάγκη από τίποτε, εκτός από το γερό μου ρόπαλο και

-με το ρόπαλο αυτό και
- με τη γενναία μου καρδιά


θα πάρω τον Δρόμο μου για να ψάξω για το λιοντάρι.

Στείλε μήνυμα στο λαό της Νεμέας ότι προχωρώ στον Δρόμο και ζήτησέ τους να διώξουν το φόβο τους.”

Ο Ηρακλής πέρασε από τόπο σε τόπο αναζητώντας το λιοντάρι.

Βρήκε το λαό της Νεμέας να κρύβεται πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες, εκτός από λίγους που μέσα

- στην ανάγκη ή
- στην απελπισία
φαίνονταν τολμηροί.

Περπατούσαν στον πλατύ δρόμο στο φως της μέρας, αλλά γεμάτοι φόβο.
Στην αρχή χαιρέτισαν τον Ηρακλή με χαρά, ύστερα με ερωτηματικά, γιατί είδαν πώς ταξίδευε:

- χωρίς όπλα
- με λίγη γνώση
των συμπεριφορών του λιονταριού
- έχοντας μόνο ένα εύθραυστο ξύλινο ρόπαλο.

“Ηρακλή,

- πού είναι τα όπλα σου;
- δεν φοβάσαι;
- γιατί κυνηγάς το λιοντάρι χωρίς προφύλαξη;

Πήγαινε να βρεις

- τα όπλα σου και
- την ασπίδα σου.

Το λιοντάρι είναι άγριο και δυνατό και έχει κατασπαράξει πάρα πολλούς.
Γιατί βαδίζεις στην τύχη;
Πήγαινε να πάρεις τα όπλα και τη ισχυρή πανοπλία σου.”

- Αμίλητος και
- χωρίς ν’ απαντά


ο υιός του ανθρώπου που είναι και Υιός του Θεού

- προχώρησε στο Δρόμο,
- ψάχνοντας τα πατήματα του λιονταριού και ακολουθώντας τη φωνή του.


“Είναι εδώ το λιοντάρι;” ρώτησε ο Ηρακλής.
“Το λιοντάρι είναι εδώ”, ήρθε η απάντηση.
“Όχι, εκεί”, πρόσθεσε μια φοβισμένη φωνή.
“Όχι, έτσι”, απάντησε μια τρίτη.
“Αυτή τη βδομάδα άκουσα το βρυχηθμό του στο άγριο βουνό.”
“Και εγώ επίσης μέσα σ’ αυτή την κοιλάδα που βρισκόμαστε.”

Και κάποιος άλλος είπε: “Στο μονοπάτι που βάδιζα, είδα τα αχνάρια του, έτσι είναι Ηρακλή, άκουσε τη φωνή μου και ακολούθησέ το μέχρι τη φωλιά του”.

Έτσι, ο Ηρακλής συνέχισε το δρόμο του

- φοβισμένος και όμως άφοβος
- μόνος αλλά και όχι μόνος,


γιατί στο μονοπάτι που ακολούθησε, βρίσκονταν και άλλοι και τον ακολουθούσαν με

- ελπίδα αλλά και
- τρόμο.


Επί πολλές μέρες και νύχτες

- έψαχνε το Δρόμο και
- αφουγκραζόταν
το μούγκρισμα του λιονταριού,

ενώ ο λαός της Νεμέας έμενε ζαρωμένος πίσω από τις κλειστές πόρτες.

Ξαφνικά το λιοντάρι φάνηκε.

Στεκόταν στην άκρη μιας λόχμης από μικρά δέντρα.

Βλέποντας εχθρό, το λιοντάρι σύρθηκε κοντά, αλλά ο Ηρακλής φαινόταν εντελώς ατρόμητος.

Όταν όμως το λιοντάρι βρυχήθηκε και με το βρυχηθμό του σείστηκαν τα δέντρα, οι Νεμεάτες έφυγαν.

Ο Ηρακλής

- στάθηκε ήρεμος
- άρπαξε το τόξο του και τη φαρέτρα με τα βέλη και
- με σταθερό χέρι και
- με επιδέξιο μάτι
- φύτεψε ένα βέλος στη ράχη του λιονταριού.

Το σημάδεψε στην ευθεία. Ξέφυγε από το σημείο της ευθείας, το βέλος έπεσε στο χώμα και δεν διαπέρασε την ράχη του λιονταριού.
Πολλά βέλη δέχτηκε το λιοντάρι, μέχρις ότου δεν απέμεινε στον Ηρακλή παρά μόνο ένα μέσα στην φαρέτρα του.

Τότε όρμησε πάνω του το λιοντάρι

- ανέπαφο
- αλάβωτο
- με άγρια λύσσα.

Ο υιός του ανθρώπου που είναι και Υιός του Θεού,
πετώντας το τόξο του στο χώμα,
ώρμησε με άγριες κραυγές πάνω στο λιοντάρι που στεκόταν στο Δρόμο, φράζοντας το μονοπάτι του, κατάπληκτος και ο ίδιος με την ανδρεία του,άγνωστη, σ’ αυτόν μέχρι τώρα.

Ο Ηρακλής προχώρησε.

Ξαφνικά το λιοντάρι στράφηκε και ώρμησε πάνω στον Ηρακλή, μέσα στους πυκνούς θάμνους, στις βραχώδεις πλευρές του άγριου δρόμου του βουνού.

Έτσι προχωρούσαν και οι δυο τους.

Ξαφνικά, καθώς προχωρούσαν στο Δρόμο, το λιοντάρι εξαφανίστηκε και ούτε το ξαναείδαν ούτε το ξανάκουσαν.

Ο Ηρακλής

- σταμάτησε τον Δρόμο του και
- στάθηκε σιωπηλός.

Έψαξε παντού κρατώντας

- το πιστό του ρόπαλο, το όπλο που μόνος του είχε φτιάξει
- το δώρο που είχε χαρίσει στον εαυτό του σε πολύ μακρινές μέρες.

Έψαξε με κάθε τρόπο. Πέρασε από παντού, πηγαίνοντας από σημείο σε σημείο, πάνω στο στενό δρόμο που ανέβαινε τη βουνοπλαγιά.

Ξαφνικά, έφτασε σε μια σπηλιά μέσα από την οποία ακούστηκε ένα άγριο μουγκρητό, μια υπόκοφη άγρια φωνή που φαινόταν να τον διατάζει ή να σταματήσει ή να χάσει τη ζωή του.

Ο Ηρακλής έμεινε ατάραχος, φωνάζοντας στους ανθρώπους της περιοχής:

“Το λιοντάρι είναι εδώ. Περιμένετε να δείτε τι θα κάνω”.

Και ο Ηρακλής που είναι υιός του ανθρώπου και Υιός του Θεού μπήκε στη σπηλιά, πέρασε μέσα από το σκοτεινό της διάδρομο στο φως της μέρας, αλλά δεν βρήκε το λιοντάρι, βρήκε μόνο ένα άλλο άνοιγμα της σπηλιάς που οδηγούσε στο φως της μέρας.

Και καθώς στεκόταν, άκουσε το λιοντάρι από πίσω του, όχι μπροστά του.

“Τι πρέπει να κάνω;” αναρωτήθηκε ο Ηρακλής, “η σπηλιά αυτή έχει δύο ανοίγματα και μπαίνω από εκείνο που βγαίνει το λιοντάρι και το λιοντάρι μπαίνει από εκείνο που εγώ πέρασα.

Τι πρέπει να κάνω;

Όπλα δεν έχω.


Πώς σκοτώνει κάποιος αυτό το λιοντάρι;
Πώς σώζει τους ανθρώπους από τα δόντια του;
Τι πρέπει να κάνω;”

Καθώς σκεφτόταν τι να κάνει και άκουγε το μούγκρισμα του λιονταριού, είδε κάμποσους ξύλινους πασσάλους και ξύλα και κλαδιά που άφθονα βρίσκονταν μπροστά του.

Τραβώντας τα προς το μέρος του, σέρνοντάς τα με όλη του τη δύναμη, έβαλε τους πασσάλους, τα ξύλα και τα δεμάτια από τα μικρά κλαδιά μέσα στο άνοιγμα, τα συσσώρευσε εκεί και φράζοντας το δρόμο προς το φως της μέρας μέσα και έξω, κλείστηκε μαζί με το άγριο λιοντάρι μέσα στη σπηλιά.

Έπειτα, στράφηκε προς το λιοντάρι και αιφνιδιαστικά το αντιμετώπισε.

’ρπαξε το λιοντάρι με τα δυο του χέρια, σφίγγοντάς το για να το πνίξει.
Ένιωθε την αναπνοή και το φύσημά του πάνω στο πρόσωπό του.
Κρατούσε ακόμη το λαιμό του και στηριζόταν επάνω του.
Όλο και εξασθενούσαν τα μουγκρητά

- του μίσους και
- του φόβου


Ο εχθρός του ανθρώπινου γένους γινόταν όλο και πιο αδύναμος.

Το λιοντάρι έχανε τις δυνάμεις του όλο και περισσότερο, αλλά ο Ηρακλής το κρατούσε επάνω του.

Και έτσι σκότωσε το λιοντάρι ο Ηρακλής

- με τα δυο του χέρια
- χωρίς τα όπλα του και
- με τη δική του τη μεγάλη δύναμη.


Σκότωσε το λιοντάρι και το έγδαρε, δείχνοντας το δέρμα του στον κόσμο, έξω από την είσοδο της σπηλιάς.

“Το λιοντάρι πέθανε”, φώναζαν, “το λιοντάρι πέθανε, τώρα μπορούμε πια

- να ζούμε και
- να καλλιεργούμε τα χωράφια μας και
- να σπείρουμε ό, τι μας χρειάζεται και
- να πορευόμαστε όλοι μαζί ειρηνικά.

Το λιοντάρι πέθανε και είναι μεγάλος ο λυτρωτής μας, ο υιός του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού και ονομάζεται Ηρακλής”.

Έτσι ο Ηρακλής επέστρεψε θριαμβευτικά σ’ Εκείνον που τον έστειλε για

- να δοκιμάσει τη δύναμή του
- να υπηρετήσει και
- να αντιμετωπίσει τις ανάγκες
εκείνων που βρίσκονταν σε φριχτή στενοχώρια.

’φησε το δέρμα του λιονταριού μπροστά στα πόδια εκείνου που ήταν ο Δάσκαλος της ζωής του και πήρε με την αξία του την άδεια να φορά το δέρμα, στη θέση εκείνου που μέχρι τώρα φορούσε και χρησιμοποιούσε.

“Το έργο πραγματοποιήθηκε.
Ο Λαός τώρα είναι ελεύθερος
.
Δεν υπάρχει φόβος.
Το λιοντάρι πέθανε.
Με τα ίδια μου τα χέρια το στραγγάλισα και το σκότωσα.”

Ο Δάσκαλος είπε:

“Ακόμη μια φορά Ηρακλή σκότωσες ένα λιοντάρι.
Ακόμη μια φορά το στραγγάλισες.

Το λιοντάρι και τα φίδια πρέπει να σκοτώνονται ξανά και ξανά.
Όλα έγιναν καλά, υιέ μου, αναπαύσου ήσυχος, μαζί μ’ εκείνους που λύτρωσες από το φόβο.

Ο πέμπτος άθλος τελείωσε.

Πηγαίνω να το αναγγείλω στο Μεγάλο Προεστό που κάθεται περιμένοντας στην Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου.
Αναπαύσου και ησύχασε.”

Και από την Αίθουσα του Συμβουλίου ακούστηκε μια φωνή: “ΓΝΩΡΙΖΩ”.
Όταν δεν υφίστανται κενά που χρειάζεται να συμπληρωθούν, τότε το να υπάρχεις απλώς σ' αυτόν τον κόσμο μέσα στο σώμα σου, είναι η υψηλότερη κατάκτηση!
________________
Πολέμα και Οραματίσου!

Επιστροφή στο “ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ”